«Τα κρατικά ομόλογα δεν είναι χωρίς ρίσκο» τόνισε ο πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας της Γερμανίας (Bundesbank) Γιενς Βάιντμαν και πρόσθεσε ότι τα κρατικά ομόλογα πρέπει να στηρίζονται σε κεφάλαια, ενώ θα πρέπει να υπάρχει ανώτατο όριο, όπως συμβαίνει και με το ιδιωτικό χρέος.
«Αυτή τη στιγμή η πρόταση να βάλουμε τέλος στην προνομιακή μεταχείριση του κρατικού χρέους αντιμετωπίζεται όπως η σωματική άσκηση. Όλοι συμφωνούν ότι είναι καλό πράγμα, στην θεωρία. Αλλά στην πράξη, είναι πολύ δύσκολο να σηκωθούμε από τον καναπέ» δήλωσε ο κ. Βάιντμαν νωρίτερα σήμερα σε Συνέδριο που συνδιοργανώνει η Bundesbank με το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών, στη Φρανκφούρτη.
«Τα κρατικά ομόλογα δεν είναι χωρίς ρίσκο. Αυτό έχει αποδειχθεί και τώρα πρέπει να αντιδράσουμε» τόνισε και εξέφρασε την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι το θέμα γίνεται αντικείμενο εξέτασης από την Επιτροπή της Βασιλείας.
«Αν όμως αυτές οι συνομιλίες δεν καταλήξουν σε συμφωνία, τότε θα πρέπει να προχωρήσουμε σε μια ευρωπαϊκή λύση. Το ευρωσύστημα – και σωστά – απαγορεύεται να ενεργεί ως δανειστής τελευταίας επιλογής για τις κυβερνήσεις. Το προφίλ κινδύνου λοιπόν για το χρέος στην Ευρωζώνη είναι διαφορετικό» πρόσθεσε ο επικεφαλής της Bundesbank και προειδοποίησε για μία ακόμη φορά ότι «το υπερβολικό χρέος μπορεί να είναι επικίνδυνο».
Αναφερόμενος στον ρόλο του χρέους, ο Γιενς Βάιντμαν σημείωσε ότι πολλές ιδέες, άρα και πλούτος, δεν θα υπήρχαν, αν δεν μπορούσαν να χρηματοδοτηθούν με το αναγκαίο κεφάλαιο. Άρα το ερώτημα του χρέους δεν είναι «ναι ή όχι», αλλά «πώς και πόσο», διευκρίνισε και αναφέρθηκε στον κανόνα που θέλει το ασφαλές όριο για το κρατικό χρέος στο 85% του ΑΕΠ και για τις εταιρείες στο 105%.
«Και εκεί είναι που εμπλεκόμαστε οι ρυθμιστές. Είναι δουλειά μας να διασφαλίσουμε ότι η ρυθμιστική διαχείριση του χρέους δεν θα προκαλέσει αύξηση των κινήτρων που θέτουν σε κίνδυνο την οικονομική σταθερότητα. Και είναι υποχρέωσή μας να διασφαλίσουμε ότι, αν τα πράγματα πάνε στραβά, ο οικονομικός τομέας θα μπορεί και πάλι να εξυπηρετήσει την πραγματική οικονομία. Ανάλογα με το είδος της δυσλειτουργίας, η κεντρική τράπεζα μπορεί να είναι σε θέση να προσφέρει προστασία. Αν πρόκειται για προσωρινό πρόβλημα ρευστότητας, μπορεί να λειτουργήσει ως δανειστής τελευταίας επιλογής, αλλά αν πρόκειται για θέμα φερεγγυότητας, η κεντρική τράπεζα δεν έχει κανέναν ρόλο, καθώς τότε μπορεί να τεθούν σε κίνδυνο τα χρήματα των φορολογουμένων. Τότε είναι υπόθεση των πολιτικών να αποφασίσουν αν θα αφήσουν μια τράπεζα να καταστραφεί ή όχι» σημείωσε.