ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΠτΒ και Υποψηφίου Βουλευτή της ΝΔ στη Β’ Περιφέρεια Αθηνών Ευάγγελου Μεϊμαράκη στο ΑΠΕ – ΜΠΕ και στον Γιώργο Κουβαρά
- Κύριε Μεϊμαράκη, όλες οι δημοσκοπήσεις, τον τελευταίο καιρό πιο έντονα, μιλούν για προβάδισμα του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στη ΝΔ. Εσείς είπατε παλαιότερα ότι αυτό μπορεί να ανατραπεί. Δώδεκα ημέρες μένουν, ισχύει ακόμη αυτό που λέγατε ότι μπορεί να ανατραπεί;
Οι δημοσκοπήσεις, όπως κατ’ επανάληψη έχουμε πει, αποτυπώνουν την άποψη των πολιτών και των εκλογέων την ώρα της ερώτησης. Καλό είναι να τις ξέρουμε όλοι, ιδιαίτερα όταν είσαι δεύτερος για να τις ανατρέψεις και όταν είσαι πρώτος για να τις συντηρήσεις. Τα ποιοτικά στοιχεία που παρακολουθώ από πολύ κοντά δείχνουν ότι υπάρχει πολύ μεγάλο ποσοστό αναποφάσιστων, οι οποίοι είναι πολύ μεγάλη δεξαμενή, που θα αποφασίσει την τελευταία εβδομάδα και από αυτούς ένα πολύ μεγάλο ποσοστό θα αποφασίσει την Παρασκευή και το Σάββατο προ των εκλογών και ένα άλλο ποσοστό την Κυριακή το πρωί. Όσο και αν μας φαίνεται παράξενο, δεν αμφισβητώ τα ποιοτικά στοιχεία των δημοσκοπήσεων. Πιστεύω ότι μέχρι να κλείσουν οι κάλπες απαιτείται να λαμβάνεις υπόψη τις δημοσκοπήσεις, αλλά να δίνεις τη μάχη σου και να εντείνεις την προσπάθειά σου με επιχειρήματα και πειθώ ώστε να τους πείσεις όταν έρθουν στην κάλπη να μας ψηφίσουν. Θυμάμαι, το 2000, η ΝΔ κατέγραφε πρωτιά στις δημοσκοπήσεις, ακόμη και τα exit poll μας έδιναν πρώτους την Κυριακή κι όμως έχασε με 1,5% τις εκλογές. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να υπάρξουν ανατροπές στις μετρήσεις, άλλωστε δεν βγαίνουν πάντα όπως καταγράφονται. Διαφορετικά δεν θα χρειαζόταν να κάνουμε εκλογές, θα κάναμε μετρήσεις και θα τελείωνε η υπόθεση. Δεύτερον, συγκριτικά με το ’12, πιστεύω ότι υπάρχει πολύ μεγάλη μερίδα πολιτών που είναι σε απόσταση από το πολιτικό σύστημα, σε επιφύλαξη, περιμένει να δει τα προγράμματα και τα επιχειρήματα του κάθε κόμματος που διεκδικεί την εξουσία και τον κορμό της διακυβέρνησης και θα αποφασίσει. Γι’ αυτό και πιστεύω ότι πρέπει να πάμε με ήρεμους τόνους, γιατί ο πολίτης θέλει να μας ακούσει. Το ’12 δεν ήθελε ούτε να μας ακούσει και η ψήφος του ήταν ψήφος τιμωρίας, διαμαρτυρίας, οργής συνολικής προς το πολιτικό σύστημα. Συμπερασματικά, τις ημέρες που μας μένουν μέχρι και να κλείσουν οι κάλπες όλα μπορούν να συμβούν, είναι ανοιχτά όσο ποτέ άλλοτε
- Μιλάτε για επιχειρήματα, για πειθώ. Είπατε «ήρεμοι τόνοι», ωστόσο διαβλέπουμε ότι αυτή τη φορά υπάρχει πάρα πολύ μεγάλη πόλωση, ένταση και ακούγονται και κάποια πράγματα που ξεπερνούν το ήθος και τη δεοντολογία. Ακούστηκε π.χ. ότι κάποιος αρχηγός κόμματος πληρώθηκε για να μην ψηφίσει τον ΠτΔ. Πιστεύετε ότι σε αυτές τις εκλογές έχουμε ξεπεράσει το μέτρο ή όχι;
Καταρχήν, να ξεκαθαρίσουμε ορισμένα πράγματα. Πρώτον, ο διάλογος και το ύφος και το ήθος σε επίπεδο αρχηγών. Δεύτερον, ο διάλογος μεταξύ των εκπροσώπων και ο πόλεμος των ανακοινώσεων, τρίτον μεταξύ των υποψηφίων που πολλές φορές ξεφεύγουν και λένε ακρότητες γιατί θα κερδίσουν δημοσιότητα. Εγώ μένω αρχικά στον τρόπο συμπεριφοράς, ύφους, ήθους, διαλόγου αρχηγών. Θεωρώ ότι μέχρι στιγμής δεν έχουμε υπερβεί τα εσκαμμένα, μπορεί να υπήρξαν εντάσεις, αλλά δεν ήταν αυτού του μεγέθους. Δεύτερον, πόλωση δεν σημαίνει αναγκαστικά και συμπεριφορά πεζοδρομιακή ή περιθωριακή ή συμπεριφορά που δείχνει ότι δεν υπάρχει σεβασμός και ποιότητα στο διάλογο. Πιστεύω ότι οι πολίτες παρακολουθούν. Θα κατακρίνουν, κατά τη γνώμη μου, τις κραυγές και τις ακραίες χωρίς λόγο εντάσεις. Το ότι κάποια στιγμή μπορεί να υπάρξουν κάποιες εντάσεις και να ξεφύγουμε ρητορικά παντού συμβαίνει, πάντα συμβαίνει, Έλληνες είμαστε και όσο προχωράμε προς τις εκλογές, μπορεί να υπάρξουν τέτοια φαινόμενα. Κατά βάση πιστεύω ότι η ΝΔ έχει όφελος να πάει με χαμηλούς τόνους γιατί έχει τα επιχειρήματα, το έργο, το πρόγραμμα και μπορεί να δημιουργήσει αληθινή ελπίδα χωρίς να υπόσχεται χωρίς επιχειρήματα και να καλλιεργεί φρούδες ελπίδες.
