Οικονομία

Βαρουφάκης: Καθήκον των εταίρων μας να εγκαταλείψουν μια προσέγγιση που έχει αποτύχει

ImageHandler.ashx?m=AnchoredFit&f=Ly8xMC Ο υπουργός Οικονομικών, Γιάννης Βαρουφάκης, άνοιξε τις διαπραγματευτικές του θέσεις, καθώς βρίσκεται σε εξέλιξη η προσπάθεια εξασφάλισης οικονομικών πόρων για την Ελλάδα, σε κείμενο που δημοσίευσε στην ιστοσελίδα Project Syndicate. 

Αρχικά χαρακτήρισε αποτυχημένο το υπάρχον πρόγραμμα λιτότητας για άλλη μια φορά. Εν συνεχεία, είπε ότι η χώρα είναι πρόθυμη να εξορθολογίσει το σύστημα συνταξιοδότησης με περιορισμό της πρόωρης συνταξιοδότησης, να προχωρήσει με τη μερική ιδιωτικοποίηση της δημόσιας περιουσίας, την αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, τη δημιουργία μιας πλήρως ανεξάρτητης φορολογικής επιτροπής και την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας.

Ακολούθως προσέθεσε ότι η χώρα αντιστέκεται σε επιπλέον περικοπές μισθών και συντάξεων. «Το καθήκον μας είναι να πείσουμε τους εταίρους μας, πως οι ενέργειές μας είναι πιο πολύ στρατηγικές, παρά κινήσεις τακτικής, και πως η λογική μας είναι υγιής» έγραψε.

Πιο αναλυτικά το κείμενο του Γιάνη Βαρουφάκη στο Project Syndicate:

Τρεις μήνες διαπραγματεύσεων μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και των ευρωπαϊκών και διεθνών εταίρων, μας έχουν οδηγήσει σε συγκλίσεις, σχετικά με τα βήματα που απαιτούνται για να ξεπεραστούν τα χρόνια της οικονομικής κρίσης και για την επίτευξη διατηρήσιμης ανάκαμψης στην Ελλάδα. Αλλά αυτά δεν έχουν παράξει μέχρι τώρα μια συμφωνία. Γιατί; Ποια βήματα πρέπει να γίνουν για να καταλήξουμε σε μια βιώσιμη και αμοιβαία συμφωνημένη μεταρρυθμιστική ατζέντα;

Εμείς και οι συνεργάτες μας έχουμε ήδη συμφωνήσει σε πολλά. Το φορολογικό σύστημα στην Ελλάδα πρέπει να ανανεωθεί και οι φορολογικές αρχές πρέπει να απελευθερωθούν από την πολιτική και την εταιρική επιρροή. Το συνταξιοδοτικό σύστημα είναι προβληματικό. Τα πιστωτικά κυκλώματα της οικονομίας είναι σπασμένα. Η αγορά εργασίας έχει πληγεί από την κρίση και είναι βαθιά κατακερματισμένη, με την αύξηση της παραγωγικότητας σε αδιέξοδο. Η δημόσια διοίκηση είναι σε επείγουσα ανάγκη να εκσυγχρονιστεί και οι δημόσιοι πόροι πρέπει να χρησιμοποιούνται πιο αποτελεσματικά.

Συντριπτικά εμπόδια μπλοκάρουν τη δημιουργία νέων επιχειρήσεων. Ο ανταγωνισμός στις αγορές προϊόντων είναι υπερβολικά οριοθετημένος. Και η ανισότητα έχει φτάσει σε εξωφρενικά επίπεδα, εμποδίζοντας την κοινωνία από τη συνένωση πίσω από τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις.

Αφήνοντας αυτά στην άκρη, η συμφωνία για ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης για την Ελλάδα απαιτεί την υπέρβαση δύο εμπόδια. Κατ ‘αρχάς, πρέπει να συμφωνήσουμε με τον τρόπο προσέγγισης της δημοσιονομικής εξυγίανσης στην Ελλάδα. Δεύτερον, χρειαζόμαστε μια ολοκληρωμένη, κοινώς συμφωνηθέν μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα δράσης, που θα θεμελιώσει αυτή την πορεία εξυγίανσης και θα εμπνεύσει την εμπιστοσύνη της ελληνικής κοινωνίας.

