Ιδιαίτερα επικριτικός για τη στάση «ορισμένων χωρών του Νότου»- μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα- εμφανίσθηκε ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν Γύρκι Κατάινεν, μιλώντας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, χθες. Ο Φινλανδός μίλησε για απουσία ορισμένων χωρών του Νότου από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Στρατηγικών Επενδύσεων – ή «πακέτο Γιούνκερ» και απέδωσε αυτή την απουσία στο γεγονός ότι οι αρμόδιοι δεν έχουν προβάλει όπως θα όφειλαν τις επενδυτικές ευκαιρίες που προσφέρει το Ταμείο. Είναι χαρακτηριστικό ότι η συμμετοχή της Ελλάδας είναι ιδιαίτερα μικρή και περιορίζεται σε δύο, μόλις, προγράμματα.
Ο Γύρκι Κατάινεν επισήμανε ότι «υπάρχουν τεράστιες διαφορές μεταξύ των κρατών-μελών. Ακόμη και κάποιοι υπουργοί μού έλεγαν όταν τους συναντούσα ότι “αφού δεν υπάρχουν περισσότερα χρήματα, τότε δεν μας ενδιαφέρει”. Και τους έλεγα: “εντάξει, αφού δεν ενδιαφέρεστε, ενημερώστε τουλάχιστον τους ιδιώτες επενδυτές ότι μπορούν να έρθουν σε απευθείας επαφή με την ΕΤΕπ”». Μάλιστα, ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν, προχωρώντας ακόμη περισσότερο, αναφέρθηκε στην πρόσφατη επίσκεψή του στην Ελλάδα, κατά την οποία, όπως είπε, «συνάντησα εκπροσώπους των πέντε μεγαλύτερων τραπεζών. Κάναμε μία προσπάθεια να εξηγήσουμε τι μπορούν να κάνουν για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Ήταν η πρώτη φορά που οι ελληνικές τράπεζες μάθαιναν ότι μπορούν να αντλήσουν απευθείας πόρους από το επενδυτικό πακέτο για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις».
Ομως, διχασμένοι για την επίτευξη του στόχου να συγκεντρωθούν για την Ελλάδα τα 315 δισ. ευρώ του λεγόμενου «πακέτου Γιούνκερ», εμφανίζονται οι ευρωβουλευτές, έναν χρόνο μερά την πρεμιέρα και κάνοντας έναν πρώτο απολογισμό. Το πακέτο Γιούνκερ ήταν μια από τις βασικές εξαγγελίες του Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, όταν ανέλαβε την προεδρία της Κομισιόν. Σύμφωνα με αυτή την εξαγγελία, θα ίδρυε ένα Ευρωπαϊκό Ταμείο Στρατηγικών Επενδύσεων με αρχικό κεφάλαιο 16 δισεκατομμύρια ευρώ από κοινοτικά προγράμματα και άλλα 6 δισ. από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων. Με τη μέθοδο της «μόχλευσης» τα χρήματα αυτά θα κινητοποιούσαν ιδιωτικά κεφάλαια συνολικού ύψους 315 δις. Το ερώτημα, όμως, ένα χρόνο μετά παραμένει: Μπορούν να συγκεντρωθούν τα 315 δισεκατομμύρια που υποσχέθηκε ο πρόεδρος της Κομισιόν;
Για τον γερμανό ευρωβουλευτή Μάρκους Φέρμπερ (σε δηλώσεις του στην Deutsche Welle) δεν υπάρχει περιθώριο αισιοδοξίας: «Αν ο πρώτος απολογισμός είναι ενδεικτικός, τότε μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι δεν θα πετύχουμε τον στόχο των 300 δισεκατομμυρίων. Από την αρχή έλεγα ότι για να τον πετύχουμε θα χρειαζόμαστε μία μόχλευση, έναν πολλαπλασιαστή επί δεκαπέντε ή δεκαέξι του αρχικού κεφαλαίου. Σήμερα ο πολλαπλασιαστής είναι στο οκτώ με εννέα και δεν βλέπω πώς μπορεί να αλλάξει αυτό».
