«Η Τουρκία οφείλει να σεβαστεί το ευρωπαϊκό κεκτημένο, το οποίο περιλαμβάνει πλήρως και τη συμμετοχή σε όλα τα επίπεδα της Κυπριακής Δημοκρατίας» επεσήμανε ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης σε συνέντευξή του στο «Κανάλι Ένα», σχολιάζοντας το κείμενο συμπερασμάτων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου που συνδέει την πρόοδο των ευρωτουρκικών σχέσεων με τις εξελίξεις στο Κυπριακό.
«Είναι νομίζω αυτονόητο ότι η πρόοδος των ευρωτουρκικών θα πρέπει να σημαίνει πλήρη σεβασμό στην κυριαρχία και τα δικαιώματα του κράτους-μέλους, δηλαδή της Κυπριακής Δημοκρατίας», τόνισε χαρακτηριστικά.
Όπως ανέφερε, η ΕΕ και η Τουρκία βρίσκονται σε μια φάση συζήτησης έτσι ώστε να μπορέσει να υπάρξει μια παραγωγική συνεργασία. «Είναι προς όφελος τόσο της Ευρώπης όσο και της Τουρκίας στο να έχει ένα δυτικό προσανατολισμό. Αυτό νομίζω θα έχει θετικές επιπτώσεις και σε σχέση με τα διμερή μας, δηλαδή την Ελλάδα έναντι της Τουρκίας αλλά και σε σχέση με το Κυπριακό» ανέφερε. «Είναι αυτονόητο ότι όταν ομιλούμε για έναν διεθνή, για έναν υπερεθνικό οργανισμό, όπως είναι η ΕΕ, στον οποίο ήδη συμμετέχουν η Ελλάδα και η Κύπρος, τα κράτη-μέλη είναι εκείνα τα οποία ορίζουν εν πολλοίς και την ατζέντα» τόνισε. «Άρα, η σύνθεση η οποία γίνεται μεταξύ των ευρωτουρκικών σχέσεων και της προόδου στο Κυπριακό, είναι απολύτως λογική».
Για «ιστορική αναγκαιότητα» μίλησε ο Γιώργος Γεραπετρίτης
Ο υπουργός Εξωτερικών επεσήμανε ότι η προσέγγιση η οποία επιχειρείται μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας είναι «ιστορική αναγκαιότητα». «Οι δύο χώρες είναι γειτονικές, είναι φτιαγμένες από τη γεωγραφία να ζήσουν μαζί και θα πρέπει όσοι βρισκόμαστε στην υπηρεσία της πατρίδας να προσπαθούμε να έχουμε μια ειρηνική γειτονιά». Αυτό, όμως, πρόσθεσε, «δε σημαίνει ότι θα έχουμε μια διαρκώς γραμμική πορεία προς τα εμπρός. Είναι βέβαιο ότι θα υπάρξουν και στιγμές στις οποίες θα έχουμε και κάποιες υπαναχωρήσεις σε σχέση με τη σχέση που αναπτύσσεται. Θα υπάρχουν ζητήματα τα οποία θα μας δημιουργούν και ένταση».
«Εξάλλου, η βασική δική μας τοποθέτηση εξαρχής ήταν ότι οι θέσεις των δύο μερών δεν πρόκειται να αλλάξουν. Εκείνο το οποίο θα επιχειρήσουμε θα είναι δίνοντας έμφαση στα σημεία εκείνα τα οποία είναι αμοιβαίως επωφελή και μπορούν να μας βοηθήσουν στο να προχωρήσουμε λίγο καλύτερα στη σχέση μας. Να είμαστε σε μια κατάσταση η οποία πρώτον, θα μας επιτρέπει να είμαστε σε μια σχετική ηρεμία και δεύτερον, όταν παρουσιάζονται οι εντάσεις, αυτές να μην οδηγούν σε μείζονες κρίσεις» υπογράμμισε και πρόσθεσε: «Εκείνο το οποίο οφείλουμε να έχουμε πάντοτε στο μυαλό μας είναι ότι μια κρίση μπορεί να προέλθει ασύμμετρα από ένα ατύχημα, από μια εσφαλμένη εκτίμηση, από μια λάθος αναφορά. Άρα, καλό είναι όταν θα γίνονται αυτά, γιατί θα γίνονται αυτά, να έχουμε τις δικλείδες εκείνες να μπορέσουμε να αποσυμπιέσουμε».
