Στις 10:30 ξεκινά η διαδικασία στη Βουλή – Στις 13:30 θα την επισκεφθεί ο πρόεδρος της Βουλής για να της ανακοινώσει το αποτέλεσμα – Με 264 ψήφους η εκλογή λόγω της προγραμματισμένης απουσίας Σαμαρά και της ασθένιας Αλεξιάδη – Πώς ο ΣΥΡΙΖΑ έφτασε στην προεδρική #kolotoumpa
Το θεσμικό φάλτσο του 2014 όταν ο ΣΥΡΙΖΑ αρνήθηκε να ψηφίσει για Πρόεδρο της Δημοκρατίας προκαλώντας την πρόωρη διάλυση της Βουλής για πρώτη φορά στα μεταπολιτευτικά χρονιά, αναμένεται να διορθωθεί κατά την σημερινή διαδικασία ανάδειξης της κυρίας Αικατερίνης Σακελλαροπούλου στο ανώτατο πολιτειακό αξίωμα.
Η πρόταση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη για την υποψηφιότητα της κυρίας Σακελλαροπούλου συγκεντρώνει την ευρύτατη πλειοψηφία της Ολομέλειας στοιχείο που, Συνταγματικά επιτρέπει την εκλογή της απο την πρώτη ψηφοφορία και πολιτικά στέλνει μήνυμα εθνικής συναίνεσης – υπό προϋποθέσεις – την ώρα που εντείνονται οι τουρκικές απειλές και προκλήσεις.
Η διαδικασία ξεκινά στις 10:30 το πρωί και περιλαμβάνει μόνο ονομαστική ψηφοφορία και όχι ομιλίες. Απο τις τοποθετήσεις των αρχηγών των κοινοβουλευτικών κομμάτων προκύπτει πως την την πρόταση του πρωθυπουργού για την υποψηφιότητα της κυρίας Σακελλαροπούλου στηρίζουν οι ΚΟ της Νέας Δημοκρατίας, του ΣΥΡΙΖΑ και του Κινήματος Αλλαγής.
Η διαμορφούμενη πλειοψηφία ανέρχεται σε 266 βουλευτές, ωστόσο με δεδομένη την απουσία του πρώην πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά και την πιθανή απουσία του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Τρύφωνα Αλεξιάδη λόγω προβλήματος υγείας, η υποψήφια αναμένεται να λάβει 264 θετικές ψήφους.
Περίπου στις 13:30 και μετά την ανακοίνωση του αποτελέσματος στην Ολομέλεια της Βουλής, ο πρόεδρος του κοινοβουλίου Κώστας Τασούλας θα μεταβεί στο γραφείο της κυρίας Σακελλαροπούλου προκειμένου να της επιδώσει το αποτέλεσμα και να της ανακοινώσει επίσημα πως η εθνική αντιπροσωπεία την επέλεξε για το ανώτατο πολιτειακό αξίωμα. Η ορκωμοσία της νέας προέδρου θα πραγματοποιηθεί στις 14 Μαρτίου 2020, μια ημέρα μετά την λήξη της θητείας του νυν Προέδρου της Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλου.
Να σημειωθεί ότι το ρεκόρ θετικών ψήφων για εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας κατέχει ο κ. Κάρολος Παπούλιας κατά την πρώτη εκλογή του το 2005 όταν και συγκέντρωσε 279 ψήφους.
Υπενθυμίζεται ότι ο Μιχάλης Στασινόπουλος εξελέγη το 1974 με 206 ψήφους. Ο Κωνσταντίνος Τσάτσος το 1975 με 210. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής το 1980 με 183 και το 1990 με 153. Ο Χρήστος Σαρτζετάκης με 180 το 1985, ο Κωστής Στεφανόπουλος με 269 το 200, ο κ. Κάρολος Παπούλιας με 279 το 2005 και 266 το 2010 και ο κ. Προκόπης Παυλόπουλος με 233 το 2015.
