«Παραμένω αθεράπευτα αισιόδοξος για τις προοπτικές της πατρίδας μας. Πιστεύω στους Έλληνες και στις δυνατότητές μας. Ήρθε η ώρα να ανοίξουμε το βήμα και να γράψουμε εμείς τη δική μας ιστορία. Είναι σίγουρα πολύ πιο δημιουργικό από το να συζητάμε για τις ιστορίες άλλων», τονίζει, σε άρθρο του στην εφημερίδα «Καθημερινή της Κυριακής», ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας Κυριάκος Μητσοτάκης.
«Έχω», υπογραμμίζει ο κ. Μητσοτάκης, «την τιμή και την ευθύνη να ηγούμαι μιας μεγάλης παράταξης που έκανε πράξη την εθνική συμφιλίωση κι άφησε πίσω το οδυνηρό παρελθόν. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής νομιμοποίησε το Κομμουνιστικό Κόμμα. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης συγκυβέρνησε με την Αριστερά όταν οι περιστάσεις το επέβαλαν. Ο Παύλος Μπακογιάννης πλήρωσε με τη ζωή του, το πάθος του να χτίζει γέφυρες εκεί που άλλοι ύψωναν τείχη. Το να αμφισβητούν κάποιοι τη σπουδαία δημοκρατική παρακαταθήκη της Νέα Δημοκρατίας είναι πολιτικά ανιστόρητο. Να το επιχειρούν, μιλώντας για δήθεν ακροδεξιές παρεκκλίσεις, αυτοί που συγκυβερνούν με τον Πάνο Καμμένο είναι απλά γελοίο».
Ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας θέτει, όπως τονίζουν στη ΝΔ, την ατζέντα των πραγματικών προβλημάτων για το σήμερα και το αύριο της Ελλάδας, μία ατζέντα, που όπως επισημαίνει, αφορά όλους τους Έλληνες.
«Προσωπικά», γράφει ο κ. Μητσοτάκης, «θεωρώ ότι δεν υπάρχει υψηλότερη αξία από την ελευθερία. Για αυτό κάθε μορφή Ολοκληρωτισμού που περιορίζει ελευθερίες και ασκεί μαζική βία είναι αποκρουστική».
«Η χώρα», συνεχίζει ο κ. Μητσοτάκης, «ζητά επανεκκίνηση. Πίσω από την σκοτεινή κουρτίνα της πιο βαθιάς κρίσης, πολλοί, πάρα πολλοί συμπολίτες μας αγωνίζονται, δημιουργούν. Έχουν κάνει και συνεχίζουν να κάνουν τις δικές τους προσωπικές υπερβάσεις. Ήρθε η ώρα κι εμείς οι πολιτικοί να κάνουμε τις δικές μας. Να απαντήσουμε με σαφήνεια στα πραγματικά και άμεσα ερωτήματα των πολιτών. Πώς θα έρθουν οι νέες δουλειές; Πώς θα μειωθεί η φορολογική επιβάρυνση; Πώς δεν θα τρέχω από υπηρεσία σε υπηρεσία για κάνω τη δουλειά μου; Πώς θα αποκτήσει το πτυχίο μου αξία; Πώς πάω σε ένα δημόσιο νοσοκομείο και θα ξέρω ότι θα με φροντίσουν; Πώς θα νιώσω ασφαλής στη γειτονιά μου;»