Παραδίδοντας την περασμένη Πέμπτη τα κλειδιά του γραφείου του στον πρόεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου Ιωάννη Σαρμά, ο οποίος λίγο πριν είχε ορκιστεί υπηρεσιακός πρωθυπουργός, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έγινε ο πρώτος πρωθυπουργός στην ιστορία της χώρας που εγκατέλειψε το Μέγαρο Μαξίμου χαμογελαστός και με ζωγραφισμένη στο πρόσωπό του τη βεβαιότητα ότι σε έναν μήνα ακριβώς θα επιστρέψει για να ξεκινήσει τη δεύτερη θητεία του στο πρωθυπουργικό αξίωμα.
Είχαν προηγηθεί οι λελογισμένοι και περιορισμένης διάρκειας πανηγυρισμοί που κατεγράφησαν στο νεοδημοκρατικό στρατόπεδο παρά το πέραν πάσης προσδοκίας θετικό εκλογικό αποτέλεσμα που έβγαλαν οι κάλπες.
Από την πρώτη στιγμή, άλλωστε, την έκδηλη ικανοποίηση για την τεράστια απήχηση που συνάντησαν στο εκλογικό σώμα οι θέσεις του κ. Μητσοτάκη και την επιβράβευση που εξέφρασαν οι πολίτες στο πρόσωπό του διαδέχθηκαν η περίσκεψη για τους κινδύνους από μια ενδεχόμενη χαλάρωση του εκλογικού μηχανισμού της Νέας Δημοκρατίας και η συναίσθηση ότι δεν έχει επιτευχθεί ακόμη ο τελικός στόχος, που είναι μια ασφαλής και βιώσιμη κυβερνητική αυτοδυναμία.
Γι’ αυτό και «γαλάζιοι» επιτελείς διατυμπανίζουν με κάθε ευκαιρία και σε όλους τους τόνους ότι «δεν υπάρχει δεύτερος γύρος εκλογών». Οπως με έμφαση επισημαίνουν, «στις 25 Ιουνίου όλα ξεκινούν από την αρχή και το σύνολο των πολιτικών δυνάμεων, ανεξαρτήτως αν συμμετείχαν ή όχι στις τελευταίες κάλπες και αν πέτυχαν ή όχι τους στόχους, μπαίνουν στην εκλογική κούρσα από την ίδια αφετηρία».
Εξηγούν ότι μπορεί, συγκριτικά με την απλή αναλογική που ψήφισε ο ΣΥΡΙΖΑ και ίσχυσε για πρώτη και τελευταία φορά την περασμένη Κυριακή, το νέο εκλογικό σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής, με το οποίο θα γίνει η κατανομή των εδρών στην επερχόμενη εκλογική αναμέτρηση, να διευκολύνει την επίτευξη της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, πλην όμως για να προκύψει άνετη αυτοδυναμία υπάρχουν όροι και προϋποθέσεις που πρέπει να εκπληρωθούν. Επισημαίνουν, για παράδειγμα, ότι με βάση τους αριθμητικούς συσχετισμούς της πρώτης κάλπης η Νέα Δημοκρατία, που με την απλή αναλογική εξέλεξε 146 βουλευτές, θα μπορούσε, κατ’ εφαρμογήν του νέου εκλογικού συστήματος, να εκλέξει 171 με 172 έδρες. Με τη διαφορά όμως ότι αυτό σχετίζεται με το γεγονός ότι στη σύνθεση της Βουλής, η οποία συνέρχεται σε πρώτη συνεδρίαση σήμερα Κυριακή και θα διαλυθεί αύριο για να προκηρυχθούν νέες εκλογές, εκπροσωπούνται μόνο πέντε κόμματα.
Την ίδια ώρα, οι σχηματισμοί που δεν κατάφεραν να περάσουν το κατώφλι του 3% για να εκλέξουν βουλευτές συγκέντρωσαν αθροιστικά το 16,01% του εκλογικού σώματος, ένα ποσοστό που είναι εντυπωσιακά υψηλό και αποτελεί το δεύτερο υψηλότερο των τελευταίων δεκαετιών μετά το 19,02% του Μαΐου του 2012, όταν υπό το βάρος της μνημονιακής επέλασης κατέρρευσε το παλαιό πολιτικό σύστημα. Για να υπάρχει ένα μέτρο σύγκρισης, αρκεί να επισημανθεί ότι στις περισσότερες εκλογικές αναμετρήσεις το συγκεκριμένο αθροιστικό ποσοστό είναι μονοψήφιο, όπως συνέβη και το 2019 που ήταν 8,01%.
Αυτοδυναμία
Το ποσοστό που συγκεντρώνουν τα κόμματα που μένουν εκτός Βουλής είναι ένα από τα καθοριστικά μεγέθη για το εύρος της αυτοδυναμίας που θα έχει το κόμμα που θα κόψει πρώτο το νήμα της κάλπης. Οσο μεγαλύτερο είναι αυτό το μέγεθος τόσο υψηλότερο είναι το ποσοστό που πρέπει να λάβει το πρώτο κόμμα, είτε απέχει μία ψήφο από το δεύτερο είτε έχει επιτύχει «double score», όπως συνέβη την περασμένη Κυριακή με το ιστορικό προβάδισμα των 20,72 εκατοστιαίων μονάδων που απέσπασε η Ν.Δ. από τον ΣΥΡΙΖΑ.