Πώς ο ΣΥΡΙΖΑ έφτασε στην προεδρική #kolotoumpa
Πιο ειδικά, στο επιτελείο του Αλέξη Τσίπρα αρχίζουν να εξετάζουν (ή και να επανεξετάζουν) με προσοχή πλέον το «φαινόμενο Μητσοτάκης» και την ικανότητα που επιδεικνύει ο πρωθυπουργός να ελίσσεται στο πολιτικό σκηνικό επιτυγχάνοντας συναινέσεις και ανταποκρινόμενος σε σοβαρές πολιτικές προκλήσεις.
Στην Κουμουνδούρου δεν έχουν μεν πειστεί ακόμη ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει το πολιτικό βάρος και το ηγετικό εκτόπισμα που θα τους προκαλέσει στρατηγικό πλήγμα, ωστόσο οι εξελίξεις γύρω από την προεδρική εκλογή και νωρίτερα η πανηγυρική έγκριση από τη Βουλή του νομοσχεδίου για την ψήφο των αποδήμων έχουν αρχίσει να οδηγούν σε αναθεώρηση κάποιων εντυπώσεων για τον πρωθυπουργό.
Για την ακρίβεια, υπάρχει μία ακόμα συγκεχυμένη εικόνα για τον κ. Μητσοτάκη. Είναι γεγονός ότι η εκλογική ήττα της 7ης Ιουλίου δεν αποδόθηκε από τα ηγετικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ ακριβώς στην ικανότητα του μεγάλου τους αντιπάλου, αλλά περισσότερο σε άλλες αιτίες (μέσα ενημέρωσης, δικές τους αδυναμίες κ.λπ.). Στη συνέχεια, όμως, διαπίστωσαν ότι ο κ. Μητσοτάκης «παίζει πολύ καλά το επικοινωνιακό παιχνίδι», όπως παραδέχονται και δημοσίως κορυφαίοι παράγοντες του κόμματος, ενώ με την υπόθεση των αποδήμων άρχισαν να κάνουν δεύτερες σκέψεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι η αρχική εκτίμηση των επιτελών της Κουμουνδούρου ήταν ότι εκείνο το νομοσχέδιο του υπουργείου Εσωτερικών δεν θα περνούσε από τη Βουλή. Κι όμως, τελικά πέρασε σχεδόν με ομοφωνία, αφού ο ΣΥΡΙΖΑ αναγκάστηκε να συρθεί πίσω από τις κυβερνητικές θέσεις.
Κατόπιν, βέβαια, ήρθαν η επίσκεψη του πρωθυπουργού στην Ουάσινγκτον και η συνάντησή του με τον Ντόναλντ Τραμπ για να επαναφέρουν τη θεωρία περί ενός ηγέτη που δεν μπορεί να σταθεί στο ύψος του. Στα κομματικά έντυπα του ΣΥΡΙΖΑ δημοσιεύτηκαν άρθρα με τίτλους όπως «Τελικά, είναι ο Μητσοτάκης βλάκας;» ή «Ο Μητσοτάκης ως… ‘‘γλάστρα’’», για να ικανοποιήσουν οπαδούς και ψηφοφόρους, αλλά η συνέχεια δεν ήταν όπως την περίμεναν στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Μέχρι και την τελευταία στιγμή πίστευαν ότι ο κ. Μητσοτάκης είτε θα συρόταν στην πρόταση του κ. Τσίπρα για επανεκλογή του κ. Προκόπη Παυλόπουλου, είτε θα κατέφευγε σε μια εξαιρετικά βολική για τους ίδιους υποψηφιότητα, όπως θεωρούσαν αυτές του Ευάγγελου Βενιζέλου, της Αννας Διαμαντοπούλου ή ακόμα και του Αντώνη Σαμαρά.