- Εσείς το πιστεύετε αυτό, μιλάτε για επιχειρήματα, ωστόσο κατηγορεί ο ΣΥΡΙΖΑ τη ΝΔ ότι στηρίζει την προεκλογική της καμπάνια και τα επιχειρήματα στην τρομοκράτηση της κοινής γνώμης, στο φόβο. Το συμμερίζεστε αυτό;
Ο ΣΥΡΙΖΑ, για να μην απαντήσει με συγκεκριμένα επιχειρήματα και να διαλύσει αυτό το φόβο, αντί να απαντήσει καλλιεργεί μια άποψη ότι η ΝΔ επενδύει στο φόβο. Όσοι μας παρακολουθούν πρέπει να ξέρουν ότι εκλογές γίνονται σε όλες τις χώρες της Ευρώπης. Ποτέ δεν υπάρχουν τέτοιου μεγέθους αβεβαιότητες και αστάθειες σε ολόκληρο το σύστημα της ευρωζώνης. Γιατί δεν υπάρχουν; Γιατί ποτέ κανένα κόμμα που διεκδικεί την εξουσία δεν έχει πει ότι θα αμφισβητήσει τις συλλογικές γενικές συμβάσεις που έχει υπογράψει και έχει δεσμεύσει η χώρα. Αυτό προκαλεί μεγάλο πρόβλημα. Ο ΣΥΡΙΖΑ αντί να απαντήσει ευθέως και να πει ότι θα σεβαστεί αυτές τις συμβάσεις, οπότε θα διαλυθούν οι όποιοι κίνδυνοι, επιμένει να διατηρεί αυτή την ασάφεια και με γενικόλογες απαντήσεις να προκαλείται ο φόβος παντού. Δεν είναι ανάγκη να το καλλιεργήσει αυτό η ΝΔ. Το συζητούν δημοσιογράφοι, πολιτικά κόμματα, παντού. Άλλωστε, και ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ το καλλιεργεί ότι θα τα αμφισβητήσει και θα πάει να επαναδιαπραγματευτεί. Μου θυμίζει ΑΕ που πήρε δάνειο από τράπεζα με κάποιους όρους. Αυτή η ΑΕ αλλάζει διευθύνοντα σύμβουλο και έρχεται ο καινούργιος ο διευθύνων σύμβουλος, ο διαχειριστής, και λέει στην τράπεζα ότι δεν τον ενδιαφέρει τι υπέγραψε ο προηγούμενος και έχει δεσμεύσει το νομικό πρόσωπο της εταιρείας, θέλει νέα συμφωνία. Το λέει μάλιστα πριν πάρει την εταιρεία. Πιστεύετε ότι η τράπεζα θα χαρεί, θα του πει «εντάξει, έλα έτσι»; Θα δημιουργηθεί ένα νέο συναλλακτικό πεδίο; Αν ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει να σπάσει αυτό το κλίμα, το οποίο λέει ότι εμείς καλλιεργούμε, με μια του λέξη μπορεί να το διαλύσει. Δεν θέλει να το διαλύσει, θέλει να κρατάει αυτά τα σύννεφα. Μια πολύ μεγάλη μερίδα του ΣΥΡΙΖΑ, αρκετές συνιστώσες, το πιστεύει αυτό. Αυτά όμως δεν μπορούν να περάσουν και να μείνεις και στο νόμισμα της ευρωζώνης. Ακούω ότι και ο αείμνηστος Ανδρέας Παπανδρέου έλεγε το ’81 ότι θα φύγει από την ΕΟΚ και το ΝΑΤΟ και δεν έφυγε. Καταρχήν, η αναξιοπιστία δεν μπορεί να είναι προτέρημα για να ψηφίσεις κάποιον, αλλά τότε δεν υπήρχε το κοινό νόμισμα. Μπορούσε να τυπώσει χρήμα και αυτά που έλεγε ότι θα κάνει ήταν ζητήματα διεθνών οργανισμών τα οποία δεν επηρέαζαν την οικονομία. Επιτρέψτε μου να πω καθαρά στους πολίτες ότι στη Δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα, αλλά στην οικονομία υπάρχουν και μπορεί να δημιουργηθούν με βάση τη δημοκρατική διέξοδο που έχει στις 25 Γενάρη ο πολίτης. Είναι κυρίαρχος της μοίρας του. Πρέπει να αποφασίσει και να πεισθεί. Εμείς έχουμε προτείνει ότι πρέπει να προχωρήσουμε στην αξιολόγηση μέχρι 28 Φεβρουαρίου. Αυτό θα μας βοηθήσει, πέρα από το να πάρουμε τη δόση, να μπούμε και στο δίχτυ προστασίας και ταυτόχρονα να συζητήσουμε, αν χρειάζεται, γιατί έχει υπογραφεί από το ’11, το χρέος ξανά. Αυτό θα συζητηθεί και ως ανταμοιβή σε μια χώρα που έχει εφαρμόσει τις δεσμεύσεις της και που έχει δείξει ότι πράγματι θέλει με θυσίες και κόπους να παραμείνει στο ευρώ. Δεν θα είναι συζήτηση και διαπραγμάτευση με κάποιους που λένε ότι δεν πληρώνουν και δεν τους ενδιαφέρει τίποτε, διότι εφόσον δεν προχωράς με βάση τους κανόνες, είναι φυσιολογικό ο συνομιλητής σου να σου πει να κάνεις ό,τι θέλεις. «Δεν θέλεις να ακολουθήσεις τις δεσμεύσεις της χώρας σου, φύγε». Δεν λέει κανείς ότι θα μας βγάλουν, αλλά μπορεί να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις που να συμβεί το ατύχημα. Άρα, το φόβο δεν τον καλλιεργεί η ΝΔ, τον καλλιεργεί ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ με την ασάφειά του.