Επανέλαβε ότι η επίσκεψη του πρωθυπουργού στην Άγκυρα θα γίνει στις 13 Μαΐου και σημείωσε ότι «η οργάνωση του ταξιδιού εξελίσσεται κανονικά, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα και ελπίζω ότι θα έχουμε μία καλή και παραγωγική».
Η Ελλάδα δεν πρόκειται ποτέ να αποδεχθεί οποιαδήποτε συζήτηση σε ότι αφορά θέματα που ανάγονται στην κυριαρχία της
Επεσήμανε ακόμη ότι στη Διακήρυξη των Αθηνών υπάρχει σαφής αναφορά στο ότι οι θέσεις των δύο χωρών δεν μεταβάλλονται. «Πρέπει να υπάρχει αποδοχή εκ μέρους των μερών για τις νομικές θέσεις των δύο χωρών, υπό την έννοια ότι δεν πρόκειται να αλλάξουν οι βασικές τους θέσεις. Η νομική θέση και της Ελλάδας και της Τουρκίας παραμένει» ανέφερε και πρόσθεσε: «Εκείνο το οποίο αλλάζει με τη Διακήρυξη των Αθηνών είναι ότι έχουμε συμφωνήσει έτσι ώστε να υπάρχει μια απόπειρα φιλικής διευθέτησης των διαφορών αυτών. Άρα, η Διακήρυξη των Αθηνών, όπως και κάθε διεθνής συμφωνία, δεν σημαίνει ότι τα μέρη τα συμβαλλόμενα παραιτούνται από τις βασικές τους νομικές θέσεις».
«Η Ελλάδα έχει τις βασικές θέσεις που στηρίζονται στο διεθνές δίκαιο και, ιδίως, στο Δίκαιο της Θάλασσας» υπογράμμισε. «Δεν πρόκειται ποτέ να αποδεχθεί οποιαδήποτε συζήτηση σε ότι αφορά θέματα που ανάγονται στην κυριαρχία της. Δεν θα συζητήσουμε ποτέ ούτε για την αποστρατικοποίηση τη φερόμενη εκ μέρους της Τουρκίας, ούτε για ζητήματα γκρίζων ζωνών, ούτε για τη θρησκευτική μειονότητα της Θράκης. Εφόσον η Τουρκία έχει ως βασική θέση ορισμένα από τα ζητήματα αυτά, μπορεί να τα διατηρεί. Δεν παραιτείται, προφανώς. Από την άλλη πλευρά, αντιλαμβανόμαστε ότι θα πρέπει οι θέσεις αυτές να εκφράζονται εντός ορισμένου πλαισίου και να επιχειρείται πάντοτε να αποσυμπιέζεται η ένταση που παράγεται».
«Δεν θα μπορούσε καμία ελληνική κυβέρνηση να έρθει και να συμφωνήσει για παραίτηση από οποιοδήποτε τέτοιο δικαίωμα της. Το ίδιο ισχύει και για την Τουρκία. Άρα, είναι εντελώς εσφαλμένη η ανάγνωση η οποία αναφέρει ότι η Διακήρυξη των Αθηνών σημαίνει και παραίτηση των μερών από τις βασικές τους θέσεις».
Ο κ. Γεραπετρίτης χαρακτήρισε «υπεραντίδραση» τη στάση της Τουρκίας στην ανακήρυξη θαλάσσιων πάρκων από την Ελλάδα. Η Ελλάδα, όπως υπενθύμισε, στο πλαίσιο της 9ης Διάσκεψης για τους Ωκεανούς που έγινε στην Αθήνα με πολύ μεγάλη συμμετοχή από 120 διεθνείς αντιπροσωπείες, ανέλαβε τη δέσμευση να δημιουργήσει δύο μεγάλα θαλάσσια πάρκα, ένα στο Ιόνιο και ένα στο Αιγαίο.
