Η επίτευξη μιας συμφωνίας μεταξύ της Ελλάδας και των πιστωτών εμφανίζεται ως η πιθανότερη έκβαση στο πιο πρόσφατο επεισόδιο του οικονομικού δράματος, αναφέρει άρθρο που δημοσιεύεται στο τελευταίο τεύχος του Economist.
Μετά την εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ τον Ιανουάριο, οι πιστωτές της χώρας και η νέα ελληνική κυβέρνηση έχουν ανταλλάξει απειλές, επισημαίνει το άρθρο που δημοσιοποιήθηκε σήμερα στην ηλεκτρονική έκδοση του περιοδικού. Κάποιου είδους λύση πρέπει να βρεθεί τον Ιούνιο και μάλιστα στις αρχές, παρά στο τέλος του μήνα.
Καθώς όμως ο χρόνος περνά και τα χρήματα εξαντλούνται, η περισυλλογή που επιδεικνύουν και οι δύο πλευρές φαίνεται πιθανό να οδηγήσει σε μια συμφωνία.
Αν και οι ευρύτεροι κίνδυνοι από ένα ενδεχόμενο Grexit φαίνονται λιγότερο σοβαροί σε σχέση με το 2012, όταν υπήρχαν ανάλογοι φόβοι, ο αντίκτυπος ενός τέτοιου τραυματικού γεγονότος είναι ανυπολόγιστος. Ακόμα και εάν μπορούν να επουλωθούν τα βραχυπρόθεσμα τραύματα (μέσω της αναισθητικής επίδρασης των αγορών κρατικών ομολόγων από την ΕΚΤ μέσω του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης), κάτι τέτοιο θα αποδυνάμωνε τη νομισματική ένωση μακροπρόθεσμα, επισημαίνει ο Economist, καθώς εφεξής, η ευρωζώνη θα θεωρούνταν ένα ακόμα ένα μεταβατικό σύστημα σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών.
Καθώς και οι δύο πλευρές έχουν να χάσουν πολλά και να κερδίσουν λίγα από μια ρήξη, μια συμφωνία συνεχίζει να εμφανίζεται ως η πιθανότερη έκβαση παρά τις έντονες διαπραγματεύσεις. Μια συμφωνία δεν θα αποδεσμεύσει άμεσα νέα κεφάλαια, καθώς οι εκταμιεύσεις απαιτούν την έγκριση των κοινοβουλίων πιστωτριών χωρών όπως η Γερμανία. Θα μπορούσε, ωστόσο, να δώσει τη δυνατότητα στην ΕΚΤ να βοηθήσει να ξεπεραστεί η άμεση κρίση ρευστότητας αυξάνοντας προσωρινά το ποσό των βραχυπρόθεσμων τίτλων χρέους που μπορεί να εκδώσει η ελληνική κυβέρνηση. Αυτό, πάντως, απλά θα ανοίξει το δρόμο για το επόμενο επεισόδιο του δράματος: την διαπραγμάτευση μια εντελώς νέας συμφωνίας στήριξης, καταλήγει το περιοδικό.