Αρχίζοντας με τη δημοσιονομική εξυγίανση, το θέμα που πρέπει να εξεταστεί, αφορά τη μέθοδο. Οι θεσμοί της “τρόικα” (η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο) έχουν, όλα αυτά τα χρόνια, στηριχθεί σε μια διαδικασία οπισθοδρομούσσας επαγωγής: Ορίζουν μια ημερομηνία (για παράδειγμα, το έτος 2020) και ένα στόχο για το λόγο του ονομαστικού χρέους προς το εθνικό εισόδημα (ας πούμε, 120%) που πρέπει να επιτευχθεί, προτού θεωρηθεί έτοιμη η Ελλάδα να δανειστεί από τις διεθνείς αγορές σε λογικές τιμές. Στη συνέχεια, σύμφωνα με αυθαίρετες παραδοχές σχετικά με τους ρυθμούς ανάπτυξης, τον πληθωρισμό, τα έσοδα από ιδιωτικοποιήσεις, και ούτω καθεξής, υπολογίζουν τι πρωτογενή πλεονάσματα είναι απαραίτητα σε κάθε έτος, πισωπατώντας αναφορικά με το παρόν.

Το αποτέλεσμα αυτής της μεθόδου, κατά την άποψη της κυβέρνησής μας, είναι μια “παγίδα λιτότητας”. Όταν η δημοσιονομική εξυγίανση μετατρέπεται σε προκαθορισμένη αναλογία του χρέους, που πρέπει να επιτευχθεί σε ένα προκαθορισμένο σημείο στο μέλλον, τα πρωτογενή πλεονάσματα που απαιτούνται για να επιτευχθούν αυτοί οι στόχοι, είναι τέτοια, που η επίδραση στον ιδιωτικό τομέα υπονομεύει τους υπολογισμένους ρυθμούς ανάπτυξης και έτσι εκτροχιάζουν την προγραμματισμένη δημοσιονομική πορεία. Πράγματι, έτσι ακριβώς εξηγείται το γιατί προηγούμενα σχέδια δημοσιονομικής ενoποίησης για την Ελλάδα αστόχησαν τόσο θεαματικά.

Θέση της κυβέρνησής μας είναι ότι, αυτή η προς τα πίσω επαγωγή πρέπει να πεταχτεί. Αντ’ αυτού, εμείς πρέπει να χαράξουμε ένα σχέδιο προς το μέλλον, που να βασίζεται σε εύλογες παραδοχές για τα πρωτογενή πλεονάσματα, τα οποία να συνάδουν με τα ποσοστά αύξησης της παραγωγής, των καθαρών επενδύσεων, καθώς και επέκταση των εξαγωγών που θα μπορούν να σταθεροποιήσουν την οικονομία και το ποσοστό του χρέους της Ελλάδας. Εάν αυτό σημαίνει πως ο λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ θα είναι μεγαλύτερος από 120% το 2020, θα επινοήσουμε έξυπνους τρόπους για τον εξορθολογισμό, τη δημιουργία νέου προφίλ, ή την αναδιάρθρωση του χρέους – έχοντας κατά νου το στόχο της μεγιστοποίησης της αποτελεσματικής παρούσας αξίας, που θα επιστραφεί στους πιστωτές της Ελλάδας.

Εκτός του να πείσουμε την τρόικα πως η ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους μας πρέπει να αποφύγει την παγίδα λιτότητας, πρέπει να ξεπεράσουμε το δεύτερο εμπόδιο: Τη «Μεταρρύθμιση παγίδα». Το προηγούμενο πρόγραμμα μεταρρύθμισης, το οποίο οι συνεργάτες μας είναι τόσο ανένδοτοι πως δεν πρέπει να είναι ανακληθεί από την κυβέρνησή μας, βασίζεται σε εσωτερική υποτίμηση, περικοπές μισθών και συντάξεων, απώλεια της προστασίας εργασίας, και της ιδιωτικοποίησης της δημόσιας περιουσίας που μεγιστοποιεί την τιμή.

