Την «προσαρμογή» της φορολογικής νομοθεσίας που διέπει το γάλα, τα προϊόντα με βάση το γάλα και το κρέας, που εισάγονται από άλλες χώρες της ΕΕ, ζήτησε από την Ελλάδα η Κομισιόν, δίνοντας διορία δύο μηνών. Σε διαφορετική περίπτωση, κινδυνεύει με ένα ακόμη πρόστιμο.
Επί του παρόντος η Ελλάδα επιβάλλει φόρο επί της αγοράς του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων. Ωστόσο, ο φόρος δεν εφαρμόζεται κατά τον ίδιο τρόπο στα εγχώρια προϊόντα όπως γίνεται σε προϊόντα από άλλα κράτη μέλη. Ορισμένα εθνικά προϊόντα απαλλάσσονται από τη φορολογία και άλλα φορολογούνται σε χαμηλότερα επίπεδα.
Φόρος επιβάλλεται επίσης επί των αγορών τόσο στο εγχώριο όσο και στο εισαγόμενο κρέας. Ωστόσο, ο φόρος αυτός χρησιμοποιείται για να χρηματοδοτήσει τον ΕΛ.Ο.ΓΑ.Κ., έναν δημόσιο φορέα, ο οποίος παρέχει επιχορηγήσεις σε Έλληνες αγρότες και, συνεπώς, ωφελεί μόνο τα εγχώρια προϊόντα.
Οι διατάξεις αυτές παραβιάζουν, κατά την Επιτροπή, τους κανόνες της ΕΕ που απαγορεύουν τα μέτρα που έχουν ισοδύναμο αποτέλεσμα με τους δασμούς και δημιουργούν εσωτερική φορολόγηση που εισάγει διακρίσεις. Το αίτημα διατυπώνεται υπό μορφή αιτιολογημένης γνώμης. Αν δεν υπάρξει ικανοποιητική ανταπόκριση εντός δύο μηνών, η Επιτροπή μπορεί να παραπέμψει την υπόθεση στο Δικαστήριο της ΕΕ.
Παράλληλα, η Κομισιόν ζήτησε σήμερα από την Ελλάδα να τροποποιήσει την εθνική της νομοθεσία που απαιτεί από όλους τους οινοπαραγωγούς της Σάμου να είναι μέλη του τοπικού συνεταιρισμού οινοπαραγωγών και να παραδίδουν το σύνολο της παραγωγής μούστου στο συνεταιρισμό.
Η Επιτροπή θεωρεί ότι η υποχρέωση συμμετοχής σε μια οργάνωση παραγωγών είναι αντίθετη προς την αρχή της ανοικτής αγοράς, σύμφωνα με την οποία κάθε παραγωγός έχει ελεύθερη πρόσβαση στην αγορά, η οποία ρυθμίζεται μόνον από τα μέτρα που προβλέπονται από κοινούς κανόνες του τομέα σε επίπεδο ΕΕ.
Το αίτημα της Επιτροπής έχει τη μορφή αιτιολογημένης γνώμης, η οποία αποτελεί συνέχεια μη ικανοποιητικής απάντησης από τις ελληνικές αρχές στην προειδοποιητική επιστολή που στάλθηκε το 2011. Αν δεν υπάρξει ικανοποιητική ανταπόκριση εντός δύο μηνών, η Επιτροπή μπορεί να παραπέμψει την υπόθεση στο Δικαστήριο της ΕΕ.
Aποστολή