«Τα πάρκα αυτά, τα οποία εντάσσονται στο πλαίσιο της άσκησης της κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας μας, δεν έχουν ακόμα χωροθετηθεί. Θα χωροθετηθούν στο πλαίσιο περιβαλλοντικών κριτηρίων που έχουν να κάνουν με την προστασία των θαλασσίων ειδών και γενικότερα την προστασία των νερών» επεσήμανε. «Δεν ασκεί καμία απολύτως επιρροή στα υποκείμενα κυριαρχικά μας δικαιώματα και ούτε θα μπορούσε ποτέ η Ελλάδα να παραιτηθεί από οποιαδήποτε από τα δικαιώματά της αυτά. Νομίζω κατά τούτο ότι ήταν μάλλον υπερβολική αντίδραση, η οποία αποτυπώθηκε από την Τουρκία». «Δεν έχω την αίσθηση ότι αυτό θα ασκήσει ουσιώδη επιρροή στη δική μας συνεργασία και, σε κάθε περίπτωση, δεν πρόκειται να σταματήσει εμάς από το να κάνουμε τη χωροθέτηση αυτή, όπως θα καθοριστεί με βάση, όπως σας είπα, αμιγώς περιβαλλοντικά κριτήρια» επεσήμανε.
Να επικρατήσει αυτοσυγκράτηση στη Μέση Ανατολή
Αναφερόμενος στις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή, ο κ. Γεραπετρίτης τόνισε πως «πρέπει να επικρατήσει η αυτοσυγκράτηση από όλα τα μέρη». «Βρισκόμαστε σε ένα εξαιρετικά κομβικό σημείο. Εξελίσσονται επίσης οι διαπραγματεύσεις σε σχέση με την ειρήνη στη Μέση Ανατολή, με τη διακοπή των εχθροπραξιών, έτσι ώστε να μπορέσουμε να συζητήσουμε για περισσότερες ανθρωπιστικές διόδους και επιπλέον να μπορέσουμε να έχουμε μια βιώσιμη λύση στο Παλαιστινιακό» είπε. «Νομίζω ότι θα πρέπει να συνεχίσουμε με επιμονή προς την κατεύθυνση της επίλυσης του Παλαιστινιακού και όλα τα μέρη, όχι μόνο το Ιράν και το Ισραήλ, αλλά και όλος ο αραβικός κόσμος και τα εμπλεκόμενα μέρη θα πρέπει να προσφέρουν καλές υπηρεσίες έτσι ώστε να αποτραπεί η περαιτέρω διάχυση της κρίσης που θα έχει το δίχως άλλο καταστροφικές συνέπειες όχι μόνο για την περιοχή αλλά και για τον κόσμο ολόκληρο» υπογράμμισε.
Ερωτηθείς για το ψήφισμα για την ένταξη του Κοσσυφοπεδίου στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης, με εισηγήτρια την Ντόρα Μπακογιάννη, ο κ. Γεραπετρίτης ξεκαθάρισε ότι η γνώμη της αρμόδιας επιτροπής είναι «μη δεσμευτική γνώμη». Η Κοινοβουλευτική Συνέλευση, η οποία αποτελείται από μέλη κοινοβουλευτικά από όλες τις χώρες του Συμβουλίου της Ευρώπης, όπου υπήρξε επίσης θετική εισήγηση, είναι επίσης μη δεσμευτική.