Οι εταίροι μας πιστεύουν ότι, χρόνου δοθέντος, η ατζέντα αυτή θα λειτουργήσει. Αν οι μισθοί πέφτουν περαιτέρω, η απασχόληση θα αυξηθεί. Ο τρόπος για να θεραπευτεί το πάσχον συνταξιοδοτικό σύστημα είναι να μειωθούν οι συντάξεις. Και οι ιδιωτικοποιήσεις πρέπει να στοχεύουν σε υψηλότερες τιμές πώλησης για την αποπληρωμή του χρέους, που πολλοί (όχι δημόσια) συμφωνούν είναι μη βιώσιμο.

Αντίθετα, η κυβέρνησή μας πιστεύει πως αυτό το πρόγραμμα έχει αποτύχει, αφήνοντας τον πληθυσμό βεβαρυμένο από τις μεταρρυθμίσεις. Η καλύτερη απόδειξη αυτής της αποτυχίας είναι ότι, παρά το γεγονός της μεγάλης πτώσης των μισθών και του κόστους, η αύξηση των εξαγωγών ήταν επίπεδη (η εξάλειψη του ελλείμματος των τρεχουσών συναλλαγών οφείλεται αποκλειστικά στην κατάρρευση των εισαγωγών).

Πρόσθετες περικοπές μισθών δεν θα βοηθήσουν επιχειρήσεις με εξαγωγικό προσανατολισμό, οι οποίες είναι βυθισμένες σε μια πιστωτική κρίση. Και περαιτέρω περικοπές στις συντάξεις δεν θα αντιμετωπίσουν τις πραγματικές αιτίες των προβλημάτων του συνταξιοδοτικού συστήματος (χαμηλή απασχόληση και τεράστια αδήλωτη εργασία). Τέτοια μέτρα θα προκαλέσουν περαιτέρω ζημιά στον ήδη πιεσμένο κοινωνικό ιστό στην Ελλάδα, καθιστώντας τον ανίκανο να παρέχει την υποστήριξη που απεγνωσμένα χρειάζεται το μεταρρυθμιστικό μας πρόγραμμα.

Οι τρέχουσες διαφωνίες με τους εταίρους μας δεν είναι αγεφύρωτες. Η κυβέρνησή μας είναι πρόθυμη να εξορθολογίσει το συνταξιοδοτικό σύστημα (για παράδειγμα, με τον περιορισμό της πρόωρης συνταξιοδότησης), να προχωρήσει με τη μερική ιδιωτικοποίηση της δημόσιας περιουσίας, την αντιμετώπιση των μη-εξυπηρετούμενων δανείων, που έχουν οδηγήσει σε φραγή στα πιστωτικά κυκλώματα της οικονομίας, τη δημιουργία ενός πλήρως ανεξάρτητου σώματος φορολογίας, και ώθηση της επιχειρηματικότητας. Οι διαφορές που έμειναν, αφορούν στο πώς αντιλαμβανόμαστε τις σχέσεις μεταξύ των διαφόρων μεταρρυθμίσεων και του μακροοικονομικού περιβάλλοντος.

Τίποτα από αυτά δεν σημαίνει κοινό έδαφος δεν μπορεί να βρεθεί αμέσως. Η ελληνική κυβέρνηση θέλει μια οδό δημοσιονομικής εξυγίανσης που να έχει νόημα, και θέλουμε μεταρρυθμίσεις που όλες οι πλευρές πιστεύουν ότι είναι σημαντικές. Το καθήκον μας είναι να πείσουμε τους εταίρους μας, πως οι ενέργειές μας είναι πιο πολύ στρατηγικές, παρά κινήσεις τακτικής, και πως η λογική μας είναι υγιής. Καθήκον τους είναι να εγκαταλείψουν μια προσέγγιση που έχει αποτύχει.

You may also like