Αντιμέτωπος με μια αδιανόητη τουρκική πρόκληση βρέθηκε χθες ο Περιφερειάρχης Κεντρικής Μακεδονίας, Απόστολος Τζιτζικώστας, στον οποίο απαγορεύτηκε η είσοδος στη γειτονική Τουρκία χωρίς να υφίσταται συγκεκριμένος λόγος και παρά την θεσμική – ευρωπαϊκή – του ιδιότητα.
Σημειωτέον ότι ήταν η πρώτη φορά που ο Απόστολος Τζιτζικώστας επιχείρησε να επισκεφθεί τη γειτονική χώρα με την ευρωπαϊκή του ιδιότητα, για να συμμετάσχει ως Αντιπρόεδρος της επιτροπής των περιφερειών και Πρόεδρος της Ευρωμεσογειακής Επιτροπής ARLEM, στην Ευρωμεσογειακή Σύνοδο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής των περιφερειαρχών.
Για τις παραπάνω ευρωπαϊκές του υποχρεώσεις, ο κ. Τζιτζικώστας μετέβαινε χθες ακτοπλοϊκώς στην Σμύρνη από τη Θεσσαλονίκη, με την νέα ακτοπλοϊκή γραμμή που εγκαινιάστηκε προ μηνός, ως επιβάτης του πλοίου «Smyrna di Levante», μόνο που το ταξίδι του προς τα τουρκικά παράλια δεν ολοκληρώθηκε ποτέ και χωρίς να δοθούν επαρκείς απαντήσεις, αναφορικά με την αίτια του «μπλόκου» στον Περιφερειάρχη.
Αντίθετα, ο κ. Τζιτζικώστας ανέμενε τουλάχιστον επτά ώρες, παραμένοντας στην κυριολεξία εγκλωβισμένος από τις 10 χθες το πρωί, όταν το πλοίο προσέγγισε το τουρκικό λιμάνι, δεδομένου ότι με την άφιξή του, οι τουρκικές Αρχές τον ενημέρωσαν ότι δεν μπορεί να αποβιβαστεί, καθώς υπήρχε στο πρόσωπό του απαγόρευση εισόδου στη γειτονική χώρα, χωρίς ωστόσο να του δίνουν μια σαφή απάντηση για την αιτία της απαγόρευσης.
Σημειωτέον ότι ο περιφερειάρχης Κεντρικής Μακεδονίας ενημέρωσε τη διπλωματική υπηρεσία της ΕΕ, τον Έλληνα πρέσβη στην Άγκυρα, Χριστόδουλο Λάζαρη, όπως και την πρόξενο στη Σμύρνη, Δέσποινα Μπαλκίζα. Για το πρωτοφανές περιστατικό, ο κ. Τζιτζικώστας ενημέρωσε αυτονόητα και αμέσως την ελληνική κυβέρνηση, ενώ ο ίδιος θεώρησε μεγάλη προσβολή την απαγόρευση της εισόδου του.
Αιτούμενος σταθερά να πληροφορηθεί τα κίνητρα της επιθετικής αυτής κίνησης της Άγκυρας εναντίον του, ο Περιφερειάρχης ενημέρωσε παράλληλα και τις ευρωπαϊκές Αρχές. Όταν, όμως, ο Πρέσβης της ΕΕ στην Τουρκία τηλεφώνησε στο τουρκικό Υπουργειο Εξωτερικών για να ζητήσει το λόγο, ούτε και εκείνος έλαβε κάποια ικανοποιητική απάντηση εκ μέρους της τουρκικής διπλωματίας.
Κατόπιν αυτών, άμεση υπήρξε η απάντηση της Αθήνας, με το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών να εκφράζει την καταδίκη του για το συμβάν, κάνοντας λόγο για «παράνομη και καταχρηστική κράτηση». Δηλωτική του κλίματος που επικρατούσε στην Αθήνα μετά το απερίγραπτο συμβάν υπήρξε η χρήση του όρου «κράτηση» από τη Βασιλίσσης Σοφίας, αντανακλώντας την έντονη ελληνική δυσφορία για την νέα τουρκική πρόκληση.
Αναλυτικά, η ανακοίνωση του ΥΠΕΞ:
Καταδικάζουμε απερίφραστα την απαράδεκτη και εντελώς καταχρηστική κράτηση και απαγόρευση εισόδου του Περιφερειάρχη Κεντρικής Μακεδονίας από τις τουρκικές αρχές στη Σμύρνη νωρίτερα σήμερα.
Αναμένουμε από τις αρμόδιες τουρκικές αρχές να δοθούν άμεσα εξηγήσεις και τις καλούμε να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα για να αποφευχθούν παρόμοια περιστατικά στο μέλλον.
Η ελληνική Πρεσβεία στην Άγκυρα, καθώς και το Γενικό Προξενείο στη Σμύρνη κινητοποιήθηκαν από την πρώτη στιγμή προβαίνοντας σε σχετικές παραστάσεις προς το τουρκικό Υπουργείο Εξωτερικών.
