Επιστολή στον υπουργό Οικονομικών Γιάννη Βαρουφάκη για το θέμα του ΦΠΑ στα τουριστικά καταλύματα έστειλε σήμερα ο Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων, υπογραμμίζοντας τη σημαντικότητα της διατήρησης των συντελεστών ΦΠΑ των τουριστικών καταλυμάτων στο σημερινό επίπεδο.
Ο ΣΕΤΕ αναφέρει ότι αυτό δεν πρέπει να συγχέεται με τους μειωμένους συντελεστές κατά 30% σε ελληνικά νησιά, μέτρο που αφορά στο σύνολο των προϊόντων και υπηρεσιών που διατίθενται εκεί και όχι μόνο τη διαμονή, το οποίο ο ΣΕΤΕ επίσης θεωρεί μεγάλης σημασίας για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της νησιωτικής οικονομίας.
Επίσης, στην επιστολή που κοινοποιείται στον Γιώργο Σταθάκη, Υπουργό Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας & Τουρισμού και Έλενα Κουντουρά, Αναπληρώτρια Υπουργό Τουρισμού ο ΣΕΤΕ υπενθυμίζει τη μελέτη της Ernst & Young, σχετικά με τις οικονομικές επιπτώσεις που θα έχει ο ενδεχόμενος διπλασιασμός του ΦΠΑ, για τον οποίο έκανε λόγο η προηγούμενη κυβέρνηση. Η μελέτη εκτιμά ότι η συνολική αύξηση εσόδων ΦΠΑ θα ανέλθει έως τα 200 εκατ. Ευρώ το 2015 και σε βάθος πενταετίας, έως κατά μέγιστο, τα 70 εκατ. ευρώ κατ΄ έτος.
Ο ΣΕΤΕ ευελπιστεί ότι η σημερινή Κυβέρνηση, θα εστιάσει στην υλοποίηση της δέσμευσής της να πατάξει τη φοροδιαφυγή και να ενεργοποιήσει αποτελεσματικά όλους τους μηχανισμούς ελέγχου που διαθέτει και όχι να προχωρήσει σε ακόμη μία αύξηση του ΦΠΑ διαμονής και μάλιστα διπλασιασμό, το οποίο ως γνωστό αποτελούσε πρόταση του email του κ. Χαρδούβελη.
Για την αποτροπή αυτής της κατεύθυνσης ο ΣΕΤΕ τονίζει ότι Πρέπει να λειτουργήσουν συστηματικά όλοι οι κρατικοί έλεγχοι και ταυτόχρονα να υλοποιηθεί μια σειρά μηχανισμών οι οποίοι θα εμποδίζουν τους επιτήδειους να φοροδιαφεύγουν. Παραδείγματα τέτοιων μηχανισμών είναι η έκδοση ηλεκτρονικών τιμολογίων και αποδείξεων, η σύνδεση online των ταμειακών μηχανών και η απαγόρευση πληρωμών σε μετρητά πάνω από ένα συγκεκριμένο επίπεδο συναλλαγής.
Οποιαδήποτε μικρότερη αύξηση του ΦΠΑ θα επιφέρει ακόμα λιγότερα έσοδα στο κράτος. Οι απώλειες, όμως, του τουριστικού τομέα για τον πρώτο χρόνο εφαρμογής του μέτρου υπολογίζονται από 415 εκατ. ευρώ έως 680 εκατ. Ευρώ, ενώ μακροπρόθεσμα, η απώλεια φθάνει από 1 έως 1,7 δισ. ευρώ, επιφέροντας συνολική επίπτωση έως -1,4% του ΑΕΠ ή έως -3 δισ. ευρώ. Όσον αφορά στις θέσεις απασχόλησης, οι απώλειες που θα προκύψουν είναι εξαιρετικά σημαντικές και υπολογίζονται από 18.500 έως 30.000 για το πρώτο χρόνο