Αποδείχθηκε όμως ότι έκαναν λάθος σε όλες τις εκτιμήσεις τους. Στην Κουμουνδούρου πίστευαν (και κάποιοι ίσως ακόμα πιστεύουν) ότι η καραμανλική πτέρυγα της Ν.Δ. είναι αρκετά ισχυρή ώστε να επιβάλει στον κ. Μητσοτάκη κρίσιμες επιλογές. Γι’ αυτό και οι ίδιοι δεν κρατούσαν την παραμικρή επιφύλαξη ως προς τη στήριξη του απερχόμενου Προέδρου Πρ. Παυλόπουλου – μάλιστα αυτή είχε λάβει σχεδόν χαρακτηριστικά εμμονής. Παρόμοια εκτίμηση έχουν και για τον ρόλο της σαμαρικής πτέρυγας. Ορισμένοι, δε, ένιωσαν δικαιωμένοι για την απουσία του πρώην πρωθυπουργού από την ψηφοφορία της Τετάρτης. Ολα αυτά αποδείχθηκαν λάθος μόλις ανακοινώθηκε από τον πρωθυπουργό η υποψηφιότητα της κυρίας Σακελλαροπούλου.
Κανείς δεν ήταν σε θέση να προβλέψει ότι ο κ. Μητσοτάκης θα έκανε την υπέρβαση με τρόπο ώστε να πετύχει και πάλι ευρεία συναίνεση και να επιβάλει την επιλογή του αναγκάζοντας τον ΣΥΡΙΖΑ να αλλάξει θέση. Ακόμα και τώρα, πολλοί στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης δυσκολεύονται να αποδεχτούν ότι, παρόλο που η Ν.Δ. έχει στραμμένη την προσοχή της στα δεξιά λόγω των πιέσεων σε μέτωπα όπως το Προσφυγικό, ο πρωθυπουργός επιμένει να κινείται προς το Κέντρο, επιδιώκοντας να κερδίσει μόνιμα τον λεγόμενο μεσαίο χώρο.
Υπό αυτό το πρίσμα, είναι αρκετοί πλέον στα ηγετικά κλιμάκια του ΣΥΡΙΖΑ που ομολογούν ότι «δεν αντιμετωπίζουμε τον κ. Μητσοτάκη όσο σοβαρά πρέπει» και ότι πρέπει να σταματήσει η υποτίμηση ενός αντιπάλου ο οποίος αποδεικνύεται πολύ καλύτερος παίκτης απ’ όσο περίμεναν. Γενικότερα, σε πολλά στελέχη υπάρχει η αίσθηση ότι η πολιτική διεύθυνση του κόμματος δεν διαβάζει καλά τα μετεκλογικά δεδομένα, ούτε έχει χαρτογραφήσει πλήρως το νέο πεδίο που διαμορφώνουν οι κινήσεις του κ. Μητσοτάκη. Ειδικά μάλιστα σε σχέση με την πλαγιοκόπηση της Κεντροαριστεράς από τον πρωθυπουργό, που συχνά πυκνά φέρνει σε αδιέξοδο τον ΣΥΡΙΖΑ και το εγχείρημά του για επικράτηση σε αυτό τον χώρο.
Η προεδρική αναδίπλωση
Το διάγγελμα της περασμένης Τετάρτης με το οποίο ο κ. Μητσοτάκης ανακοίνωσε την υποψηφιότητα της κυρίας Σακελλαροπούλου για το ύπατο πολιτειακό αξίωμα αιφνιδίασε την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος είχε επικεντρωθεί στην κριτική του προς την κυβέρνηση για τα λάθη της στη μεταναστευτική πολιτική και τον χειρισμό της λιβυκής κρίσης.