- Μιλάτε για την ανάγκη σαφήνειας, πολύ σημαντική κατά την άποψή μου, ωστόσο στο λαό, στον κόσμο, στον άνθρωπο που θα πάει να ψηφίσει υπάρχει ασάφεια και σε κάτι άλλο, ποια θα είναι η πολιτική για να βγει από αυτό το αδιέξοδο, την πίεση της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης που αντιμετωπίζει. Είχαμε ένα e–mail από την τρόικα πολύ συγκεκριμένο και κατά τη γνώμη μου όχι τόσο σαφές αν θα ληφθούν ή όχι επιπρόσθετα μέτρα. Μάλιστα, από ό,τι θυμάμαι, ο κ. Κύρτσος μίλησε για μείωση των συντάξεων από τη ΝΔ. Πόσο είναι σαφές στο μυαλό αυτού που ψηφίζει ότι δεν θα μειωθούν άλλο οι συντάξεις, ότι δεν θα ληφθούν άλλα μέτρα, ότι δεν θα έχουμε υπερφορολόγηση;
Έχετε δίκιο στο ότι μια πολύ μεγάλη μερίδα πολιτών αισθάνεται ότι όποιος και να βγει δεν έχει να χάσει τίποτα. Και έχετε δίκιο στο ότι η πολιτική η οποία ασκήθηκε τα τελευταία χρόνια, στην ουσία έχει καταστρέψει τη μεσαία τάξη, την παραγωγική τάξη, τον παραγωγικό ιστό της ελληνικής κοινωνίας. Καταρχήν όμως να ξεκαθαρίσουμε ότι αυτή είναι μια πολιτική που εμείς έπρεπε να εφαρμόσουμε, δεν είναι η πολιτική μας, είναι μια πολιτική για την οποία είχε δεσμευτεί η χώρα το 2010. Στις εκλογές του 2012 ο δικός μας πολιτικός χώρος κατακερματίστηκε πολιτικά γιατί υπήρξε ένας πολύ μεγάλος προβληματισμός πάνω σε αυτό το ζήτημα, διότι κάποιοι είπαμε ότι εφόσον η χώρα δεσμεύτηκε και μάλιστα υπέγραψε και εγκρίθηκε και με την κοινοβουλευτική πλειοψηφία, από δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση, γιατί αυτό το ξεχνάνε κάποιοι, πρέπει να είμαστε συνεπείς στις δεσμεύσεις μας. Αυτό θεωρήθηκε ως μια τούμπα της ΝΔ, ότι να είδες από αντιμνημονιακή έγινε μνημονιακή. Όχι, ήμασταν και με επιχειρήματα ότι δεν έπρεπε να υπογραφεί αυτό και δεν έπρεπε να ασκηθεί εκείνη η πολιτική η οποία μας οδήγησε στο μνημόνιο. Από τη στιγμή όμως που υπεγράφη δεν μπορεί η χώρα, επειδή θα άλλαζε κυβέρνηση, να μην τηρήσει τις δεσμεύσεις της, πράγμα το οποίο επισημαίνουμε και σήμερα. Κάποιοι στον δικό μας χώρο είπαν όχι, πρέπει να μην δεχτούμε αυτές τις συμφωνίες, δεν πρέπει να δεχτούμε ότι υπεγράφησαν κ.λπ. και υπήρξε ένας μεγάλος κατακερματισμός των πολιτικών μας δυνάμεων. Άρα, η πολιτική η οποία ασκήθηκε ήταν δεσμεύσεις που είχε αναλάβει η χώρα στην προσπάθειά της να μείνει στο ευρώ. Το 2012 θα ήταν εύκολο για τη ΝΔ, αλλά και για το ΠΑΣΟΚ και τη ΔΗΜΑΡ, να πούμε ότι πάμε και σε τρίτες και σε τέταρτες εκλογές ή μπαίνουμε όλοι μαζί σε μια κυβέρνηση ή δεν αναλαμβάνει κανείς την ευθύνη να προχωρήσουμε. Όσοι το 2012 αναλάβαμε αυτή την ευθύνη, ξέραμε τις δυσκολίες, εδώ στη Βουλή χιλιάδες κόσμος απέξω. Και ξέραμε τι πρόγραμμα πάμε να εφαρμόσουμε, το οποίο έπρεπε να προσπαθήσουμε κιόλας να είναι και λίγο διαφορετικό γιατί βλέπαμε ότι αυτή η εφαρμογή μας οδηγούσε στην ύφεση.
