SelectedΠολιτική

Ελληνοτουρκικός διάλογος και μουσουλμανική μειονότητα -Το χρονικό μιας ιστορίας με παρελθόν, που επανέρχεται διαρκώς

Η Αθήνα παρακολουθεί προσεκτικά τις επαναλαμβανόμενες δηλώσεις του Τούρκου ΥΠΕΞ Χακάν Φιντάν για ολιστική προσέγγιση στα ελληνοτουρκικά και περί ύπαρξης «τουρκικής μειονότητας», χωρίς όμως να πιστεύει ότι αυτές μπορούν αλλάξουν την ατζέντα του διαλόγου.

Όπως επισημαίνουν διπλωματικές πηγές η διαφαινόμενη πρόθεση της Τουρκίας να πιέσει προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση τον ελληνοτουρκικό διάλογο δεν φοβίζει την Αθήνα, καθώς αποδίδει τις δηλώσεις αυτές σε εσωτερικές πιέσεις που δέχεται η τουρκική διπλωματία . Στον αντίποδα το ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών δεν δείχνει να ανησυχεί για το κλίμα δυσαρέσκειας που καλλιεργείται και στη χώρα για την πορεία των διαβουλεύσεων , ειδικότερα μετά την συνέντευξη Σαμαρά στην εφημερίδα «ΤΟ ΒΗΜΑ».

Όπως επισημαίνουν, η ελληνική πλευρά συνομιλεί με την Τουρκία με αυτοπεποίθηση και χωρίς φοβικά σύνδρομα, καθώς η γεωπολιτική συγκυρία και η προσήλωση στις κόκκινες γραμμές που επιβάλει η εθνική θέση για μια και μόνη διμερή νομική διαφορά δημιουργούν ένα θετικό μείγμα πολιτικής που υπό προϋποθέσεις φέρνει την ελληνική διπλωματία σε θέση ισχύος, δηλώνοντας παράλληλα ότι παραμένει ακλόνητη σε ζητήματα κυριαρχίας.

Οι δηλώσεις Φιντάν για «τουρκική μειονότητα»
Υπενθυμίζεται πως ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας, Χακάν Φιντάν, παρουσιάζοντας τον προϋπολογισμό του υπουργείου του για το έτος 2025 στην αρμόδια επιτροπή της τουρκικής Εθνοσυνέλευσης, αναφέρθηκε για –ακόμη μια φορά– στην ύπαρξη «τουρκικής μειονότητας της Δυτικής Θράκης» και έκανε λόγο για «ομογενείς» στα Δωδεκάνησα, επισημαίνοντας ότι η επίλυση των προβλημάτων τους είναι μεταξύ των θεμάτων που θέτει η Άγκυρα ως προτεραιότητα στις σχέσεις της με την Αθήνα.

Ο Τούρκος ομόλογος του Γ. Γεραπετρίτη, Χακάν Φιντάν, επανήλθε το Σαββατοκύριακο και σε μια εφ’ όλης της ύλης ενημέρωση που παραχώρησε προς τους εκπροσώπους των ΜΜΕ επανέλαβε με σαφήνεια πως η Αγκυρα προτιμά «να αντιμετωπίζει όλα τα προβλήματα ως πακέτο» κι αν είναι δυνατόν «μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας», ενώ υποστήριξε για ακόμη μια φορά τα περί ύπαρξης «τουρκικής μειονότητας».

Η ελληνική απάντηση για «μουσουλμανική μειονότητα»
Από τη πρώτη στιγμή άμεση ήταν η αντίδραση της Αθήνας, η οποία μέσω διπλωματικών πηγών ανέφερε πως «η Συνθήκη της Λωζάνης είναι σαφής και δεν επιδέχεται παρερμηνείας: Αναφέρεται σε μουσουλμανική μειονότητα. Η πάγια αναφορά εκ μέρους της Τουρκίας σε ανύπαρκτη εθνική μειονότητα αντίκειται στην οφειλόμενη πιστή εφαρμογή του διεθνούς δικαίου. Η Ελλάδα θα συνεχίσει την πολιτική ισότητας και ισοπολιτείας για όλους τους Έλληνες πολίτες».

