Παρατηρήσεις για την βελτίωση του νομοσχεδίου «Διαδικασία άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών, κυβερνοασφάλεια και προστασία προσωπικών δεδομένων πολιτών» κατέθεσαν οι αρμόδιοι φορείς με τοποθετήσεις τους στην επιτροπή Δημόσιας Τάξης, Δημόσιας Διοίκησης και Δικαιοσύνης όπου γίνεται η επεξεργασία των προωθούμενων ρυθμίσεων.
Παράλληλα, ο αντεισαγγελέας εφετών και μέλος της ΔΣ της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος Νικόλαος Φιτόπουλος επισήμανε πως εάν συντρέχουν οι προϋποθέσεις κανένα πρόσωπο δεν μπορεί να εξαιρεθεί από τις παρακολουθήσεις λόγω της θεσμικής του ιδιότητας.
Ειδικότερα, απαντώντας σε ερώτηση του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Χρήστου Σπίρτζη για το αν η ΕΥΠ μπορεί να παρακολουθεί για λόγους εθνικής ασφάλειας τον εκάστοτε Πρόεδρο της Δημοκρατίας ή τον αρχηγό των Ενόπλων Δυνάμεων είπε πως «εάν και εφόσον συντρέχουν οι αυστηρές προϋποθέσεις που προβλέπονται στο σχετικό άρθρο (σ.σ. παρακολουθήσεις για λόγους εθνικής ασφάλειας) η απάντησή μου είναι ότι δεν υπάρχει κάποια διάκριση για οποιοδήποτε πρόσωπο». Αναφορικά με τους υπόλοιπους φορείς οι παρατηρήσεις τους εστίασαν στην τριετία για την ενημέρωση του παρακολουθούμενου και στην σύνθεση του οργάνου που θα αποφασίζει για την άρση του απορρήτου.
Ο κ. Κωνσταντίνος Μενουδάκος, πρόεδρος της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα υποστήριξε πως «Ο νομοθέτης δεν έχει δικαίωμα να περιορίσει τον όρο εθνική ασφάλεια. Κρίνεται κατά περίπτωση. Η επεξεργασία προσωπικών δεδομένων για λόγους εθνικής ασφάλειας εξαιρείται από τον γενικό κανονισμό. Εδώ φαίνεται να στερούν δικαιώματα πέραν από τα επιτρεπόμενα» ενώ παράλληλα ζήτησε την εισαγωγή ορίων στην χρήση συστημάτων καταγραφής από τις κρατικές αρχές. Ο πρόεδρος της Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων Δημήτρης Βερβεσός χαρακτήρισε το σχέδιο νόμου «φληνάφημα» ενώ απαντώντας στις αντιδράσεις της πλειοψηφίας είπε πως «Αναφέρθηκα στον αόριστο χαρακτήρα του νομοσχεδίου. Είμαστε κάθετα αντίθετοι στο νομοσχέδιο. Παραβιάζει βασικές διατάξεις του Συντάγματος και της ΕΣΔΑ».
Ο Πρόεδρος της Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών κ. Χρήστος Ράμμος σημείωσε πως «Εφόσον ο εισαγγελέας που εποπτεύει την ΕΥΠ στεγάζεται στην Αρχή (σ.σ. την ΕΥΠ), σιγά σιγά αποκτά τα χαρακτηριστικά της υπηρεσίας αυτής. Δεν είναι δυνατόν ένα πρόσωπο να αποφασίζει και να μην υπάρχει η διαβούλευση που εξασφαλίζει το δικαστικό συμβούλιο» και σε άλλο σημείο ζήτησε περισσότερες εγγυήσεις που θα εξασφαλίσουν την επαρκή αιτιολόγηση των παραγγελιών παρακολούθησης. Τέλος για τις διατάξεις που αφορούν την ενημέρωση του παρακολουθούμενου είπε πως «”Είμαστε πλήρως αντίθετοι στη ρύθμιση που αφαιρεί την αρμοδιότητα ενημέρωσης του θιγέντος από την ΑΔΑΕ. Η νομολογία προβλέπει ότι η ενημέρωση μετά το τέλος άρσης απορρήτου και υπό την προϋπόθεση ότι δεν διακυβεύεται ο σκοπός της παρακολούθησης είναι βασική προϋπόθεση του κράτους δικαίου ώστε ο θίγεις να έχει το δικαίωμα σε δικαστική προστασία. Δεν υπάρχει καμία εξήγηση για ποιο λόγο αφαιρείται από την αρμόδια εκ του Συντάγματος αρχή και παρέχεται σε τριμελές όργανο στο οποίο συμμετέχει ο διοικητής της ΕΥΠ και ο εισαγγελέας που εξέδωσε την απόφαση. Και μόνο η συμμετοχή του εισαγγελέα καθιστά το όργανο μη ανεξάρτητο».