Η Αθήνα, εν μέσω ενός ιδιαίτερα ρευστού διεθνούς περιβάλλοντος, που ευνοεί την αναζήτηση ισχυρού περιφερειακού ρόλου για την Τουρκία και με την ανοχή που επιδεικνύουν ακόμη και οι Ευρωπαίοι εταίροι λόγω του αναβαθμισμένου στρατηγικού της ρόλου, αναπροσαρμόζει τη στρατηγική της, με στόχο την άσκηση των κυριαρχικών της δικαιωμάτων. Αυτό γίνεται με τρόπο ώστε, μέχρι στιγμής, να αποφεύγονται η ένταση και η κλιμάκωση επί του πεδίου, κάτι που δεν επιθυμεί για πολλούς λόγους η Αθήνα.
Πολύ περισσότερο όταν στον Λευκό Οίκο ο Ντόναλντ Τραμπ δεν ανήκει στους ηγέτες που υπολογίζουν ιδιαίτερα τα επιχειρήματα περί Διεθνούς Δικαίου και Δικαίου της Θάλασσας, αλλά έχει μια περισσότερο συναλλακτική, business-oriented αντίληψη ακόμη και για την επίλυση διακρατικών διαφορών και κρίσεων.
Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις έχουν σημαδευτεί τις τελευταίες τρεις δεκαετίες από τέσσερις μείζονος σημασίας τουρκικές κινήσεις: την κήρυξη του casus belli (1995) για το ενδεχόμενο επέκτασης των χωρικών υδάτων της Ελλάδας στα 12 ν.μ., την ανάδειξη της θεωρίας των «γκρίζων ζωνών» με το επεισόδιο στα Ιμια (1996), το Τουρκολιβυκό Μνημόνιο (2019) και τη μονομερή κατάθεση συντεταγμένων για τα εξωτερικά όρια της τουρκικής ΑΟΖ στα όρια της «Γαλάζιας Πατρίδας» (2020).
Η συνέντευξη Μητσοτάκη
Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, στη συνέντευξή του στον ΣΚΑΪ την περασμένη Τετάρτη, παρουσίασε το πλαίσιο με το οποίο προσεγγίζει πλέον η κυβέρνηση τα Ελληνοτουρκικά:
«Ζητήματα κυριαρχίας η Ελλάδα δεν συζητά με την Τουρκία. Η Ελλάδα δεν πρόκειται να αποδεχτεί ποτέ καμία θεωρία ‘’γκρίζων ζωνών’’ και δεν πρόκειται ποτέ να δεχτεί από την Τουρκία να της υποδείξει τι θα κάνουμε ή τι δεν θα κάνουμε εντός περιοχών ελληνικής κυριαρχίας».
Ο πρωθυπουργός αποκήρυξε το «δόγμα της ακινησίας» στα Ελληνοτουρκικά, αφήνοντας αιχμές και για τη διακυβέρνηση Καραμανλή, και υπερασπίστηκε την πολιτική των «ήρεμων νερών», επισημαίνοντας όμως ότι χωρίς την επίλυση της διαφοράς για την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ δεν μπορεί να υπάρξει εξομάλυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων.
Μάλιστα, δεν απέφυγε να αναφερθεί στα προβλήματα ακόμη και για τη δυστοκία σύγκλησης του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας (που αρχικά είχε προγραμματιστεί για τον Ιανουάριο), παραπέμποντας στη συνάντηση που αναμένεται να έχει με τον πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ τον Σεπτέμβριο, όπου, όπως είπε, θα τεθούν όλα αυτά τα ζητήματα.
Η Αθήνα πλέον ρίχνει το βάρος της στην προώθηση μέτρων και αποφάσεων που δηλώνουν την άσκηση κυριαρχικών δικαιωμάτων, παρά τις ενστάσεις, προειδοποιήσεις και απειλές της Αγκυρας, αποφεύγοντας όμως πρωτοβουλίες που θα μπορούσαν να δώσουν στην Τουρκία την ευκαιρία για πρόκληση ακόμη και θερμής κρίσης.
Σε ένα συνολικό πλαίσιο, αυτές οι κινήσεις περιλαμβάνουν: την υπογραφή της συμφωνίας μερικής οριοθέτησης ΑΟΖ με την Αίγυπτο, τη συμφωνία ΑΟΖ με την Ιταλία, την επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 ν.μ. στο Ιόνιο, τη διαμόρφωση του πλαισίου για τον Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασμό (η τελική του μορφή και κατάθεση στην Κομισιόν ακόμη εκκρεμεί), την προκήρυξη διαγωνισμού για την αδειοδότηση των οικοπέδων νοτίως της Κρήτης και το Θαλάσσιο Πάρκο των Νοτιοανατολικών Κυκλάδων.
Η κυβέρνηση δηλώνει έτσι ότι δεν προτίθεται να απέχει από την άσκηση κυριαρχικών δικαιωμάτων όσο δεν υπάρχει συμφωνία με την Τουρκία ή τη Λιβύη για τις θαλάσσιες ζώνες, και συγχρόνως μαρκάρει την περιοχή των ελληνικών συμφερόντων βάσει του Δικαίου της Θάλασσας.