Την εκτίμηση ότι οι Ευρωπαίοι δεν θα συμφωνήσουν στη διαγραφή του ελληνικού χρέους εκφράζει ο Βρετανός αναλυτής Χιούγκο Ντίξον.
«Δεν νομίζω ότι είναι αναγκαία, αλλά θα ήταν επιθυμητή η διαγραφή χρέους γιατί θα ικανοποιούσε το κοινό αίσθημα. Όλες αυτές οι μαθηματικές προσαρμογές με τον χρόνο αποπληρωμής και τα επιτόκια που χρησιμοποιούν οι επενδυτές δεν γίνονται εύκολα κατανοητές από τους πολίτες», αναφέρει ο κ. Ντίξον σε συνέντευξη που παραχώρησε στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
«Δεν νομίζω, ωστόσο, ότι είναι εύκολο να πειστούν οι δανειστές να αποδεχθούν μία μείωση της ονομαστικής αξίας του χρέους», τονίζει στη συνέχεια.
Πάντως, ο κ. Ντίξον εκτιμά ότι η Ελλάδα, χάρη στη συμφωνία της 13ης Ιουλίου, κατάφερε να κερδίσει ελάφρυνση χρέους 41 δισ. ευρώ, προσθέτοντας ότι η εν λόγω εκτίμηση εδράζεται σε πολλές υποθέσεις.
«Η πρώτη υπόθεση στην οποία βασίστηκε η εκτίμησή μου για ελάφρυνση χρέους 41 δισ. ευρώ είναι ότι θα δοθεί το ποσό των 86 δισ. Ευρώ.
Γιατί αυτό που ακριβώς είπαν είναι ότι θα χορηγηθεί ένα δάνειο έως 86 δισ. ευρώ. Συνεπώς, αν το δάνειο είναι μικρότερο, η ελάφρυνση θα είναι μικρότερη» εξηγεί και προσθέτει ότι αν το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) προσφέρει τα 16 δισ. ευρώ από τα 86 δισ., αυτά δεν θα τα προσφέρει με τόσο καλούς όρους όσο ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Στήριξης (ΕΜΣ), και αυτοί οι όροι είναι ο χρόνος αποπληρωμής και το επιτόκιο.
«Ο επικεφαλής του ΕΜΣ Κλάους Ρέγκλινκ είπε μετά το πρόσφατο Eurogroup ότι ο μέσος χρόνος αποπληρωμής είναι 32,5 χρόνια. Επίσης το επιτόκιο θα ξεκινήσει από πολύ χαμηλά, από το 1%. Αυτά είναι τα βασικά σημεία: τα 86 δισ., τα 32,5 χρόνια και το επιτόκιο» συνεχίζει.
«Λαμβάνοντας υπόψη τις πληρωμές που θα γίνουν στο μέλλον, μπορεί κανείς να υπολογίσει την αξία σε σημερινά χρήματα. Για παράδειγμα τα 86 δισ. ευρώ έχουν άλλη αξία σήμερα και άλλη αξία στο μέλλον. Όσο πιο μακρινή είναι η αποπληρωμή τους, τόσο μικρότερη και η αξία τους» συμπληρώνει παράλληλα.
Ο υπολογισμός της τρέχουσας αξίας ενός ποσού που χρωστάμε βασίζεται στο προεξοφλητικό επιτόκιο. Το πόσο θα έχει μειωθεί η αξία ενός ποσού σε 32 χρόνια εξαρτάται από το προεξοφλητικό επιτόκιο. Βάσει των δικών μου υπολογισμών εκτιμάται στο 5%. Αυτό είναι ένας αριθμός που κάποιοι μπορεί να αμφισβητήσουν. Αλλά είναι και ο αριθμός που οι περισσότεροι χρησιμοποιούν στις εκτιμήσεις τους» καταλήγει ο κ. Ντίξον.