Ακόμη πρόσθεσαν πως «η ατζέντα ήταν ίδια όπως ακριβώς και στις προηγούμενες συναντήσεις. Διμερή, διεθνή και περιφερειακά θέματα, ιδιαιτέρως δε στη συγκεκριμένη συνάντηση και το Κυπριακό. Ετέθησαν από την ελληνική πλευρά τα ζητήματα που έχουν να κάνουν με τις έρευνες που διεξάγονται για την ηλεκτρική διασύνδεση. Κανένα θέμα κυριαρχίας δεν συζητήθηκε. Επίσης, δεν υπήρξε συμφωνία για το πλαίσιο συζήτησης για την οριοθέτηση ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας.

Η Αθήνα μπορεί να παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις και παρότι εξέφρασε την ενόχλησή της μέσω διπλωματικών κύκλων για τις δηλώσεις Φιντάν, εντούτοις δεν έχει αλλάξει η προσήλωσή της στην επίτευξη των απαραίτητων προϋποθέσεων για την εκκίνηση ενός ουσιαστικού διαλόγου στα ελληνοτουρκικά που θα αφορά την πάγια θέση μας για μία και μόνο νομική διαφορά (υφαλοκρηπίδα-ΑΟΖ) διατηρώντας παράλληλα το θετικό κλίμα των «ήσυχων νερών». Ας σημειωθεί πως καλά πληροφορημένες πηγές τονίζουν πως η αποδοχή της Τουρκίας να παραμένει στο τραπέζι των διαβουλεύσεων αυτούσια η πάγια θέση μας , μπορεί να σηματοδοτήσει και θετικές εξελίξεις στον ελληνοτουρκικό διάλογο.

Ποιος ο ρόλος της μουσουλμανικής μειονότητας στον ελληνοτουρικό διάλογο και πώς έχει επηρεάσει τις σχέσεις των δύο χωρών
Παρότι η πάγια θέση της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής είναι πως τα μειονοτικά θέματα αποτελούν εσωτερικό πολιτικό ζήτημα και δεν διέπονται από καμία αρχή αμοιβαιότητας μεταξύ των δυο χωρών, δεν είναι λίγες οι φορές που επιμέρους θέματα της μειονότητας έχουν τεθεί στο τραπέζι των συζητήσεων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η προτροπή του Τούρκου προέδρου τον Φεβρουάριο του 2019, κατά την επίσκεψη του τότε πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα στην Αγκυρα, να κάνει δεκτό το αίτημα της μειονότητας για εκλογή των μουφτήδων της (θρησκευτικοί ηγέτες) από τη βάση, με αντάλλαγμα την επαναλειτουργία της θεολογικής σχολής στη Χάλκη. Ας μην ξεχνάμε ακόμη πως και η ελληνική πλευρά συχνά υπενθυμίζει στις διμερείς συζητήσεις ότι η ελληνική μειονότητα στην Κωνσταντινούπολη δεν έχαιρε ανάλογης καλής συμπεριφοράς από το τουρκικό κράτος όπως η μουσουλμανική μειονότητα στη Θράκη.

Χαρακτηριστική περίπτωση επίσης και η απάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη στην αναφορά του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν σε «τουρκική μειονότητα» στη Θράκη, κατά τις κοινές δηλώσεις τους μετά τη συνάντησή τους στο Μέγαρο Μαξίμου το Δεκέμβριο του 2023, που ανέδειξε εκτός των άλλων για ακόμη μια φορά την ανάγκη διατήρησης του κλίματος ειρήνης και αρμονικής συνύπαρξης της μουσουλμανικής μειονότητας στη Θράκη με τη χριστιανική πλειονότητα.

Τρία τα ζητήματα της μειονότητας στη Θράκη
Χονδρικά τα κρίσιμα ζητήματα της μειονότητας παραμένουν και σήμερα τρία: η περιουσία των μουσουλμανικών θεολογικών ιδρυμάτων, τα λεγόμενα βακούφια, τα εκπαιδευτικά ζητήματα της μειονότητας και δη τα δίγλωσσα νηπιαγωγεία και φυσικά η εκλογή των μουφτήδων από τη βάση. Στα πρώτα δυο ζητήματα έχει υπάρξει πρόοδος, κυρίως χάρη σ’ αυτή τη σιωπηρή αμοιβαιότητα που διέπει τις σχέσεις των δυο μειονοτήτων, της μουσουλμανικής στη Θράκη και της ελληνορθόδοξης στην Κωνσταντινούπολη. Σε ό,τι αφορά τους μουφτήδες, τα πράγματα περιπλέκονται, καθώς οι μουφτήδες είναι πρόσωπα με ιδιαίτερη πολιτική δύναμη αφού κατέχουν δικαστική εξουσία, εφαρμόζοντας τη σαρία, που είναι ο ισλαμικός θρησκευτικός κώδικας. Εδώ και δεκαετίες η ελληνική πολιτεία ανέχεται αυτή τη νομική ασυμμετρία η οποία επιτρέπει εντός της μειονότητας η σαρία να αντικαθιστά το οικογενειακό δίκαιο.

