Υστερα από μία δεκαετία συνεχών επιβαρύνσεων που χτύπησαν μισθωτούς, νέα ζευγάρια και οικογενειάρχες, η κυβέρνηση επιχειρεί να στείλει το μήνυμα ότι η «ραχοκοκαλιά» της κοινωνίας δεν θα είναι πια ο μόνιμος χαμένος. Οι φορολογικές ελαφρύνσεις, οι αλλαγές στις κλίμακες, τα υψηλότερα αφορολόγητα όρια, τα κίνητρα για τη στέγη και η μείωση των τεκμηρίων υπόσχονται να αφήσουν περισσότερο εισόδημα στην τσέπη εκατομμυρίων νοικοκυριών, ενώ ταυτόχρονα δημιουργούν μια νέα βάση εμπιστοσύνης ανάμεσα στον πολίτη και το κράτος.
Αλλαγές στη φορολογία
Οι αλλαγές στη φορολογία εισοδήματος αποτελούν την «καρδιά» του πακέτου. Το επικρατέστερο σενάριο προβλέπει αύξηση του βασικού αφορολόγητου από τα 8.632 ευρώ στα 10.000 ευρώ για μισθωτούς, συνταξιούχους και κατ’ επάγγελμα αγρότες. Για τους αυτοαπασχολούμενους, το πρώτο κλιμάκιο εισοδήματος παραμένει στα 10.000 ευρώ, με συντελεστή φόρου 9% από το πρώτο ευρώ. Ταυτόχρονα, τα πρόσθετα αφορολόγητα όρια για τα εξαρτώμενα τέκνα αυξάνονται από τα 1.000 στα 1.500 ή ακόμη και στα 2.000 ευρώ, δίνοντας ανάσα σε οικογένειες με παιδιά. Ενα ζευγάρι με δύο παιδιά και εισόδημα 20.000 ευρώ, που σήμερα φορολογείται για τα 18.000, με το νέο καθεστώς θα φορολογείται για 16.000 ή και λιγότερα, με αποτέλεσμα ελάφρυνση 500 έως 700 ευρώ τον χρόνο.
Αλλαγές έρχονται και στους συντελεστές. Το κλιμάκιο εισοδήματος από 10.000 έως 16.000 ευρώ, που σήμερα φορολογείται με 22%, θα πέσει στο 18%. Για έναν μισθωτό με εισόδημα 12.000 ευρώ, αυτό σημαίνει μείωση φόρου περίπου 400 ευρώ τον χρόνο. Στα υψηλότερα εισοδήματα, από 40.000 έως 50.000 ευρώ, ο συντελεστής πέφτει κάτω από το σημερινό 44% στο 42%, σε μια προσπάθεια να στηριχθεί η μεσαία και ανώτερη τάξη που σηκώνει το μεγαλύτερο βάρος του φόρου εισοδήματος. Ενας εργαζόμενος με εισόδημα 45.000 ευρώ θα δει τον φόρο του να μειώνεται κατά 800 έως 1.000 ευρώ, δημιουργώντας και σε αυτά τα εισοδήματα αίσθηση δικαιοσύνης.
Μειωμένη παρακράτηση από τον Ιανουάριο
Οι νέες φοροελαφρύνσεις θα ισχύσουν από το 2026. Το όφελος θα γίνει άμεσα αισθητό, καθώς μισθωτοί και συνταξιούχοι θα δουν μειωμένη παρακράτηση φόρου από τις αποδοχές του Ιανουαρίου, ενώ οι αυτοαπασχολούμενοι, οι αγρότες και οι ιδιοκτήτες ακινήτων θα έχουν ελάφρυνση μέσω των εκκαθαριστικών που θα λάβουν για τα εισοδήματα του 2025. Μάλιστα, για τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους το κέρδος θα είναι διπλό, αφού πέρα από τη μείωση των κρατήσεων το 2026, θα λάβουν και επιστροφές φόρου για το 2025, καθώς οι παρακρατήσεις που έγιναν φέτος υπολογίστηκαν με την παλιά κλίμακα που έχει υψηλότερους συντελεστές από αυτούς με τους οποίους θα γίνει η τελική εκκαθάριση.
Ιδιαίτερη σημασία έχουν οι αλλαγές στα τεκμήρια διαβίωσης. Η μείωσή τους κατά 30% σημαίνει ότι περισσότεροι από 1,2 εκατομμύρια φορολογούμενοι που κάθε χρόνο πιάνονται στην παγίδα της υπερφορολόγησης θα δουν πραγματική ελάφρυνση. Σήμερα, ένας συνταξιούχος με εισόδημα 9.000 ευρώ και ιδιόκτητο σπίτι μπορεί να φορολογείται για τεκμαρτό εισόδημα 12.000 και να πληρώνει φόρο σαν να έχει περισσότερα. Με το νέο καθεστώς, το τεκμήριο για την κατοικία μειώνεται, το τελικό εισόδημα υποχωρεί και ο φόρος μπορεί να πέσει ακόμη και στο μισό. Σε πολλές περιπτώσεις, ο τεκμαρτός φόρος θα μηδενιστεί, ειδικά για χαμηλόμισθους και χαμηλοσυνταξιούχους.
Το μέτρο αφορά και τα νοικοκυριά που διαθέτουν αυτοκίνητα, σκάφη ή πισίνες, όπου το τεκμήριο θα μειωθεί αντίστοιχα, με αποτέλεσμα σημαντική αποκλιμάκωση στο φορολογητέο εισόδημα. Στην πράξη, το νέο σύστημα θα φέρει τα τεκμαρτά πιο κοντά στα πραγματικά εισοδήματα, κλείνοντας μια αδικία δεκαετιών.
Ακίνητα
Στο μέτωπο των ακινήτων, η κυβέρνηση στοχεύει να δώσει κίνητρα για μακροχρόνιες μισθώσεις. Ο συντελεστής φορολόγησης 15% για τα πρώτα 12.000 ευρώ μειώνεται στο 5% ή 7% για τα πρώτα 5.000 ευρώ. Αυτό σημαίνει ότι ένας ιδιοκτήτης που νοικιάζει το σπίτι του 400 ευρώ τον μήνα, με ετήσιο εισόδημα 4.800 ευρώ, θα δει τον φόρο του να πέφτει από τα 720 ευρώ στα 240 ευρώ – όφελος 480 ευρώ ετησίως. Στόχος είναι να ανοίξουν χιλιάδες κλειστά διαμερίσματα και να επιστρέψουν στην αγορά με χαμηλότερα μισθώματα. Για τις βραχυχρόνιες μισθώσεις, το πλαίσιο παραμένει ίδιο, ώστε να ενισχυθεί το κίνητρο μεταφοράς κατοικιών στις μακροχρόνιες.
Η στεγαστική κρίση είναι το μεγαλύτερο αγκάθι για τη μεσαία τάξη. Το πρόγραμμα «Σπίτι μου ΙΙΙ» φέρνει χαμηλότοκα δάνεια με πιο ευέλικτους όρους για νέα ζευγάρια, ενώ η «κοινωνική αντιπαροχή» περνά σε τροχιά υλοποίησης. Ο πρώτος διεθνής διαγωνισμός θα φέρει χιλιάδες νέες κατοικίες με χαμηλό ενοίκιο στην αγορά, σε δέκα μεγάλα αστικά κέντρα. Σπίτια που θα μισθώνονται 30% φθηνότερα από τις σημερινές τιμές υπόσχονται να δημιουργήσουν πίεση συνολικά στην αγορά και να συγκρατήσουν τα ενοίκια.