Διεθνή

Ασιατικός «κυκλώνας» εξοπλισμών συντροφεύει την ακμή της Κίνας

6ABDABBC7066A61AD4A72B7DF9CB48F0.jpgΣτη δίνη ενός μεγάλου αγώνα εξοπλισμών φαίνεται ότι βρίσκεται η Ασία και ο Ειρηνικός Ωκεανός, καθώς η ανάδυση της Κίνας και της Ινδίας ως μεγάλες δυνάμεις αλλά και οι αδιάκοπες έριδες μεταξύ του Πεκίνου και των γειτόνων του στα διαφιλονικούμενα ύδατα της Νότιας Σινικής Θάλασσας ωθούν πολλές χώρες σε μαζικές εισαγωγές όπλων. Στο μέτωπο των παραγωγών, ΗΠΑ και Ρωσία παραμένουν οι μεγαλύτεροι εξαγωγείς όπλων, ενώ αντίθετα η αποστολές της Γερμανίας έπεσαν κατά άνω από 50%.

Στη δίνη ενός μεγάλου αγώνα εξοπλισμών φαίνεται ότι βρίσκεται η Ασία και ο Ειρηνικός Ωκεανός, καθώς η ανάδυση της Κίνας και της Ινδίας ως μεγάλες δυνάμεις αλλά και οι αδιάκοπες έριδες μεταξύ του Πεκίνου και των γειτόνων του στα διαφιλονικούμενα ύδατα της Νότιας Σινικής Θάλασσας υποδαυλίζουν την έντονη στρατιωτικοποίηση της περιοχής.

Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του Ινστιτούτου Ερευνών για την Παγκόσμια Ειρήνη της Στοκχόλμης (SIPRI) έξι από τους 10 μεγαλύτερους εισαγωγείς όπλων και οπλικών συστημάτων στον κόσμο την περίοδο 2011-2015 ήταν χώρες της Ασίας και του Ειρηνικού, με τα κράτη της περιοχής να είναι υπεύθυνα για το 46% όλων των εισαγωγών όπλων σε παγκόσμια κλίμακα.

Κίνα, Ινδία και οι ανταγωνισμοί στη θάλασσα

Κορυφαίος εισαγωγέας αναδείχτηκε η Ινδία, η οποία αγόρασε το 14% των οπλικών συστημάτων που πωλήθηκαν ανά την υφήλιο τα τελευταία πέντε χρόνια, αυξάνοντας τις εισαγωγές της κατά 90% σε σχέση με την προηγούμενη πενταετία. Το 70% του πολεμικού υλικού που αγόρασε το Νέο Δελχί προήλθε από τη Ρωσία, ωστόσο, τα τελευταία χρόνια εταιρείες από ΗΠΑ διεισδύουν όλο και περισσότερο στην ινδική αγορά (14%).

Στην τρίτη θέση εισαγωγέων – πίσω από τη Σαουδική Αραβία – έρχεται η Κίνα, η οποία ήταν υπεύθυνη για το 4,7% των εισαγωγών παγκοσμίως, συνεχίζοντας να ενισχύει πυρετωδώς τις στρατιωτικές δυνατότητές της. Σε αντίθεση με την Ινδία όμως, η Κίνα στηρίζεται ολοένα και περισσότερο στην εγχώρια παραγωγή και τεχνογνωσία, με τις αμυντικές εισαγωγές να συρρικνώνονται κατά 25% συγκριτικά με την προηγούμενη πενταετία.

Μάλιστα, σε μία ξεκάθαρη ένδειξη της αυξανόμενης εμπορικο-τεχνολογικής επιρροής της, η Κίνα αναδείχτηκε ταυτόχρονα και στον τρίτο μεγαλύτερο εξαγωγέα οπλικών συστημάτων παγκοσμίως. Τα τελευταία πέντε χρόνια το Πεκίνο αύξησε τις εξαγωγές του κατά 88% και είναι πλέον υπεύθυνο για το 5,9% των παγκόσμιων πωλήσεων, ξεπερνώντας σε μερίδιο τη Γαλλία (4η θέση), τη Γερμανία (5η) και το Ηνωμένο Βασίλειο (6η).

Όχι τυχαία, οι τρεις μεγαλύτεροι πελάτες του Πεκίνου είναι γείτονες της εξοπλιζόμενης Ινδίας, με το Πακιστάν να είναι ο κυριότερος αποδέκτης κινεζικών όπλων, αγοράζοντας το 35% των κινεζικών εξαγωγών, ενώ ακολουθούν το Μπαγκλαντές και η Μυανμάρ, με 20% και 16% αντίστοιχα.

