«Σε όλη την Ευρώπη οι κυβερνήσεις αναζητούν τρόπους για να αποθαρρύνουν τη μετακίνηση επίδοξων τζιχαντιστών στη Μέση Ανατολή, ενώ παράλληλα προσπαθούν να διαχειριστούν τους μαχητές που επιστρέφουν από εκεί».
Σε περίπου τρεις χιλιάδες υπολογίζονται οι Ευρωπαίοι πολίτες που μετέβησαν στη Συρία για να πολεμήσουν με τους τζιχαντιστές, γράφουν οι New York Times σε ανταπόκρισή τους από το Βερολίνο, υπογραμμίζοντας τον προβληματισμό που υπάρχει σε ευρωπαϊκές χώρες και τη «λήψη μέτρων» για όσους επιστρέφουν στην Ευρώπη.
Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση ενός 20χρονου, ο οποίος είχε μεταβεί στην περιοχή το 2013 μέσω των συνόρων Τουρκίας-Συρίας, με την «πεποίθηση ότι ήταν καθήκον του να βοηθήσει για ανατροπή του προέδρου της Συρίας», όπως καταγράφεται σε «μακροσκελή εξομολόγησή» του σε δικαστήριο της Φρανκφούρτης, ομολογώντας ότι συνειδητοποίησε πως θα μπορούσε να «επιτύχει απολύτως τίποτα» στη Συρία.
Στο δημοσίευμα επισημαίνεται, μεταξύ άλλων, ότι «σε όλη την Ευρώπη οι κυβερνήσεις αναζητούν τρόπους για να αποθαρρύνουν τη μετακίνηση επίδοξων τζιχαντιστών στη Μέση Ανατολή, ενώ παράλληλα προσπαθούν να διαχειριστούν τους μαχητές που επιστρέφουν από εκεί».
Επίσης, αναφέρεται ότι η «νέα, πολύ πιο σκληρή νομοθεσία σε διάφορες χώρες έχει διευρύνει τις δυνατότητες των Αρχών στην καταδίωξη ύποπτων εξτρεμιστών ή (όπως στη Βρετανία) στην αποτροπή επανεισόδου, για δύο χρόνια, πολιτών που επιστρέφουν στην χώρα τους. Οι αρχές της Βρετανίας, της Γερμανίας και του Βελγίου», υπογραμμίζεται, «μπορούν να συλλαμβάνουν υπόπτους για συμμετοχή σε στρατιωτικές οργανώσεις του εξωτερικού, ενώ η Γαλλία ψήφισε ανάλογο νόμο το Σεπτέμβριο και η Αυστρία απέκτησε τη δυνατότητα να συλλαμβάνει οποιονδήποτε ύποπτο στήριξης του Ισλαμικού Κράτους και άλλων οργανώσεων στη Συρία».
Τέλος, επισημαίνεται ότι «τα νέα μέτρα ελήφθησαν εξαιτίας του φόβου πρόκλησης χτυπημάτων από μαχητές που επιστρέφουν σε χώρες της Ευρώπης, φόβοι που εντείνονται από καθημερινά δημοσιεύματα, από νέες συλλήψεις και από την προπαγάνδα των τζιχαντιστών. Όπως υποστηρίζουν ωστόσο ειδικοί σε θέματα καταπολέμησης της τρομοκρατίας και ειδικοί επιστήμονες, η υπερβολική αντιμετώπιση των επιστρεφόντων τζιχαντιστών θα μπορούσε να αυξήσει το κύμα συμπάθειας προς τους ισλαμιστές, προκαλώντας τα αντίθετα αποτελέσματα από αυτά που επιθυμούν οι κυβερνήσεις».