Μπορεί η τουρκική πλευρά να δηλώνει ότι η Ελλάδα έχει να κερδίσει πολλά περισσότερα από τη συμφωνία με την Κύπρο και την Αίγυπτο, αναφερόμενη στην πρόσφατη συμφωνία των τριών κρατών, αλλά τι έχει να κερδίσει ή να χάσει η οικονομία της Τουρκίας από την ένταση στην περιοχή της ανατολικής Μεσογείου με αφορμή το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο γύρω από την Κύπρο;
Αξίζει να αναφερθούν τα εξής: Ο οίκος Moody’s πριν από ένα δεκαημέρο ανέφερε σε έκθεσή του για την Τουρκία ότι οι εξωτερικές ευπάθειες που αντιμετωπίζει η χώρα επιβαρύνουν το κρατικό, τραπεζικό και πιστωτικό προφίλ της και χαρακτηρίζει τις προοπτικές της οικονομίες “αρνητικές”. Επίσης, επισημαίνει ότι είναι μεγάλη η έκθεση της Τουρκίας στην μεταβλητότητα των ροών ξένων κεφαλαίων, κάτι που έχει συνδυαστεί από την πρόσφατη άνοδο των γεωπολιτικών κινδύνων και τις αβεβαιότητες στην εγχώρια πολιτική.
Η απόδοση των τουρκικών κρατικών ομολόγων υποχώρησε οριακά σε 8,3% το Νοέμβριο από 8,48% τον Οκτώβριο του 2014.
Η κυβέρνηση ανακοίνωσε μέτρα για να ενισχύσει την οικονομία και να την προστατεύσει από τους εξωτερικούς παράγοντες. Μεταξύ αυτών είναι μέτρα μείωσης της εξάρτησης της Τουρκίας από τις εισαγωγές και αντίθετα αύξηση των εγχώριων ενεργειακών πόρων, ενώ στοχεύει να αυξήσει το ΑΕΠ στο 1,3 τρισεκατομμύρια δολάρια έως το 2018, από 820 δισ. ευρώ. Παράλληλα, στοχεύει να μειώσει το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών στο 5,2% του ΑΕΠ, σε σύγκριση με περίπου 7% πέρυσι και την ανεργία στο 7% έναντι σχεδόν 10% σήμερα.
Ο καθηγητής και ο Διευθυντής Ερευνών του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων Κωνσταντίνος Φίλης εξηγεί σχετικά ότι “στο βαθμό που μία τόσο σημαντική και μεγάλη οικονομία καθοδηγείται από μία ηγεσία που δίνει την αίσθηση του ολοένα και λιγότερο αξιόπιστου εταίρου αργά ή γρήγορα και ανάλογα και τις εσωτερικές εξελίξεις, δεν αποκλείεται να προκύψει αρνητικός αντίκτυπος στις ξένες επενδύσεις”. Συμπληρώνει δε ότι “η τουρκική οικονομία, έχοντας, περάσει ένα μεγάλο διάστημα συνεχούς ανάπτυξης, μπαίνει σταδιακά σε φάση στασιμότητας. Αν δε η έμφαση στην οικοδομική δραστηριότητα αποδειχθεί, όπως εκτιμούν, μερική φούσκα, τότε θα φανεί και κατά πόσο είναι ευάλωτη στην αρνητική πορεία της παγκόσμιας οικονομίας”.
Τα μεγέθη και η δυναμική είναι τέτοιας φύσεως που η εμπλοκή της Τουρκίας στην Κύπρο δεν πρόκειται να της αποφέρει κάποιο πρακτικό οικονομικό όφελος, όπως υπογραμμίζει ο κ. Φίλης. Η δε αγορά ενέργειας, σε ένα παγκόσμιο σκηνικό αναταραχών και εντάσεων, επιζητά μεν συνεργασίες με προβλέψιμα καθεστώτα -και η Άγκυρα αρχίζει να δείχνει αντίθετο πρόσωπο-, αλλά δεν κάμπτεται από απειλές και εκβιασμούς. “Το γεγονός και ουσιαστικό διακύβευμα για τη Λευκωσία είναι η απρόσκοπτη συνέχιση των εργασιών εκμετάλλευσης εντός της ΑΟΖ της.
Αυτή η κατάσταση μοιάζει πλέον μη ανεστρέψιμη, γεγονός που θα φέρει την Άγκυρα προ ενός αμείλικτου διλήμματος: είτε να αποδεχτεί το νέο ενεργειακό status quo (που θωρακίζεται με τη διαφαινόμενη συμμετοχή Αιγύπτου και Ισραήλ), αναζητώντας μία έστω ελάχιστη συνεννόηση που θα διευκολύνει τη συμμετοχή/εξασφάλιση τροφοδοσίας της με αέριο της Ανατολικής Μεσογείου -με τη λύση του Κυπριακού αναγκαία συνθήκη- είτε να επιμείνει ή και να κλιμακώσει τις αμφισβητήσεις της, εντείνοντας την περιθωριοποίηση της”, επισημαίνει ο καθηγητής και προειδοποιεί ότι “ο μόνος κίνδυνος εδώ είναι η δημιουργία de facto τετελεσμένων, που ενδέχεται να σύρει Κύπρο ή/και Ελλάδα σε διαπραγμάτευση υπό λιγότερου ευνοϊκούς όρους για εμάς, παρά το ότι στο επίκεντρο της πολιτικής μας βρίσκεται ο σεβασμός του διεθνούς δικαίου.
Σχετικά με τις πλατφόρμες, αυτή τη στιγμή, πολύ δύσκολα κάποια εταιρεία θα συνδράμει, αναλαμβάνοντας το συνεπαγόμενο μεγάλο ρίσκο, σε μία κατάφωρη παραβίαση του διεθνούς δικαίου. Σύμφωνα με τον κ. Φίλη, οι τουρκικοί ισχυρισμοί περί αδειοδότησης από ένα μόρφωμα άνευ κρατικής υπόστασης είναι έωλοι. “Σε αυτή την περίπτωση, η Άγκυρα θα πρέπει να αναλάβει εξ’ολοκλήρου την αγορά και τη μεταφορά, την απόκτηση τεχνογνωσίας, την τοποθέτηση με αμφίβολα αποτελέσματα (καθότι δεν υπάρχουν ενδείξεις για σημαντική ύπαρξη υδογονανθράκων στη Βόρεια Κύπρο).
Στην επικράτηση του εν λόγω σεναρίου, η ελληνοκυπριακή πλευρά θα δυσκολευθεί ιδιαίτερα να επιστρέψει στις συνομιλίες, εφόσον θα μονιμοποιηθούν οι τουρκικές διεκδικήσεις, με αποτέλεσμα να βαλτώσουν και να έρθουμε ένα βήμα πιο κοντά στη διχοτόμηση, εξέλιξη που θα αποκόψει την Τουρκία. Δεν είμαι καθόλου βέβαιος ότι κάτι τέτοιο αποτελεί τον πραγματικό στόχο της Άγκυρας”, καταλήγει.