Εφαρμόστηκε το πρόγραμμα. Πράγματι υπέστησαν τρομερές θυσίες οι Έλληνες πολίτες, η μεσαία τάξη πρέπει να αναταχθεί, σχεδόν εξαφανίστηκε. Είναι πάρα πολύ απογοητευμένοι και στεναχωρημένοι από αυτή την πολιτική. Αλλά τώρα αυτήν τη στιγμή βρισκόμαστε στην έξοδο. Αν δεν είχαμε αυτές τις εκβιαστικές εκλογές, το 2015 και το 2016 θα αρχίζαμε να βλέπουμε την απόδοση και την αποτελεσματικότητα των θυσιών, των κόπων και των μέτρων που ελήφθησαν. Και ίσως γι’ αυτό κάποιοι θέλησαν να οδηγηθούμε τώρα στις εκλογές. Γιατί, για πρώτη φορά, στα τέλη του 2014, κατεγράφη, έστω αριθμητικά μια αναπτυξιακή πορεία της χώρας, μικρή αλλά σταθερή. Για πρώτη φορά στο τελευταίο 4μηνο του 2014 κατεγράφη μια μείωση της ανεργίας, μικρή, σταθερή, αλλά κατεγράφη. Για πρώτη φορά μειώθηκαν φορολογικοί συντελεστές, στον ΕΦΚ πετρελαίου, παρέμεινε χαμηλός στο 13% ο φόρος εστίασης. Για πρώτη φορά μειώθηκε το 30% της έκτακτης εισφοράς που είναι στην ουσία αύξηση εισοδήματος, μικρή αλλά υπήρξε. Για πρώτη φορά δόθηκαν, επειδή υπήρξαν πλεονάσματα, στα ειδικά μισθολόγια που αδικήθηκαν, κάποια επιπλέον ποσά, μέχρι να φτάσουμε αναδρομικά τις περικοπές που έγιναν. Για πρώτη φορά έρχονται επενδύσεις στη χώρα οι οποίες δημιουργούν ένα νέο αέρα και ένα κλίμα. Αυτά αν δεν πηγαίναμε για εκλογές τώρα αλλά πηγαίναμε το 2016, θα έδειχναν το 2015 ότι ακολουθήσαμε μια πάρα πολύ δύσκολη αλλά αναγκαία πορεία με πάρα πολλά λάθη, που θα μπορούσαν όμως να ανακουφίσουν σιγά σιγά τους Έλληνες πολίτες και να ανατάξουν τη μεσαία τάξη. Εγώ γι’ αυτή μάχομαι και αυτή θέλω να εκπροσωπήσω. Και πιστεύω ότι ο ΕΝΦΙΑ ήταν ένα χτύπημα στη μεσαία τάξη, και γι’ αυτό προτιθέμεθα να καταργηθεί. Πρώτον να μειωθεί κατά το 2015 και δεύτερον να καταργηθεί, να γίνει ένα τέλος προς την αυτοδιοίκηση.
Αυτή τη στιγμή η χώρα μπαίνει σε μια πορεία, το μνημόνιο τελειώνει, γίνεται η τελευταία αξιολόγηση. Ήταν φυσικό να τεθούν μέιλ και πολλά ζητήματα στο τραπέζι, γιατί ξέρανε ότι βγαίνουμε εκτός. Και να μπούμε στο δίχτυ ασφαλείας ώστε να έχουμε τη ρευστότητα που απαιτείται και η χώρα σιγά σιγά να μπει σε μια κανονικότητα. Αυτή η κανονικότητα διακόπτεται βιαίως αυτή τη στιγμή. Οι πολίτες που σκέφτονται ότι δεν έχουν να χάσουν τίποτα, τους λέω ότι έχουν να χάσουν. Έχουν να χάσουν τη βελτίωση η οποία θα υπάρχει από εδώ και μπρος χάνοντας όλα αυτά που είχαν στο παρελθόν. Δημιουργούνται ευκαιρίες πλέον και πιστεύω ότι η Ελλάδα μπορούσε και μπορεί να καταφέρει αν πράγματι έχουμε στις 25 Ιανουαρίου μια ορθή επιλογή των πολιτών, που κατά τη γνώμη μου είναι να είναι η ΝΔ μπροστά.
- ωστόσο υπάρχει και ένας πολύ μεγάλος προβληματισμός, ποιο θα είναι το τρίτο κόμμα. Και ίσως για κάποιους να είναι εφιαλτικό το σενάριο, διερευνητική εντολή να πάρει ένα κόμμα του οποίου οι βουλευτές βρίσκονται αυτή την στιγμή στον Κορυδαλλό. Πως το βλέπετε εσείς αυτό το σενάριο ως προοπτική.
Καταρχήν να σας πω ότι προσωπικά πιστεύω ότι οι πολίτες επειδή δεν βρίσκονται στη φάση του 2012 όπου θέλανε πολιτικά να τιμωρήσουν το πολιτικό σύστημα, δεν θα δώσουν μεγάλα ποσοστά σε ακραίες και λαϊκίστικές κραυγές, και μορφώματα τέτοιου τύπου . Θεωρώ λοιπόν ότι τρίτο κόμμα θα είναι ένα κόμμα του δημοκρατικού τόξου. Τώρα το εύχομαι το πιστεύω. Οι έλληνες πολίτες είναι πολύ πιο ώριμοι, και πολύ πιο καχύποπτοι, απ’ ότι το 2012, πού το 2009 άκουσαν μεγάλα λόγια, ότι δεν έγινε ότι δηλώθηκε, αλλά τώρα καλούνται να δώσουν μία ψήφο, δημιουργίας μίας έκφρασης προγράμματος που μπορεί να μας βγάλει στην έξοδο της κρίσης γιατί φτάσαμε στην έξοδο της κρίσης. Η άποψη μου είναι ότι όποιο και να είναι τρίτο κόμμα, να σχηματιστεί κυβέρνηση από την πρώτη εντολή.