Η ταχύτατη στρατιωτική ακμή της Κίνας έχει συνοδευτεί από μία ιδιαίτερα διεκδικητική στάση στα διαφιλονικούμενα νερά της Νότιας Σινικής Θάλασσας, όπου κατά τόπους υπάρχουν αντίπαλες διεκδικήσεις από την Ταϊβάν, το Βιετνάμ, τις Φιλιππίνες, τη Μαλαισία και το Μπρουνέι.

Το Πεκίνο έχει προκαλέσει την οργή των γειτόνων του καθώς επί χρόνια προκαλεί να τονώσει τις διεκδικήσεις του κατασκευάζοντας τεχνητά νησιά σε νησίδες και βραχονησίδες στη Νότια Σινική. Μόλις την προηγούμενη εβδομάδα αποκαλύφθηκε ότι ο κινεζικός στρατός έχει τοποθετήσει συστοιχίες πυραύλων εδάφους-αέρος στη Νήσο Γούντι, το κυριότερο κομμάτι στεριάς στο νησιωτικό σύμπλεγμα Παρασέλ, το οποίο διεκδικείται από την Ταϊβάν και το Βιετνάμ.

Απαντώντας στην κινεζική δύναμη, τα τελευταία πέντε χρόνια το Βιετνάμ αύξησε τις εισαγωγές οπλικών συστημάτων κατά 699%, «σκαρφαλώνοντας» στη λίστα των εισαγωγέων από τη 43η θέση την περίοδο 2006-2010 στην 8η θέση για το 2011-2015.

Το Ανόι επένδυσε ιδιαίτερα στην απόκτηση μέσων που θα του επιτρέψουν να έχει μία σκληρή στάση στα νερά της Νότιας Σινικής, με το 44% των αγορών του να αντιστοιχεί σε πλοία και υποβρύχια και 37% αναλογεί σε αεροσκάφη. Κύριος πάροχος όπλων στο Βιετνάμ ήταν η Ρωσία, σε ποσοστό 93%.

Κυριαρχούν ΗΠΑ και Ρωσία, υποχωρεί η Ευρώπη

Στο μέτωπο των παραγωγών και πωλητών, η Ρωσία άντεξε την μεγάλη πτώση στις εξαγωγές της το 2014 και το 2015, και καθ’ όλη τη διάρκεια της τελευταίας πενταετίας κατόρθωσε να αυξήσει τις εξαγωγές όπλων κατά 28%. Με 50 χώρες και τους ρωσόφιλους ουκρανούς αντάρτες στην πελατεία της, η Μόσχα αύξησε το μερίδιό της στις παγκόσμιες εξαγωγές από το 22% στο 25%, με κυριότερους αγοραστές την Ινδία, την Κίνα και το Βιετνάμ.

Την πρώτη θέση ωστόσο κατέλαβαν για μία ακόμα πενταετία οι Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες ήταν υπεύθυνες για το 33% όλων των εξαγωγών όπλων στον πλανήτη, τροφοδοτώντας 96 χώρες – μακράν περισσότερες από κάθε άλλο παραγωγό. Οι τρεις μεγαλύτεροι αγοραστές αμερικανικών όπλων βρίσκονται στη Μέση Ανατολή και ήταν η Σαουδική Αραβία (9,7%), τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (9,1%) και η Τουρκία (6,6%).

Αντίθετα, αξιοσημείωτη πτώση στην παγκόσμια αγορά υπέστησαν οι μεγάλοι δυτικοευρωπαίοι παραγωγοί. Γαλλία, Γερμανία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ισπανία και Ιταλία ήταν υπεύθυνες για συνολικά το 21% των παγκόσμιων αγοραπωλησιών όπλων, όμως η τελευταία πενταετία είδε τις εξαγωγές του Βερολίνου να συρρικνώνονται κατά 51%, ενώ οι εξαγωγές του Παρισιού έπεσαν κατά 9,8%.

Τρίτος μεγαλύτερος αγοραστής γερμανικών όπλων ήταν η Ελλάδα, η οποία απέκτησε το 10% των γερμανικών εξαγωγών. Πάντως, σε σχέση με την πενταετία 2006-2010 οι ελληνικές εισαγωγές μειώθηκαν κατά 77%, καθώς η δημοσιονομική κρίση «δάγκωσε» τις αμυντικές δαπάνες.

Ολόκληρη η έρευνα του Ινστιτούτου της Στοκχόλμης ΕΔΩ

Διαβάστε ακόμη

Περισσότερα στην κατηγορία: Διεθνή