Για τέσσερις δεκαετίες θεωρούνταν οι «Κουρσάροι του Αιγαίου». Φευ, το πλήρωμα του χρόνου ήρθε για τα θρυλικά πολεμικά αεροσκάφη A-7 Corsair και αποσύρθηκαν από τους αιθέρες. Αλλά η αποχώρηση έγινε με όλες τις τιμές που τους άξιζαν.
Στις 17 Οκτωβρίου στην πολεμική βάση του Άραξου, το κύκνειο άσμα των «Κουρσάρων» είχε το χαρακτήρα μια συγκινητικής γιορτής. Ένα «αντίο» διαφορετικό από τα άλλα!
Η Ελληνική Πολεμική Αεροπορία διοργάνωσε μία εντυπωσιακή τελετή για την απόσυρση από την ενεργό δράση των θρυλικών αεροσκαφών Α-7 Corsair ΙΙ μετά από 39 χρόνια υπηρεσίας του συγκεκριμένου τύπου στους Ελληνικούς ουρανούς και 49 χρόνια παγκοσμίως, με την Πολεμική μας Αεροπορία να είναι ο τελευταίος χρήστης τους.
Οι πιλότοι των Α-7, οι χειριστές των μαχητικών που ήταν γνωστά ως «κουρσάροι» και αποτελούσαν για τη χώρα μας το στρατηγικό της όπλο για δεκαετίες απέναντι στην Τουρκία, δημιούργησαν ένα ακόμα βίντεο ως απόδοση φόρου τιμής σε αυτά.
Το Α-7 Corsair II είναι ένα αεροσκάφος θρύλος που έχει αφήσει εποχή στα παγκόσμια χρονικά ήδη από την εποχή του Βιετνάμ και την υπηρεσία του στα Αεροπλανοφόρα του Αμερικανικού Ναυτικού και πολλοί είναι εκείνοι που ήθελαν να το δουν να πετάει για τελευταία φορά, να το φωτογραφίσουν και να φωτογραφηθούν μαζί του.
Το Α-7 είναι ένα αεροσκάφος κρούσης εξ ου και το Α (Attack) και πήρε το επίσημο προσωνύμιο Corsair II καθώς ήταν ο δεύτερος Κουρσάρος που πήρε αυτό το προσωνύμιο μετά από το καταδιωκτικό F-4 του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου που ονομάστηκε έτσι για πρώτη φορά. Το ανεπίσημο όνομά του όμως στα πολλά χρόνια της υπηρεσίας του στα αεροπλανοφόρα του Αμερικανικού Ναυτικού ήταν το ακρωνύμιο S.L.U.F. – Short, Little, Ugly, Fellow (δηλαδή Κοντός, Μικρός, Άσχημος, Φιλαράκος), με το τελευταίο F όμως να μεταφράζεται και Fucker κατά περίπτωση!
Μία υστεροφημία που το ακολούθησε και στην Ελληνική υπηρεσία καθώς το 1975 εντάχθηκαν στην υπηρεσία της ΠΑ 60 ολοκαίνουργια τότε βομβαρδιστικά Α-7Η Corsair II που από την βάση τους στη Σούδα της Κρήτης όργωναν όλες τις χαράδρες και τις θάλασσες της Ελληνική επικράτειας πετώντας πολύ χαμηλά για να μην γίνονται αντιληπτά από τα ραντάρ.
Η αξία όμως του Α-7 αντικατοπτριζόταν στους 6 τόνους οπλικού φορτίου που μπορούσε να μεταφέρει και να αφήσει με ακρίβεια 3400 χιλιόμετρα μακρυά από τη βάση του. Ακόμα και με τα σημερινά προηγμένα μαχητικά αεροσκάφη τα μεγέθη του οπλικού φορτίου και της ακτίνας δράσης απλά δεν συγκρίνονται.
Τη δεκαετία του 1990 παρελήφθησαν από το Αμερικάνικο Ναυτικό 62 μεταχειρισμένα Corsair της έκδοσης A-7E και της διθέσιας ΤΑ-7C τα οποία έφεραν σύγχρονα ηλεκτρονικά και άλλα υποσυστήματα. Τα αεροσκάφη αυτά εγκαταστάθηκαν στην Αεροπορική Βάση του Αράξου με τα παλιότερα A-7H της Κρήτης να μετασταθμεύουν κι αυτά εκεί και στη συνέχεια αποσύρθηκαν σταδιακά.
Η σημασία όμως της απόκτησης του Α-7 Corsair II σαν οπλικού συστήματος ήταν πολλαπλάσια της αξίας τους για την Ελλάδα, καθώς ήταν το μόνο αεροσκάφος που μπορούσε να ”αφήσει” το μεγάλο φορτίο του στα πέρατα της Τουρκικής επικράτειας και να επιστρέψει στη βάση του χωρίς ενδιάμεσο ανεφοδιασμό. Ήταν ένας παράγοντας μεγάλης ισχύος που πάντα λαμβανόταν υπόψη από τους εξ ανατολής συμμάχους μας, ένας παράγοντας που ίσως έχει παίξει το δικό του γνωστό – άγνωστο ρόλο στην εύθραστη ειρήνη των πολλών τελευταίων ετών. Και από αυτή την άποψη χρωστάμε πάρα πολλά όχι μόνο σε αυτό, αλλά κυρίως στα πληρώματα που το πέταξαν όλα αυτά τα χρόνια, στους μηχανικούς που το συντήρησαν και πιο πολύ ακόμα χρωστάμε σε όσους έφυγαν για πάντα μαζί με αυτό.