- Ακόμη και αν είναι κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΚΚΕ όπως τόνισε και ο κ.Τσίπρας;
Εγώ δεν πιστεύω ότι θα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ πρώτος. Αλλά πιστεύω ότι η χώρα δεν έχει την πολυτέλεια τέτοια. Γιατί σας είπα, δημοκρατικά αδιέξοδα δεν υπάρχουν, αλλά από την στιγμή που είσαι εντεταγμένος σε ένα κοινό νόμισμα με κοινούς κανόνες μπορεί να δημιουργηθούν αδιέξοδα στην οικονομία. Και οι πολίτες θα πρέπει να το γνωρίζουν αυτό. Εάν δηλαδή χάσουμε το πρώτο 5μηνο του 2015, με εκλογικές διαδικασίες όπου θα σας έλεγα ότι οι πολίτες δεν ανταποκρίνονται στις υποχρεώσεις τους. Τα έσοδα δηλαδή του κράτους δεν είναι όπως τα υπολογίζουμε, δεν θα έχουμε πάρει και τις δόσεις, και θα είμαστε σε μία κατάσταση οικονομικά, η οποία καταλαβαίνετε θα είναι πάρα πολύ δύσκολο να τη διαχειριστούμε. Δεν είναι κινδυνολογία, πραγματικότητα είναι, και πιστεύω ότι οι πολίτες θα πρέπει να το καταλάβουνε. ΓΙ αυτό θεωρώ ότι στις κάλπες, ε την καχυποψία που απαιτείται, και με την πρόθεση εμπιστοσύνης και εντολής, που πρέπει να δώσουνε ώστε να σχηματιστεί κυβέρνηση από την πρώτη εντολή.
- επειδή βρισκόμαστε στη Βουλή των Ελλήνων πόσο δύσκολο ήταν από το 2012 ως σήμερα να προεδρεύετε σε μία Συνέλευση όπου για πρώτη φορά έχουμε 25 ανεξάρτητους βουλευτές, έχουμε δει βουλευτές έξω από το πνεύμα τη δεοντολογία και το ήθος που έχει γνωρίσει αυτή η Βουλή, έχουν αναγκαστεί από το Προεδρείο της Βουλής να αποβάλλουν βουλευτές έξω από το ημικύκλιο, ποια ήταν η εμπειρία σας η πιο δύσκολη στιγμή που αντιμετωπίσατε.
Ξέρετε πραγματικά η Βουλή αυτή ήταν προϊόν μιας ψήφου τιμωρητικής, αγανάκτησης, οργής και περίμενε κανείς αυτή η Βουλή να ήτανε μία σύνθεση, που θα έδινε μία πολύ κακή εικόνα, και που δεν είχε έργο να παρουσιάσει. Εντέλει όμως συγκριτικά με ότι περιμέναμε, αυτή η Βουλή παρουσίασε έργο, καταφέραμε να αποφύγουμε την άτακτη χρεοκοπία, η οποία θα έσπαγε την κοινωνική συνοχή, μην ξεχνάτε ότι ήταν χιλιάδες κόσμου έξω από το κοινοβούλιο, δικαιολογημένα αγανακτισμένοι εν πολλοίς, και χωρίς εμπιστοσύνη στα πολιτικά κόμματα. Και καταφέραμε για ΄ρωτη φορά ιστορικά πολιτικοί αντίπαλοι, και ιδεολογικοί αντίπαλοι, να σχηματίσουν κυβέρνηση, με μόνος τόχο να κρατηθεί η Ελλάδα μέσα στην ευρωζώνη , εφαρμόζοντας τις δεσμεύσεις της και προσπαθώντας α βελτιώσει τους όρους των συμβάσεων οι οποίες, είχαν αναληφθεί. ¨Ήταν λοιπόν η πρώτη φορά, που ήταν μία κυβέρνηση που στηριζόταν σε τρείς κοινοβουλευτικές ομάδες. Ήταν η πρώτη φορά που υπήρχαν τόσα πολλά κόμματα. Ήταν η πρώτη φορά που υπήρξε μόρφωμα ακροδεξιών κομμάτων με διάθεση να εκφράσει αυτή την αγανάκτηση και να την καπηλευθεί. Να την εμπορευθεί. Ήταν η πρώτη φορά που υπήρχαν τόσοι ανεξάρτητοι βουλευτές, που δεν μπορούσαν να σηκώσουν αυτό το δυσανάλογο βάρος που μας αναλογούσε, σε όλους,. Ήταν η πρώτη φορά που είχαμε προφυλακισμένους βουλευτές, ήταν η πρώτη φορά που έπρεπε να λειτουργήσουμε κάτω από πολύ έκτακτες συνθήκες, γιατί και άλλα κοινοβούλια για να ψηφίσουν για την Ελλάδα, συνεδρίαζαν Σάββατο και Κυριακή . Άρα τι θα έκανε το ελληνικό κοινοβούλιο; Συνεδριάσαμε λοιπόν πολλά Σάββατα πολλές Κυριακές, πολλά βράδια πολλά πρωινά. Και τελικά πιστεύω ότι όλα τα λάθη τα οποία μπορεί να υπήρξαν, και με μεμονωμένες συμπεριφορές δεν ήταν ποιοτικά σωστές, και που πολλές φορές αναδείχθηκαν πιο πολύ απ’ όσο θα έπρεπε, και που δεν τιμούσαν το Κοινοβούλιο. Εντούτοις καταφέραμε η συντριπτική πλειοψηφία των βουλευτών, να συνεννοηθούμε, να μπορέσουμε να περάσουμε κάποια βασικά νομοσχέδια. Να έχουμε μια συνεννόηση και με την αντιπολίτευση, τουλάχιστον ως προς τα διαδικαστικά και τα οργανωτικά της συζήτησης. Και να σας πω ότι θεωρούσαμε πάντα ότι οι μέχρι τώρα Πρόεδροι των κοινοβουλίων, ήταν άνθρωποι αξιοσέβαστοι, μ έναν πολιτειακό ρόλο, και βέβαια είναι τιμή που είμαι Πρόεδρος της Βουλής. Αλλά για να σας είμαι ειλικρινής δεν το φανταζόμουνα πίστευα ότι δεν θα είχα μια πολιτική έτσι ενεργή παρέμβαση,.