Διαφορετική όμως, είναι η άποψη του συμπροεδρεύοντος των Ευρωπαίων Πρασίνων Φίλιπ Λάμπερτς. Οπως υποστηρίζει η πρωτοβουλία Γιούνκερ δεν είναι καλή, αλλά τα σχέδια που χρηματοδοτήθηκαν θα έβρισκαν ούτως ή άλλως χρηματοδότηση από την ιδιωτική οικονομία. «Απλώς παρουσιάστηκε μία καλή ευκαιρία να βρουν χρηματοδότηση από δημόσιους πόρους. Και κάποιοι εκμεταλλεύτηκαν την ευκαιρία», σημείωσε και επισήμανε ότι τα περισσότερα χρήματα πηγαίνουν σε επενδυτικές προτάσεις από τα μεγαλύτερα κράτη-μέλη που θεωρούνται ούτως ή άλλως κερδοφόρες, ενώ περνούν σε δεύτερη μοίρα οι επενδύσεις στις χώρες της κρίσης». Και ο Βέλγος ευρωοβουλευτής επισημαίνει ότι «για παράδειγμα, στη Γερμανία λείπουν οι επενδύσεις, όχι το επενδυτικό δυναμικό. Απλώς υπάρχει μία έμμονη ιδέα με τους ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς και τα μηδενικά ελλείμματα. Όμως στην Ελλάδα ή στην Ισπανία δεν υπάρχουν ούτε επενδύσεις, ούτε επενδυτικό δυναμικό. Εκεί θα έπρεπε να δώσουμε προτεραιότητα».
Η υστέρηση των Νοτιοευρωπαίων, σύμφωνα με την αντίληψη που συμμερίζονται πολλοί, οφείλεται και στους κανονισμούς της (απαραίτητης για τη μόχλευση) Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, η οποία χρηματοδοτεί μόνο επενδύσεις που θεωρεί κερδοφόρες, προκειμένου να μην διακινδυνεύσει την αξιολόγησή της με ΑΑΑ στις διεθνείς αγορές. Αυτόν τον κανόνα, να στηρίζονται δηλαδή επενδυτικά σχέδια που θεωρούνται αποδοτικά και ώριμα ακολουθεί η ΕΤΕπ.
«Στην ουσία δεν έχουμε παρά μία ‘αναχρηματοδότηση’ επενδύσεων, οι οποίες παλαιότερα θα έβρισκαν χρηματοδότηση από τα διαρθρωτικά ταμεία ή τα ‘διευρωπαϊκά δίκτυαʼ. Δηλαδή δεν έχουμε επιπλέον επενδύσεις, απλά στέλνουμε αλλού τον λογαριασμό», είπε ο κ.Φέρμπερ. Από την πλευρά του ο Φ. Λάμπερτς έκανε μια παρατήρηση που αφορά την Ελλάδα: «Η ΕΕ χρηματοδοτεί «λίγο απ’ όλα». Θα ήταν προτιμότερο και πιο ωφέλιμο για χώρες όπως η Ελλάδα, να υπάρχει συγκεκριμένη στόχευση, για παράδειγμα στην ενέργεια. Η περιφέρεια της Ευρώπης έχει το μεγαλύτερο δυναμικό για ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, ενώ την ίδια στιγμή το κέντρο της Ευρώπης έχει τη μεγαλύτερη κατανάλωση. Αυτό τί σημαίνει; Ότι αν επενδύαμε στις ανανεώσιμες πηγές, θα είχαμε τη στόχευση που σήμερα λείπει από το πακέτο Γιούνκερ» .
Ωστόσο, η συμμετοχή της Ελλάδας στο «πακέτο Γιούνκερ» είναι πολύ μικρή. Συμμετέχει μόνο με δύο επενδυτικά σχέδια του ιδιωτικού τομέα, παρά την υπόσχεση τρου υπουργείου Ανάπτυξης, που διατυπώθηκε το Μάρτιο για «επενδυτική αντεπίθεση», στα πλαίσια της οποίας πρότεινε για χρηματοδότηση 42 έργα υποδομής, ύψους 5,6 δις ευρώ.
Aποστολή