Υπουργική συμπαράσταση
Εκτός από το επίπεδο της καταδίκης της εμπρηστικής συμπεριφοράς της Τουρκίας, στο επίπεδο της ανθρώπινης συμπαράστασης, τηλεφωνική επικοινωνία με τον κ. Τζιτζικώστα είχε χθες το απόγευμα, ο υφυπουργός Εσωτερικών, αρμόδιος για θέματα Μακεδονίας και Θράκης κ. Σταύρος Καλαφάτης, όπως και ο Υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Τάκης Θεοδωρικάκος, ο οποίος δήλωσε αγανακτισμένος πως «επικοινώνησα με τον Απόστολο Τζιτζικώστα για να εκφράσω την αγανάκτησή μου για την περιπέτεια στην οποία υποβάλλεται από το πρωί, από τις τουρκικές αρχές».
«Είναι σαφές οτι η προκλητικότητα του καθεστώτος της γειτονικής χώρας ξεπερνάει κάθε όριο, απέναντι στην Ελλάδα, αλλά και στην Ευρωπαϊκή Ένωση», κατέληξε ο κ. Θεοδωρικάκος.
Τουρκικά πυρά έσωθεν
Μετά την απαγόρευση εισόδου στον κ. Τζιτζικώστα, εξοργισμένος εμφανίστηκε και ο Δήμαρχος Κωνσταντινούπολης, Εκρέμ Ιμάμογλου. Μιλώντας στην ανταποκρίτρια του Open TV στην Κωνσταντινούπολη, ο κ. Ιμάμογλου είπε ότι «κατάφερα να πάρω μια πολύ σύντομη ενημέρωση για το περιστατικό που έγινε σήμερα από τον φίλο μου Κώστα (σ.σ. Μπακογιάννη). Αφού δω τις λεπτομέρειες του περιστατικού, θα ενημερώσω αύριο τόσο την κοινή γνώμη όσο και όλες τις βαλκανικές πόλεις».
Οι Τούρκοι, από πλευράς τους, επιβεβαιώνουν το περιστατικό, προτάσσοντας όμως τις δικές τους δικαιολογίες. Το ειδησεογραφικό πρακτορείο Anadolu μετέδωσε ότι ο κ. Τζιτζικώστας κρατήθηκε από τις τουρκικές αρχές στη Σμύρνη λόγω «τεχνικού προβλήματος», καθώς υπήρξε, κατά τα λεγόμενα της τουρκικής πλευράς, ομοιότητα του ονόματός του με άτομο, στο οποίο έχει απαγορευθεί η είσοδος στη χώρα.
Σε μια προσπάθεια, ωστόσο, να διασκεδάσει τις καταιγιστικές εντυπώσεις, «μετά την επίλυση του προβλήματος θα μπορούσε να μπει στη Σμύρνη ακολουθώντας το πρόγραμμά του» συμπλήρωσε το Anadolu, αποδίδοντας και πάλι το θέμα που προέκυψε σε «τεχνικό πρόβλημα», το οποίο επιλύθηκε στη συνέχεια.
Την καταδίκη του εξέφρασε για το περιστατικό και ο Δήμαρχος Αθηναίων Κώστας Μπακογιάννης. Ο τελευταίος, έχοντας στο πλευρό του τον Δήμαρχο της Κωνσταντινούπολης, Εκρέμ Ιμάμογλου δήλωσε πως «μου είναι πραγματικά αδιανόητο να φανταστώ, μου είναι πολύ δύσκολο να καταλάβω πως μπορεί να απαγορεύεται η ελεύθερη είσοδος σε μία χώρα, ενός αυτοδιοικητικού, ενός περιφερειάρχη. Ενός ανθρώπου, που μεταξύ άλλων, έχει διατελέσει και πρόεδρος της επιτροπής των περιφερειών της ΕΕ». Και πρόσθεσε: «Θέλω να πιστεύω πως θα δοθούν οι αναγκαίες εξηγήσεις, αλλά και οι απαραίτητες συγγνώμες».
Την ίδια ώρα, στην Κομισιόν φέρνει το θέμα με επείγουσα ερώτησή της, η Ευρωβουλευτής της ΝΔ, Μαρία Σπυράκη. «Το πρωτοφανές περιστατικό απαγόρευσης εισόδου και κράτησης στη Σμύρνη του Περιφερειάρχη Κεντρικής Μακεδονίας Απόστολου Τζιτζικώστα από τις αρχές της Τουρκίας, προστίθεται στη μακρά λίστα της συστηματικής παραβίασης των κανόνων Διεθνούς Δικαίου από τη γειτονική χώρα» περιγράφει η ευρωβουλευτής, ρωτώντας την Ευρωπαϊκή Επιτροπή «τι μέτρα προτίθεται να λάβει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έναντι της Τουρκίας, δεδομένης της ιδιότητας της ως υποψήφιας προς ένταξη χώρας, για τον έλεγχο και την πάταξη πρακτικών που παραβιάζουν θεμελιώδεις αρχές της Ένωσης;».