Αξίζει όμως να σημειωθεί πως το 2017 η ελληνική πολιτεία προχώρησε ένα βήμα προς τη θετική κατεύθυνση, καταργώντας την υποχρεωτικότητα προσφυγής στη σαρία, χωρίς όμως να την καταργήσει εντελώς. Μνεία στην αναγκαιότητα ρύθμισης του ζητήματος εκλογής των μουφτήδων γίνεται και στο περιβόητο πόρισμα της διακομματικής επιτροπής της Βουλής για τη Θράκη. Υπενθυμίζεται πως μέχρι σήμερα το ελληνικό κράτος διορίζει τους μουφτήδες στη Θράκη, ενώ παράλληλα η μειονότητα εκλέγει τους δικούς της μουφτήδες (ψευτομουφτήδες) οι οποίοι δεν νομιμοποιούνται από το ελληνικό κράτος παρότι κατ’ ουσίαν απολαμβάνουν περισσότερα προνόμια και εξουσίες εντός της μειονότητας.

Ο θετικός ρόλος του πατρός Μητσοτάκη και του Γιώργου Παπανδρέου στη σύγκλιση των δύο κοινοτήτων και την εξάλειψη των διακρίσεων
Η πολιτική παρακαταθήκη της οικογένειας Μητσοτάκη, η οποία υπήρξε πράγματι πρωτοπόρα σε πολιτικές υπέρ της μειονότητας και εξάλειψης των αδικιών εις βάρος της, είχε μόνο μια αρνητική στιγμή όταν οι σχέσεις της μειονότητας με την οικογένεια διαταράχθηκαν εξαιτίας της καταγγελίας της ελληνικής κυβέρνησης για παρέμβαση του Τουρκικού Προξενείου της Κομοτηνής ανάμεσα στις δυο εκλογικές αναμετρήσεις του 2023. Υπενθυμίζεται πως τότε είχε σπεύσει στη Ροδόπη και η Ντόρα Μπακογιάννη, επιχειρώντας να διορθώσει τα πράγματα, χωρίς όμως μεγάλη επιτυχία.

Οι σχέσεις της μουσουλμανικής μειονότητας με την ελληνική πολιτεία και η εξάλειψη των διακρίσεων εναντίον της είναι μια παλιά ιστορία. Μέχρι το 1990 και τα επεισόδια της Κομοτηνής που θα περιγραφούν παρακάτω , το δόγμα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής συνοψιζόταν στον περιβόητο «από Βορράν Κίνδυνο» που αποτέλεσε το κρατικό πρόσχημα για την επιβολή πολιτικών διακρίσεων στη μειονότητα, που καθιέρωσε τα γνωστά αντιδραστικά μέτρα με τις μπάρες και τα στρατιωτικά φυλάκια που διαχώριζαν τα μουσουλμανικά χωριά από τα χριστιανικά και οδήγησε και σε ακόμη πιο παρανοϊκά μέτρα που δεν καθιστούσαν απλώς τους μουσουλμάνους πολίτες δεύτερης κατηγορίας, αλλά τους στερούσαν τη δυνατότητα για απλές καθημερινές λειτουργίες, όπως να εκδώσουν άδειες επισκευής των σπιτιών τους, να βγάλουν κυνηγετική άδεια, ακόμη και άδεια ποδηλάτου!

