Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε σήμερα ένα νομοσχέδιο το οποίο προβλέπει τη θέσπιση ανωτάτου ορίου στις προμήθειες τις οποίες υποχρεούνται να καταβάλουν οι επιχειρήσεις λιανικής για τις πληρωμές μέσω χρεωστικών και πιστωτικών καρτών, μια πρωτοβουλία η οποία, σύμφωνα με τους υποστηρικτές της, θα μειώσει τα κόστη για τις επιχειρήσεις και δυνητικά τους καταναλωτές.
Το νομοσχέδιο εγκρίθηκε με 621 ψήφους υπέρ, 26 κατά και 29 αποχές· οι διατάξεις του αναμένεται να τεθούν σε ισχύ από τον Οκτώβριο.
Η πρωτοβουλία αυτή αναλήφθηκε έπειτα από μια συμφωνία στην οποία κατέληξαν οι κυβερνήσεις της ΕΕ υπέρ του προσδιορισμού ενός πλαφόν τον περασμένο Δεκέμβριο.
Το όριο θα ισχύει για τις διασυνοριακές και τις εγχώριες πληρωμές μέσω των καρτών. Οι υποστηρικτές του νομοσχεδίου διαβεβαιώνουν ότι θα μειώσει τα κόστη για τις επιχειρήσεις κατά 10 δισεκατομμύρια ευρώ το χρόνο. Οι προμήθειες και οι διάφορες χρεώσεις για τη χρήση καρτών τελούν μέχρι σήμερα υπό καθεστώς αδιαφάνειας, ενώ διαφέρουν από χώρα σε χώρα.
Οι επιχειρήσεις λιανικής πώλησης χρεώνονται για κάθε συναλλαγή με κάρτα (π.χ. για τη χρήση τερματικού, ή την εκκαθάριση των συναλλαγών), όμως τα κόστη μετακυλίονται στους χρήστες, καθώς ενσωματώνονται στις τιμές των αγαθών ή των υπηρεσιών που αποκτούν.
Ο Πάμπλο Θάλμπα, ο Ισπανός συντηρητικός ευρωβουλευτής ο οποίος εισηγήθηκε το συγκεκριμένο σχέδιο νόμου, υποστήριξε σε γραπτή ανακοίνωσή του ότι με αυτό διασφαλίζονται ισότιμοι όροι συμμετοχής σε ό,τι αφορά τις πληρωμές μέσω καρτών σε όλη την Ευρώπη.
Ο νόμος θα «αυξήσει τη διαφάνεια των προμηθειών και των αμοιβών, θα τονώσει τον ανταγωνισμό και θα επιτρέψει τόσο στους λιανοπωλητές, όσο και στους καταναλωτές, να επιλέγουν τα προγράμματα καρτών τα οποία τους προσφέρουν τους καλύτερους όρους», σημείωσε ο Θάλμπα μετά την ψήφιση του νόμου από το ΕΚ.
Οι προμήθειες και τα έξοδα που χρεώνουν τα πιστωτικά ιδρύματα στους πωλητές λιανικής για την εκτέλεση και την εκκαθάριση των πληρωμών θα έχουν πλέον ανώτατο όριο 0,3% επί της αξίας οποιασδήποτε διασυνοριακής συναλλαγής με πιστωτική κάρτα και 0,2% επί της αξίας οποιασδήποτε διασυνοριακής συναλλαγής με χρεωστική κάρτα.
Για τις εγχώριες συναλλαγές, η προμήθεια των τραπεζών για τις συναλλαγές θα έχει πλέον πλαφόν 0,2% επί του ετήσιου μέσου όρου όλων των πληρωμών με τη χρήση χρεωστικών καρτών.
Η εταιρεία πιστωτικών καρτών VISA καλωσορίζει την πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για να υπάρξει περισσότερη διαφάνεια όσον αφορά τις προμήθειες και τα λοιπά έξοδα για τη χρήση των καρτών, έχει ωστόσο επισημάνει ότι αυτή τελικά ενδέχεται να πλήξει τη βιομηχανία και έχει προειδοποιήσει πως δεν υπάρχει καμιά εξασφάλιση ότι οι λιανοπωλητές θα μοιραστούν τα προκύπτοντα οφέλη με τους καταναλωτές.
Το νομοσχέδιο επηρεάζει τις προμήθειες τις οποίες χρεώνουν οι τράπεζες οι οποίες χρησιμοποιούν συστήματα καρτών όπως αυτά των VISA και MasterCard. Πρόκειται για τα λεγόμενα τετραμερή συστήματα — αποτελούνται από την τράπεζα, που εκδίδει την κάρτα, τον λιανοπωλητή, την τράπεζα του λιανοπωλητή και τον κάτοχο της κάρτας. Τα τετραμερή συστήματα καταλαμβάνουν τη μερίδα του λέοντος επί του συνόλου της αγοράς.
Το πλαφόν πάντως δεν θα ισχύσει για τα λεγόμενα τριμερή συστήματα —π.χ. Diners ή American Express—, στα οποία εμπλέκεται μόνο μία τράπεζα. Οι κάρτες οι οποίες χρησιμοποιούνται από επιχειρήσεις επίσης θα εξαιρεθούν από το πλαφόν.
Οι εταιρείες λιανικής θα είναι ελεύθερες να επιλέξουν τα συστήματα καρτών που θα δέχονται, θέτοντας πλέον τέλος στον λεγόμενο κανόνα αποδοχής όλων των καρτών.
Η VISA έχει επισημάνει πως αυτό θα μπορούσε να αποδειχθεί άσχημο για τους καταναλωτές, ιδίως εάν δεν είναι βέβαιοι εάν η κάρτα τους γίνεται δεκτή.
Οι ρυθμιστικές αρχές σε πολλά κράτη μέλη της ΕΕ διεξάγουν έρευνες για τη βιομηχανία των πιστωτικών καρτών. Λόγου χάρη στη Βρετανία, όπου έχει εκδοθεί το 70% όλων των πιστωτικών καρτών της Ευρώπης, ο αρμόδιος φορέας για την εποπτεία του χρηματοοικονομικού τομέα εξετάζει τον τρόπο που εκδίδονται αυτές, καθώς εκφράζονται ανησυχίες ότι οι φτωχότεροι καταναλωτές παγιδεύονται σε έναν φαύλο κύκλο ανατροφοδοτούμενου χρέους.