«Το κρίσιμο όργανο, το αποφασιστικό όργανο για την περίπτωση της ένταξης του Κοσόβου στο Συμβούλιο της Ευρώπης είναι το Συμβούλιο υπουργών, το οποίο θα συνεδριάσει στις 16 Μαΐου και θα αποφασίσει κυριαρχικά, ανεξαρτήτως της θέσης που έχει εκφραστεί τόσο στο επίπεδο της έκθεσης της Επιτροπής, όσο και της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης που επαναλαμβάνω αποτελείται από μέλη κοινοβουλευτικά, δεν είναι κυβερνήσεις των κρατών μελών». «Η θέση της Ελλάδας παραμένει σταθερή και αναλλοίωτη, όπως πράξαμε και στο παρελθόν σε αντίστοιχες περιπτώσεις, η Ελλάδα θα απέχει από την ψηφοφορία αυτή. Δεν θα υποστηρίξει δηλαδή το αίτημα για ένταξη του Κοσόβου στο Συμβούλιο της Ευρώπης για λόγους πολιτικούς» υπογράμμισε χαρακτηριστικά. Επιπλέον, πρόσθεσε, μολονότι ένα από τα θεμελιώδη ζητήματα που είχαν τεθεί σε σχέση με την ένταξη του Κοσόβου ως προϋπόθεση που ήταν η απόδοση περιουσίας σερβικού Μοναστηρίου πληρώθηκε, δεν έχουν ακόμη ικανοποιηθεί κάποια από τα θεμελιώδη ζητήματα και κατ’ εξοχήν η δημιουργία Ένωσης Σερβικών Δήμων στο Κόσοβο και κατά τούτο δεν έχει αλλάξει η ουσιώδης πολιτική μας. «Η Ελλάδα παραμένει στην εξωτερική πολιτική αρχών» τόνισε και επεσήμανε πως δεν αλλάζουμε άποψη εάν δεν αλλάξουν τα δεδομένα επί τη βάσει των οποίων λαμβάνονται οι αποφάσεις.
«Θα συνεχίσουμε σε αυτή τη λογική των αρχών. Εμείς ενθαρρύνουμε τη συζήτηση μεταξύ Πρίστινας και Βελιγραδίου. Έχουν εξάλλου υπάρξει αποφάσεις προς την κατεύθυνση αυτή στην Αχρίδα. Θέλουμε την ειρηνική επίλυση των διαφορών. Βεβαίως, αυτό εξαρτάται από τη βούληση των μερών να συνταχθούν με τα συμφωνημένα και με το διεθνές δίκαιο. Κατά τούτο, στην παρούσα φάση η ελληνική κυβέρνηση θα απέχει από την ψηφοφορία αυτή».
Το ζήτημα Μπελέρη δεν είναι διμερές, αλλά αμιγώς ευρωπαϊκό
Αναφορικά με την υποψηφιότητα του Φρέντυ Μπελέρη, ο κ. Γεραπετρίτης επεσήμανε πως «δεν είναι ένα ζήτημα το οποίο αφορά πρωτίστως το Υπουργείο Εξωτερικών, είναι ένα ζήτημα που αφορά το κόμμα και την παράταξη της Νέας Δημοκρατίας». «Η Ελλάδα προφανώς και στηρίζει την εθνική μειονότητα στην Αλβανία. Είναι γνωστά τα γεγονότα τα οποία οδήγησαν στην κατάσταση την οποία γνωρίζουμε, σε σχέση με τον Φρέντυ Μπελέρη. Ετέθησαν σημαντικά ζητήματα που αφορούν την πιστή εφαρμογή των αρχών του κράτους δικαίου, το οποίο αποτελεί ευρωπαϊκό ζητούμενο» είπε.
«Δεν είναι ένα διμερές ζήτημα, αλλά είναι ένα ζήτημα αμιγώς ευρωπαϊκό», ξεκαθάρισε και πρόσθεσε: «Η Ελλάδα θα εξακολουθήσει να έχει ουσιαστικό λόγο στο ζήτημα της προενταξιακής διαδικασίας της Αλβανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση». «Θα παρακολουθούμε στενά. Για εμάς, είναι εξαιρετικά σημαντικό να τηρούνται απαρέγκλιτα όλοι οι όροι οι οποίοι τίθενται σε επίπεδο δημοκρατίας και κράτος δικαίου και αυτή θα είναι η πάγια στάση μας» κατέληξε.