Στις 2 μονάδες η διαφορά των Σοσιαλδημοκρατών από τους Χριστιανοδημοκράτες – 8 μονάδες κάτω το CDU από τις εκλογές του 2017 – Θρίαμβος για τον Όλαφ Σολτς, που κατόρθωσε να «ξεκολλήσει» το SPD – «Γρίφος» η επόμενη κυβέρνηση στη Γερμανία – Πώς οι Φιλελεύθεροι αναμένεται να καθορίσουν τις εξελίξεις
Τα μέχρι στιγμής αποτελέσματα, με το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD) και τη Χριστιανική Ένωση (CDU/CSU) να απέχουν λιγότερο από δύο μονάδες, αναγγέλλονται επώδυνες, πιθανόν μακρές διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό της επόμενης κυβέρνησης συνεργασίας.
Ήδη, ο υποψήφιος των CDU/CSU Άρμιν Λάσετ κλείνει το μάτι για το ενδεχόμενο να σχηματιστεί κυβέρνηση «Τζαμάικα» (CDU/CSU, Πράσινοι, FDP), το μοναδικό σχήμα στο οποίο ο καγκελάριος θα προέρχεται από την Ένωση, ενώ ο σοσιαλδημοκράτης υποψήφιος Όλαφ Σολτς μιλά για κυβέρνηση «φανάρι» (SPD, Πράσινοι, FDP).
Σε κάθε περίπτωση, το εκλογικό αποτέλεσμα χαρακτηρίζεται θρίαμβος για τον Όλαφ Σολτς, που κατόρθωσε να «ξεκολλήσει» το SPD, να το επαναφέρει στην κορυφή. Συγκεντρώνοντας το 26% των ψήφων, το κόμμα καταγράφει αύξηση κατά 5,5 μονάδες από το 2017 ενώ αντίθετα, για τη Χριστιανική Ένωση, όπως κι αν αναγνωστεί το αποτέλεσμα, το 24,5% είναι πολύ χαμηλό ποσοστό, 8,4 μονάδες χαμηλότερο από το αποτέλεσμα του 2017. Ακολουθούν οι Πράσινοι με 13,9% και αύξηση πέντε μονάδων, οι οποίοι πέτυχαν να είναι σχεδόν αδύνατο να σχηματιστεί κυβέρνηση χωρίς τη συμμετοχή τους, όπως και οι Φιλελεύθεροι (FDP), οι οποίοι ενισχύθηκαν μόλις κατά μία μονάδα, αλλά εξελίσσονται σε ρυθμιστή της αυριανής πλειοψηφίας. Η Αριστερά δίνει μάχη για την παραμονή της στην Bundestag και φαίνεται για την ώρα να την κερδίζει, έστω και με μόνο 5,2% (–4,2% από το 2017).
Οι Φιλελεύθεροι παρά τα σχετικά χαμηλά ποσοστά που έλαβαν αναμένεται να καθορίσουν τις εξελίξεις. Ο βασικός λόγος είναι ότι σε αντίθεση με άλλα κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στη Γερμανία δεν δίδεται εντολή σχηματισμού κυβέρνησης, αντίθετα, εναπόκειται στα ίδια τα κόμματα να σχηματίσουν κυβέρνηση.