Αυτό το διχαστικό κλίμα συσσωρεύτηκε και σχεδόν αναπόφευκτα οδηγηθήκαμε στα γεγονότα του Ιανουαρίου του 1990, όταν το Πλημμελειοδικείο Κομοτηνής καταδίκασε τον μειονοτικό βουλευτή Σαδίκ σε φυλάκιση 18 μηνών χωρίς αναστολή, επειδή σε προεκλογική προκήρυξή του αποκαλούσε τη μειονότητα «τουρκική». Την επομένη, όπως μας υπενθυμίζει με το αρχείο του ο δημοσιογράφος ερευνητής Δημήτρης Ψαρράς, δύο μεσόκοποι ασθενείς που νοσηλεύονταν στο νοσοκομείο της πόλης, ένας χριστιανός κι ένας μουσουλμάνος, λογομάχησαν, ήρθαν στα χέρια κι ο μουσουλμάνος χτύπησε τον χριστιανό στο κεφάλι, με αποτέλεσμα τον θανάσιμο τραυματισμό του. Ο δράστης συνελήφθη και, αργότερα, βρέθηκε νεκρός στο κελί του. Η επίσημη εκδοχή έκανε λόγο για αυτοκτονία.

Το επεισόδιο αυτό προκάλεσε ένα άνευ προηγουμένου πογκρόμ εναντίον των μουσουλμάνων. Οι μειονοτικές συνοικίες της Κομοτηνής γνώρισαν ώρες τρόμου. Εκατοντάδες αγανακτισμένοι εθνικόφρονες λεηλάτησαν, στις 29 Ιανουαρίου, και κατέστρεψαν συστηματικά όλα ανεξαιρέτως τα μουσουλμανικά (αλλά και δυο αρμένικα) μαγαζιά της πόλης, κάτω από το απαθές βλέμμα των παριστάμενων ισχυρών αστυνομικών δυνάμεων. Το πογκρόμ αυτό ταρακούνησε τις πολιτικές ηγεσίες της εποχής και προκάλεσε τη σύσκεψη των τότε πολιτικών αρχηγών, στις 31 Ιανουαρίου (Μητσοτάκης, Παπανδρέου, Κύρκος, Φλωράκης) με πρωτοβουλία του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και την σύμφωνη γνώμη των υπολοίπων , όπου και αποφάσισαν να ελαφρύνουν τα αίτια της όξυνσης – τις οργανωμένες διοικητικές διακρίσεις σε βάρος της μειονότητας. Μάλιστα η απόφαση αυτή είναι το πρώτο επίσημο κείμενο που αναγνωρίζει, έστω και με την κομψή έκφραση «διοικητικές ενοχλήσεις», την ύπαρξη διακρίσεων σε βάρος της μειονότητας και αποτέλεσε την αρχή για τη σταδιακή κατάργησή τους που επετεύχθη τις επόμενες δεκαετίες.

Η πολιτική των θετικών διακρίσεων του Γ. Παπανδρέου
Αξίζει ακόμη να σημειωθεί πως πολύτιμη υπήρξε και η συμβολή του Γιώργου Παπανδρέου ως υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων στην κυβέρνηση Σημίτη για την εξάλειψη των διακρίσεων και την ομαλή ένταξη των μειονοτικών μέσα απο μια σειρά μέτρων θετικών διακρίσεων όπως ο νόμος 2341/1995 που προέβλεψε τη δυνατότητα «να ορίζεται χωριστό ποσοστό θέσεων για την εισαγωγή σε ΑΕΙ και ΤΕΙ αποφοίτων λυκείων που προέρχονται από τη μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης». Εν συνεχεία, με υπουργική απόφαση του υπουργού Παιδείας, το ποσοστό εισαγωγής των υποψηφίων φοιτητών από τη μειονότητα καθορίσθηκε σε 0,5% επιπλέον του αριθμού των εισακτέων κάθε σχολής ή τμήματος.Το μέτρο «της ποσόστωσης», όπως είναι ευρύτερα γνωστό, υιοθετεί μια λογική «θετικής διάκρισης» επιχειρώντας να αμβλύνει τον εκπαιδευτικό αποκλεισμό που οφείλεται και στην ελλιπή γνώση της ελληνικής γλώσσας.Μάλιστα η λειτουργία υτού του μέτρου υπήρξε καταλυτική , ο ρυθμός εισαγωγής των μουσουλμανοπαίδων σε σχολές της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης έχει πενταπλασιασθεί, διευκολύνοντας έτσι περαιτέρω την ομαλή ένταξη τους

Μειονότητα και Γκιουλέν
Δυστυχώς για την μειονότητα η σφοδρή διαμάχη μεταξύ του καθεστώτος Ερντογάν και του μέχρι πρότινος νούμερο ένα εχθρού του, του ιμάμη Φεντουλάχ Γκιουλέν που πρόσφατα έφυγε από την ζωή, μεταφέρθηκε τα προηγούμενα χρόνια και εντός της μειονότητας επηρεάζοντας και τα ελληνοτουρκικά.