Σας πληροφορώ ότ ι πρώτον δεν έπληξα καθόλου, αυτά τα δυόμιση χρόνια, είχαμε μία συνεχή συνεννόηση και συζήτηση τριών κομμάτων, κοινοβουλευτικών ομάδων, μαζί με την κυβέρνηση εδώ, με μία ΝΔ η οποία αισθανόταν ότι μπορούσε να περνάει τα νομοσχέδια γιατί είχε μια αντίληψη μονοκομματικών κυβερνήσεων, τόσα χρόνια. Με ένα ΠΑΣΟΚ που μόλις είχε πέσει από την κυβέρνηση, και αισθανόταν την κυβερνησιμότητα που είχε, και που έπρεπε να συγκλίνουν αυτές οι απόψεις, και με την οργανωμένη τους βάση να είναι σε ένταση και σε διαμάχη. Και τη ΔΗΜΑΡ η οποία ήθελε όλο και περισσότερο να βασανίσουμε τα ζητήματα και να τα καθυστερήσουμε όσο το δυνατόν περισσότερο, κάτι που είναι λογικό. Ήταν πολύ δύσκολες οι αποφάσεις όμως τα καταφέραμε. Είναι μια παρακαταθήκη δηλαδή στην επόμενη Βουλή, που λέει ότι μπορούμε να συνεννοηθούμε. Μπορούμε να συνεργαστούμε. Μπορούμε να έχουμε μια στοιχειώδη συνεννόηση, στα βασικά ζητήματα που απασχολούν τους πολίτες μας. Και πρέπει να σας πω ότι εγώ θεωρώ ευτύχημα ότι έζησα από πολύ κοντά αυτές τις στιγμές. Ήμουνα στην Ομάδα που φτιάξαμε το Πρόγραμμα από τα τρία κόμματα για να υπάρξει η σύγκληση. Και μου έκαναν την τιμή να προεδρεύσω και στο Σώμα, πολύ μεγάλη τιμή γι αυτή την περίοδο .Και θεωρώ ότι μαζί με όλους τους συναδέλφους μου, με το Προεδρείο, με όλους εκείνους που πολλές φορές δημιουργήσανε και τις εντάσεις, τελικά τα καταφέραμε,. Δείξαμε ότι το πολιτικό σύστημα μπορεί να σταθεί, μπορεί να πάρει αποφάσεις, μπορεί να διαχειριστεί δυσκολίες, μπορεί να καταπραΰνει τους πολίτες μέσα στον πόνο τους, γιατί είναι μεγάλες οι περικοπές και οι θυσίες που υπέστησαν. Και όμως βλέπετε ότι σήμερα θέλουν να μας ακούσουν. Έχουν καταλάβει τι έχει συμβεί. Και αυτό νομίζω ήταν μια πολύ μεγάλη επιτυχία, της προηγούμενης Βουλής.