Κάτι που σημαίνει ότι η επόμενη κυβέρνηση και ο άνθρωπος που θα διαδεχθεί την Άνγκελα Μέρκελ, μια διαδικασία που μπορεί να χρειαστεί πολλές εβδομάδες, θα είναι αποτέλεσμα της διαπραγματευτικής οξυδέρκειας των ηγετών του SPD και των Χριστιανοδημοκρατών στην προσπάθειά τους να πείσουν τα δύο μικρότερα κόμματα. Μόλις η σκόνη της προεκλογικής εκστρατείας καθίσει, είτε πρόκειται για εκλογές σε κρατίδια, είτε σε ομοσπονδιακό επίπεδο όλα τα πολιτικά κόμματα της Γερμανίας θα πρέπει να ξεχάσουν τη ρητορική που ανέπτυξαν και να ξεκινήσουν τον αγώνα για να βρουν συμμάχους. Αυτές οι διαπραγματεύσεις μπορεί να διαρκέσουν από μερικές ημέρες ή εβδομάδες έως πολλούς μήνες Το βασικό ζήτημα στη Γερμανία είναι τα κοινοβούλια, τοπικά ή ομοσπονδιακά, να δώσουν ψήφο εμπιστοσύνης. Κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού θα πρέπει να υπάρξουν εκατέρωθεν υποχωρήσεις ώστε να καθοριστεί μια κοινή ατζέντα. Μια εξαιρετικά βολική διαδικασία για όλα τα κόμματα τα οποία θα αναγκαστούν να αθετήσουν κάποιες από τις προεκλογικές τους δεσμεύσεις, χωρίς να στεναχωρήσουν τους ψηφοφόρους τους.
Κατά τη διάρκεια της εκστρατείας, το FDP κατέστησε σαφές ότι θα προτιμούσε να συμμετάσχει σε έναν συνασπισμό υπό την ηγεσία των συντηρητικών, ακόμη και αν το CDU-CSU βρισκόταν στη δεύτερη θέση, ενώ οι Πράσινοι δήλωσαν ότι προτιμούν μια συμμαχία με τους Σοσιαλδημοκράτες.
Το ακροδεξιό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) προβλέπεται να κερδίσει το 10 ή το 11 τοις εκατό των ψήφων. Τόσο το CDU όσο και το SPD έχουν αποκλείσει να συμπεριλάβουν την AfD σε οποιονδήποτε πιθανό συνασπισμό.
Μετά από 16 χρόνια πλήρους κυριαρχίας της καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ, η Χριστιανική Ένωση κατέγραψε τα χαμηλότερα ποσοστά της. Ο κεντροδεξιός υποψήφιος, μπορεί να βρίσκεται πίσω από τους Σοσιαλδημοκράτες του SPD, οι οποίοι θα αναδειχθούν, σύμφωνα με όλα τα προγνωστικά, ως το ισχυρότερο κόμμα, αν και με ποσοστά που δεν θυμίζουν σε καμία περίπτωση αυτά που είχαν πριν μερικά χρόνια.
Το επόμενο Bundestag αναμένεται να έχει τα περισσότερα μέλη στην μεταπολεμική ιστορία της Γερμανίας. Βάσει του γερμανικού βασικού Νόμου, το Bundestag έχει τουλάχιστον 598 έδρες, αλλά το περίπλοκο εκλογικό σύστημα της Γερμανίας σημαίνει ότι μπορεί να είναι πολύ μεγαλύτερο. Η γερμανική κάτω βουλή είναι η πιο απρόβλεπτη της ΕΕ, καθώς ουδείς γνωρίζει πόσοι βουλευτές θα εκλεγούν. Το απερχόμενο κοινοβούλιο είχε το ρεκόρ των 709 βουλευτών, περισσότεροι ακόμα και από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Το νέο Bundestag φαίνεται ότι θα σπάσει κάθε προηγούμενο ρεκόρ ξεπερνώντας ακόμα και τους 730 βουλευτές.
Η δομή στην κάτω βουλή της Γερμανίας αλλάζει σημαντικά, αλλά όλα πλέον θα εξαρτηθούν από το εάν η Αριστερά, ένα από τα πιο απαξιωμένα κόμματα σε ομοσπονδιακό επίπεδο, θα καταφέρει να συγκεντρώσει το 5% ώστε να εκπροσωπηθεί στο Bundestag. Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η Αριστερά δεν θα τα καταφέρει, ωστόσο τα πράγματα μπορεί να έχουν αλλάξει μέχρι το πρωί, όταν θα καταμετρηθούν και οι επιστολικές ψήφοι, οι οποίες συνήθως ευνοούν τους Χριστιανοδημοκράτες.