Το βράδυ του πραξικοπήματος, όταν οι οκτώ Τούρκοι αξιωματικοί που φέρεται ότι μετείχαν στην απόπειρα στις 15 Ιουλίου 2016 έφτασαν στο αεροδρόμιο της Αλεξανδρούπολης με ελικόπτερο UH-60 Black Hawk, όλα προμήνυαν πως στο μέλλον θα ήταν πολύ δύσκολο για την περιοχή της Θράκης να μείνει έξω από τη διαμάχη που είχε ξεκινήσει ανάμεσα στους πάλαι ποτέ συμμάχους. Και παρότι η άφιξη των οκτώ Τούρκων αξιωματικών, αιτούντων άσυλο, έστω και συμβολικά έβαζε στο επίκεντρο της υπόθεσης τη Θράκη, η γεωγραφία της περιοχής, που αποτελεί αναπόφευκτα σημείο-πέρασμα για τους Τούρκους πολιτικούς πρόσφυγες οι οποίοι εγκαταλείπουν τη γειτονική χώρα για να αποφύγουν τις συνέπειες του γενικευμένου πογκρόμ που εξαπέλυσε τότε η τουρκική κυβέρνηση, και η παρουσία οπαδών του Γκιουλέν στη μειονότητα (αυτό τουλάχιστον πιστεύει σθεναρά η Τουρκία) επέκτειναν και στη μειονότητα το κυνήγι μαγισσών κατά των οπαδών του πρώην ιμάμη, με την επίδραση της πολιτικής αυτής σύγκρουσης να επηρεάζει ανεξίτηλα τη μουσουλμανική μειονότητα στη Θράκη για χρόνια.

Φυσικά αυτή η πρακτική της Αγκυρας είχε αποτέλεσμα να διχάσει όσο ποτέ άλλοτε τη μειονότητα. Οπως παρατηρεί και ο έγκυρος τοπικός ενημερωτικός ιστότοπος «η Φωνή της Ροδόπης», σύμφωνα με επώνυμες καταγγελίες μειονοτικών, από το πραξικόπημα και για τα επόμενα τουλάχιστον τρία χρόνια, περίπου 200 Ελληνες μουσουλμάνοι της Θράκης είχαν στοχοποιηθεί από το καθεστώς Ερντογάν ως «γκιουλενιστές» και τους είχε επιβληθεί το μέτρο απαγόρευσης εισόδου στην Τουρκία.

Ανάμεσα στους ανθρώπους που στοχοποιήθηκαν από το καθεστώς Ερντογάν, όπως αναφέρει η τοπική ιστοσελίδα, είναι οι μειονοτικοί δημοσιογράφοι του περιοδικού «Azinlikca», ιμάμηδες από τη Θράκη αλλά και ο βουλευτής Ροδόπης Ιλχάν Αχμέτ, ο οποίος έπεσε θύμα συκοφαντικών δημοσιευμάτων στην Τουρκία, χαρακτηριζόμενος ως δήθεν «προστάτης της FETO». Μάλιστα, κατά την περασμένη προεκλογική περίοδο του 2023 ο Ιλχάν Αχμέτ είχε καταγγείλει ευθέως το τουρκικό προξενείο της Κομοτηνής για απόπειρα επηρεασμού του εκλογικού σώματος της μειονότητας εναντίον του.

Ο παραλογισμός και το κυνήγι μαγισσών έφτασαν όμως σε τέτοιο σημείο που δεν θα πρέπει να λησμονηθεί και το τραγελαφικό επεισόδιο με την απόλυση εργαζομένων στον Δήμο Ιάσμου και την ανάκληση όλων των αντιδημάρχων του ίδιου δήμου από τον τότε δήμαρχο, Μουμίν Οντέρ, υποστηρίζοντας πως πρόκειται για… «γκιουλενιστές» ή μέλη της «εγκληματικής οργάνωσης ΕΥΡ-ΑΚΗ, αποκύημα της ταραχώδους εποχής στην οποία εισήλθε η μειονότητα εξαιτίας της πολιτικής κόντρας Γκιουλέν-Ερντογάν, που οδήγησε φυσικά στην παραίτηση του δημάρχου.

You may also like

More in Selected