- Είναι κι ανοικτός λογαριασμός για εσάς, ίσως, γιατί ξέρω την τοποθέτησή σας, ήδη πριν τη διάλυση της Βουλής μία σωρεία τροπολογιών πέρασαν έτσι από τη Βουλή, αλλά και το άλλο γεγονός ότι θα θέλατε μία Βουλή, η οποία θα μπορούσε να έχει μία ελαστικότητα, ώστε να μπορούν ν’ αναθεωρούνται κάποια άρθρα του Συντάγματος…
Κατ’ αρχάς να σας πω ότι θέλει πολλές τροποποιήσεις ο κανονισμός και λυπάμαι που δεν συμφωνήσαμε να προχωρήσουμε σε κάποιες τροποποιήσεις. Η κυβέρνηση έχει τη νομοθετική πρωτοβουλία. Καταθέτει λοιπόν την τροπολογία, ή το νομοσχέδιο και κυρίαρχο ν’ αποφανθεί είναι το Σώμα κατά πλειοψηφία, δεν την έχει ο Πρόεδρος της Βουλής, υπάρχει μία παρεξήγηση και κάπου εδώ θα πρέπει να σταματήσει, δεν έχει αρμοδιότητα, δεν έχει δικαίωμα μπορεί βέβαια να κάνει συστάσεις αυστηρές στην κυβέρνηση, αλλά εάν η κυβέρνηση κρίνει κι η πλειοψηφία αποδέχεται αυτό προχωράει. Το δεύτερο, ότι δεν υπήρχε κουλτούρα συγκυβέρνησης τόσα χρόνια, πρώτη φορά υπήρξε η κυβέρνηση Τζανετάκη κι η οικουμενική στο παρελθόν είχε συγκεκριμένο πρόγραμμα να διαχειρισθεί και συγκεκριμένη ημερομηνία λήξης. Εδώ εμείς πηγαίναμε για μία θητεία 4ετίας, όπου εάν δεν υπήρχε η εκλογή προέδρου Δημοκρατίας, εγώ πιστεύω ότι θα ολοκληρωνότανε, γιατί ακριβώς είχαμε βρει τη χημεία εκείνη που μας βοηθούσε στο να συνεννοηθούμε και να συνεργασθούμε. Πάντοτε, να ξέρετε, όταν λήγει η θητεία μάς Βουλής η εκτελεστική εξουσία προσπαθεί να κλείσει ορισμένες εκκρεμότητες που υπάρχουν και πάντα υπήρχε σωρεία τροπολογιών. Συγκριτικά λοιπόν με τα προηγούμενα χρόνια, που ήταν και μονοκομματικές κυβερνήσεις, έχουμε πολύ λιγότερες ψηφισμένες, άλλο το κατατεθειμένεw κατετέθησαν πράγματι πάρα πολλές από βουλευτές, που είναι λογικό ότι θέλουν να δείξουν στις κοινωνικές ομάδες ότι, «να εγώ έφερα το αίτημα, αλλά δεν ψηφίσθηκε, δεν το δέχθηκε η κυβέρνηση». Αλλά μη μένουμε σ’ αυτό, το ζητούμενο είναι ότι ποιοι ψηφίσθηκαν, σε ποιο αριθμό και συγκριτικά με τα προηγούμενα χρόνια. Λοιπόν σας λέω ότι συγκριτικά είναι πολύ λιγότερες, , πάντα γινόταν η προσπάθεια να κλείσουν οι εκκρεμότητες, πολύ περισσότερο όταν προκηρύσσονται εκλογές εκτάκτως και βιαίως, όπως έγινε τώρα και πιστεύω πως, ναι, είναι ένα φαινόμενο που θα πρέπει να μας απασχολήσει και να δούμε πως θα εκλείψει. Απ’ την άλλη μεριά, ήταν πολύ έκτακτες οι καταστάσεις, πάρα πολύ έκτακτες, και γι’ αυτό ακριβώς παρ’ ότι και οι πράξεις νομοθετικού περιεχομένου ούτε η κυβέρνηση δεν θα ήθελε να τις κάνει, αναγκαζόταν προκειμένου να στείλει το μήνυμα στο εξωτερικό ότι το Κοινοβούλιο κι η κυβέρνηση είναι αποφασισμένοι και προχωράει, Τώρα, ως προς την αναθεώρηση του Συντάγματος που ορθώς επισημάνατε, εγώ έχω εκφράσει και στο παρελθόν μία άποψη, ότι το Σύνταγμα πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο λιτό. Το Ελληνικό Σύνταγμα δεν είναι λιτό. Και λέω ότι από τη στιγμή που περιέχει πάρα πολλά άρθρα που θέτουν περιορισμούς και αγκυλώσεις σε μία περιοχή που όλα αλλάζουν και μάλιστα με πολύ μεγάλη ταχύτητα και το παραδεχόμαστε κι αυτό, δεν μπορεί να λέμε στον Έλληνα πολίτη ότι ξέρεις κι εμείς θέλουμε κάποια πράγματα ν’ αλλάξουν αλλά το Σύνταγμα δεν μας το επιτρέπει, περίμενε επτά χρόνια, περίμενε οκτώ χρόνια, γι’ αυτό και πιστεύω και είχα προτείνει και στο παρελθόν ότι με πολύ αυξημένες πλειοψηφίες, για να μη γίνει απλός νόμος το Σύνταγμα, θα μπορούσε η κάθε Βουλή στη θητεία της, έστω μία φορά το άρθρο, το μη θεμελιώδες άρθρο, εφ’ όσον συμφωνούμε κι είναι κυρίαρχο Σώμα η Βουλή, να μπορεί ν’ αλλάζει. Παράδειγμα, σκεφθείτε τώρα, εάν οι 300 συμφωνήσουνε σε κάτι δεν μπορούμε να το κάνουμε γιατί μας το απαγορεύει το άρθρο του Συντάγματος, άρα τι κυρίαρχο Σώμα είναι η Βουλή; Δηλ. το ’08 δεν συμφωνήσαμε περιστασιακά για τα μη κρατικά Παν/μια, ή για τον Νόμο περί μη ευθύνης υπουργών ’10, το ’11 συμφωνήσαμε. Ξέρετε ότι μπορεί να ήμασταν και 300 βουλευτές που να λέγαμε ναι, να υπάρξουν μη κρατικά Παν/μια μ’ αυτούς τους όρους και τις προϋποθέσεις. Ε, δεν μπορούσαμε να τα’ αλλάξουμε, Μα τι κοινοβουλευτική δημοκρατία με κυρίαρχο Σώμα τη Βουλή είναι αυτή, όταν έχει τέτοιες αγκυλώσεις, σε δευτερεύουσας σημασίας ζητήματα, επαναλαμβάνω και δεν μπορεί έστω μία φορά στη θητεία της, με αυξημένη πλειοψηφία και μάλιστα που το θέλει κι ο πολίτης να προχωρά σε τέτοιες αλλαγές; Τρέχει πια όλος ο κόσμος τρέχει, όχι μόνον η Ευρώπη, δεν μπορεί εμείς να μένουμε πίσω σ’ αυτό. Θεωρώ ότι χάσαμε πάλι μία ευκαιρία για το Σύνταγμα, πιστεύω όμως ότι όλο και περισσότερο έδαφος κατακτά αυτή η σκέψη, όπως θα σας έλεγα και η διάταξη που οδήγησε τώρα στις εθνικές εκλογές κι αυτή πρέπει να τροποποιηθεί, σαφέστατα. Δεν μπορεί, επειδή η Βουλή δεν μπορεί να εκλέξει πρόεδρο της Δημοκρατίας να τιμωρούμε το Σώμα με εθνικές εκλογές και να σταματάμε την πορεία των πολιτών και της οικονομίας και της χώρας. Και γι’ αυτό είχα προτείνει τότε, και δυστυχώς η ΝΔ αντέδρασε και το ΠΑΣΟΚ και κάποιοι άλλοι έλεγαν να πάμε στην απ’ ευθείας εκλογή προέδρου Δημοκρατίας, όχι, εγώ πιστεύω ότι πρέπει να παραμείνει Προεδρευόμενη Δημοκρατία, πιστεύω ότι η Βουλή πρέπει να έχει τον κυρίαρχο ρόλο και γι’ αυτό έλεγα να πάμε με τις υποψηφιότητες στις τρεις πρώτες εκλογές όπως ορίζει το Σύνταγμα, και στην περίπτωση αποτυχίας τότε αυτές οι υποψηφιότητες να τίθενται στους πολίτες και να εκλέγεται ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Όχι με απ’ ευθείας, αλλά μετά, αφού έχει αποτύχει η Βουλή. Είναι ζητήματα που έχουν συζητηθεί ευρύτατα, βλέπω με χαρά ότι πολλοί Συνταγματολόγοι συμφωνούν πλέον και σ’ αυτές τις απόψεις, πιστεύω ότι μπορούν να γίνουν αποδεκτές και το Σύνταγμά μας να είναι πιο λιτό και όπου δεν μπορεί να είναι τόσο λιτό να έχει έναν πιο ευέλικτο τρόπο αναθεώρησης.
- Σε όλα τα κόμματα κε Πρόεδρε έγιναν μεταγραφές, κατεβάζουν νέα ονόματα, από ένα κόμμα μικρότερο σε μεγαλύτερο, βλέπουμε μία τέτοια ροή. Εσείς επιμένετε και κατεβαίνετε στη Β’ Περιφέρεια Αθηνών μία περιφέρεια που τώρα είναι «δύσκολη» για όλους, ακόμη και μέσα στο ίδιο σας το κόμμα υπάρχουν πολλά σημαντικά ονόματ Πως ελήφθη αυτή η απόφαση; Είναι παραδοσιακή, ή επιμένετε σε μία περιφέρεια που σας έχει ανταμείψει άλλωστε;
Όλα μαζί θα έλεγα. Διότι είναι ο χαρακτήρας μου τέτοιος, εγώ είμαι άνθρωπος της μάχης, εγώ θα πω ότι είμαι άνθρωπος της αρένας, μ’ αρέσει η μάχη, μ’ αρέσει η εκλογική διαδικασία, θεωρώ ότι τώρα, πολύ περισσότερο, που δημοκοπικά η ΝΔ δεν κατέγραφε πρωτιά θα ήταν ένα μήνυμα απαισιοδοξίας να έδειχνα ότι πάω να βολευθώ στο Επικρατείας, ή δε μετέχω σ’ αυτή τη διαδικασία όπως πρέπει και πολύ ενεργά, Κατ’ αρχάς να σας πω ότι μ’ έχουν τιμήσει οι πολίτες τα Β’ Περιφέρειας Αθηνών με τον σταυρό προτίμησης όλα αυτά τα χρόνια. Έχουνε αξιολογήσει κατά τη γνώμη μου μία πορεία. Και πιστεύω ότι και τώρα θα με τιμήσουν με την εμπιστοσύνη τους παρ’ ότι πάρα πολλοί έχουν την αίσθηση ότι ο Πρόεδρος της Βουλής δε χρειάζεται σταυρό προτίμησης και γι’ αυτό το τονίζω παντού και τους λέω, όχι και τώρα χρειάζομαι σταυρό προτίμησης, γιατί να σας πω εάν είναι να μην εκλεγώ γιατί το ξέρανε και δε με σταυρώσανε, εντάξει, αλλά εάν δεν εκλεγώ γιατί νόμιζαν ότι δε χρειάζομαι σταυρό, αυτό είναι ένα ζήτημα ηθικής και πολιτικής τάξεως και γι’ αυτό και το επισημαίνω. Αλλά θέλω να σας πω ότι η όλη μου η ιδιοσυγκρασία, ο χαρακτήρας μου, όπως μ’ έχουνε μάθει κι οι πολίτες και πλέον ανεξάρτητα του θεσμικού αξιώματος το οποίο εκφράζω κι αυτή τη στιγμή, πιστεύω και θεωρώ ότι κι οι ίδιοι οι πολίτες θα θέλανε να είμαι παρών σ’ αυτήν τη μάχη και πιστεύω ότι θα μ’ εμπιστευθούν και πάλι.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΥΒΑΡΑΣ