Πολιτική

Δημοσκόπηση GPO: Μικρό καλάθι για τα «κόμματα» Τσίπρα και Σαμαρά, η ακρίβεια το μεγαλύτερο πρόβλημα – Πώς ψηφίζουν οι πολίτες με βάση το εισόδημά τους

Η νέα πανελλαδική δημοσκόπηση της GPO για τα «Παραπολιτικά 90,1 FM» καταγράφει μια κοινωνία κουρασμένη, οικονομικά πιεσμένη και πολιτικά δύσπιστη.

Έξι χρόνια μετά την άνοδο της ΝΔ στην εξουσία, οι πολίτες εμφανίζονται διχασμένοι ως προς την πορεία της χώρας, αλλά σχεδόν ενωμένοι στην πεποίθηση ότι η οικονομική τους κατάσταση καθορίζει περισσότερο από ποτέ τη στάση τους απέναντι στα κόμματα και την κυβέρνηση.

Παρά τη δυσφορία προς το υφιστάμενο πολιτικό σύστημα, ωστόσο, οι πολίτες δεν δείχνουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για νέα κόμματα. Χαρακτηριστικά, σε περίπτωση που ο Αντώνης Σαμαράς ίδρυε δικό του πολιτικό φορέα, μόλις το 2,8% δηλώνει ότι θα τον ψήφιζε, ενώ το 76% το αποκλείει. Αντίστοιχα, ένα υποθετικό νέο κόμμα του Αλέξη Τσίπρα συγκεντρώνει 9,1% θετική πρόθεση και 66,3% αρνητική.

Η δημοσκόπηση δείχνει επίσης καθαρή προτίμηση προς τις κυβερνήσεις συνεργασίας: το 71,6% των πολιτών δηλώνει ότι θα επιθυμούσε έναν συνασπισμό δύο ή περισσοτέρων κομμάτων, ενώ το 26,4% θέλει να συνεχίσει η ΝΔ μόνη της. Ακόμη και μεταξύ των ψηφοφόρων της, η υποστήριξη προς μια ενδεχόμενη μετεκλογική συνεργασία είναι αξιοσημείωτη.

Παράλληλα, σχεδόν οι μισοί ερωτηθέντες (49,8%) θεωρούν πιθανό να χρειαστούν επαναλαμβανόμενες εκλογές για τον σχηματισμό σταθερής κυβέρνησης, γεγονός που αποτυπώνει τη ρευστότητα του πολιτικού σκηνικού και την αβεβαιότητα που επικρατεί στη βάση των ψηφοφόρων.

Η GPO καταγράφει ότι το κυβερνών κόμμα διατηρεί ένα σταθερό, αν και περιορισμένο, πλεονέκτημα εμπιστοσύνης στα υψηλά εισοδήματα. Περίπου το 31,4% των πολιτών με υψηλά εισοδήματα αξιολογεί θετικά το κυβερνητικό έργο, ενώ το ποσοστό πέφτει δραματικά στα χαμηλότερα στρώματα. Η ίδια τάση παρατηρείται και ως προς την προσωπική αξιολόγηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, ο οποίος συγκεντρώνει υψηλότερα ποσοστά αποδοχής στους οικονομικά ισχυρότερους.

Η μεσαία τάξη, από την άλλη, παραμένει επιφυλακτική. Το μήνυμα που στέλνει μέσα από τη δημοσκόπηση είναι ξεκάθαρο: τα εισοδήματα πιέζονται και οι πολίτες ζητούν απτά αποτελέσματα.

Είναι άλλωστε ενδεικτικό πως η αντιμετώπιση της ακρίβειας αναδεικνύεται μακράν ως το κυρίαρχο κριτήριο ψήφου στις επόμενες εκλογές, συγκεντρώνοντας 61,8%. Ακολουθεί η αναβάθμιση της δημόσιας Υγείας (45,5%) και η καταπολέμηση της διαφθοράς (42,6%). Οι απαντήσεις δείχνουν πως οι οικονομικές πιέσεις έχουν μετατραπεί σε κύριο άξονα πολιτικής επιλογής, με τα χαμηλά εισοδήματα να εστιάζουν στο κόστος ζωής και τα υψηλά να δίνουν έμφαση στη φορολογία και στις επενδύσεις.

Παρά τις εξαγγελίες του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ για δέσμη ευνοϊκών μέτρων που θα ενισχύσουν τη μεσαία τάξη, οι πολίτες δεν δείχνουν αισιόδοξοι. Το 57,1% θεωρεί ότι η κατάσταση στη χώρα έχει επιδεινωθεί τα τελευταία έξι χρόνια, ενώ μόλις το 25,2% πιστεύει ότι έχει βελτιωθεί. Η πλειονότητα δηλώνει ότι βλέπει «καμία ή ελάχιστη πρόοδο» στην καθημερινότητα και ότι η ανισότητα αυξάνεται.

Ένα ακόμη σημαντικό εύρημα αφορά στην αντίληψη για τη διαφθορά: το 67,4% εκτιμά ότι έχει αυξηθεί, το 23,2% θεωρεί ότι παραμένει στα ίδια επίπεδα και μόλις το 9,4% βλέπει βελτίωση. Η εικόνα αυτή διαπερνά οριζόντια όλα τα εισοδηματικά στρώματα, με τα χαμηλά εισοδήματα να καταγράφουν το υψηλότερο ποσοστό απογοήτευσης (74,8%).

Η δυσπιστία δεν περιορίζεται μόνο στους θεσμούς, αλλά επεκτείνεται και στα κόμματα. Πάνω από το 70% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι η επιλογή της παράταξης που θα ψηφίσει στις επόμενες εκλογές δεν θα βασιστεί σε ιδεολογική ταυτότητα, αλλά σε συγκεκριμένα οικονομικά κριτήρια και στη διαχείριση της καθημερινότητας.

Διαβάστε ακόμη

Περισσότερα στην κατηγορία: Πολιτική