Από το ίδιο βράδυ, το επιτελείο του κ. Τσίπρα μέτρησε τα πράγματα και η πλάστιγγα έγειρε προς τη στήριξη της υποψηφιότητας Σακελλαροπούλου. Οταν ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ πήγαινε την επόμενη μέρα το πρωί στην Κουμουνδούρου για τις κομματικές συσκέψεις, είχε ήδη πάρει την απόφασή του. Το πρόβλημα ήταν μόνο το πώς θα χειριζόταν το θέμα με τον κ. Παυλόπουλο. Σύμφωνα με πληροφορίες, ορισμένα στελέχη εισηγήθηκαν αρχικά να περιμένουν την επιστροφή του Προέδρου της Δημοκρατίας από την Ιρλανδία όπου βρισκόταν για επίσημη επίσκεψη και μετά να ανακοινώσει τη θέση του το κόμμα. Σχεδόν αμέσως, όμως, η ιδέα αυτή απορρίφθηκε. Οπως και κάθε άλλη που θα παρέτεινε την εκκρεμότητα και θα έδινε την εικόνα ότι το κόμμα βρίσκεται σε αμηχανία και δύσκολη θέση. Ο ίδιος ο κ. Τσίπρας αντιλήφθηκε και ξεκαθάρισε την ανάγκη να λήξει το θέμα το συντομότερο, ώστε η πολιτική ατζέντα να στραφεί σε πιο ευνοϊκά πεδία για την αντιπολιτευτική κριτική που ασκεί ο ΣΥΡΙΖΑ. «Να τελειώνουμε γρήγορα, δεν έχει νόημα να το τραβάμε», έλεγε στις συσκέψεις ανώτερο κομματικό στέλεχος.
Αλλωστε κρίθηκε ότι δεν υπήρχαν περιθώρια για απόρριψη της κυρίας Σακελλαροπούλου. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα εμφανιζόταν ανακόλουθος με την επιλογή της κυβέρνησής του το 2018 να προαγάγει τη δραστήρια και διαθέτουσα κύρος δικαστικό στην προεδρία του Συμβουλίου της Επικρατείας. Εκτιμήθηκε επίσης ότι δεν είχε κανένα νόημα μια κόντρα στη Βουλή για το θέμα της προεδρικής εκλογής, ειδικά από την ώρα που η κυρία Σακελλαροπούλου θα εκλεγόταν με τη συναίνεση του Κινήματος Αλλαγής.
Μόλις κάηκαν τα εναλλακτικά σενάρια, και αυτό έγινε πολύ γρήγορα, ο κ. Τσίπρας τηλεφώνησε στον κ. Παυλόπουλο, ο οποίος τον απελευθέρωσε να κάνει τις πολιτικές κινήσεις που επιθυμούσε.
Στο μεταξύ ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ είχε απορρίψει ενστάσεις από στελέχη της αριστερής πτέρυγας, τα οποία είχαν εκφραστεί κατά της σύμπλευσης με τη Ν.Δ. και το ΚΙΝ.ΑΛ. στο θέμα της προεδρικής εκλογής ή και στο πρόσωπο της κυρίας Σακελλαροπούλου. Οι μουρμούρες όμως αυτές κρίθηκαν μη αρκετές για να εμποδίσουν τη γρήγορη αντίδραση του κ. Τσίπρα, ο οποίος αναδιπλώθηκε στο θέμα της προεδρικής εκλογής σε λιγότερο από 24 ώρες από την ώρα που έκανε την κίνησή του ο κ. Μητσοτάκης.
Αυτό που ελπίζουν τώρα στον ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι με την ολοκλήρωση του κύκλου της προεδρικής εκλογής η κυβέρνηση θα βρεθεί ξεκάθαρα αντιμέτωπη με τα λάθη της, ειδικά στο Προσφυγικό, και με την αδυναμία της να χειριστεί τα εθνικά θέματα. Και σε αυτά τα πεδία, πάντως, τίποτα δεν είναι εύκολο για τον ΣΥΡΙΖΑ. Για παράδειγμα, είδε την κυβέρνηση να κάνει ρελάνς στον αποκλεισμό της από τη Διάσκεψη του Βερολίνου για τη Λιβύη καλώντας στην Αθήνα τον στρατηγό Χαλίφα Χαφτάρ που απορρίπτει τα σχέδια της Τουρκίας και εμμέσως πιθανόν και της Γερμανίας για τη χώρα του.
Την Τρίτη θα συνεδριάσει η Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ για να συζητήσει τα νέα δεδομένα. Από τα πλέον κρίσιμα ζητήματα είναι η στάση που θα τηρήσει η αξιωματική αντιπολίτευση στο θέμα της ελληνοαμερικανικής στρατιωτικής συμφωνίας, το πάγωμα της οποίας έχει προτείνει ως απάντηση στη μεροληψία του Ντόναλντ Τραμπ υπέρ της Τουρκίας.