Το τελευταίο διάστημα καταγράφεται έντονη κινητικότητα στον χώρο της Κεντροαριστεράς, με τον Αλέξη Τσίπρα να επιχειρεί επανατοποθέτηση στο πολιτικό σκηνικό.
Συνεντεύξεις σε ξένα μέσα, ίδρυση Ινστιτούτου, προετοιμασία βιβλίου και δημόσιες παρεμβάσεις συνθέτουν μια εικόνα προσπάθειας «επανεκκίνησης», σε μια συγκυρία που τα ποσοστά του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ παραμένουν χαμηλά και η κυβέρνηση διατηρεί καθαρό προβάδισμα εμπιστοσύνης.
Η στρατηγική αυτή, που συνδυάζει επικοινωνιακή δραστηριότητα με περιοδείες και βιβλιοπαρουσιάσεις, στοχεύει προφανώς στη διατήρηση πολιτικής παρουσίας. Ωστόσο, δεν διαφαίνεται προς το παρόν συγκροτημένο πολιτικό σχέδιο ή πρόγραμμα.
Οι αναφορές του πρώην πρωθυπουργού σε «σοκ εντιμότητας» και «κοινωνική δικαιοσύνη» ακούγονται περισσότερο ως ευχολόγια, παρά ως ρεαλιστική πρόταση διακυβέρνησης.
Την ίδια ώρα, φήμες για νέο πολιτικό φορέα ή «ψηφοδέλτιο Ομπρέλα» με στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και άλλων σχηματισμών προκαλούν αμηχανία και ερωτηματικά ως προς τη βιωσιμότητα μιας τέτοιας πρωτοβουλίας. Η δημιουργία κόμματος απαιτεί οργάνωση, κοινωνική απήχηση και ιδεολογικό υπόβαθρο — στοιχεία που δύσκολα συγκροτούνται με επικοινωνιακές κινήσεις της τελευταίας στιγμής.
Ενδεικτική είναι και η συζήτηση περί συνεργασιών με αυτοδιοικητικά στελέχη, όπως ο δήμαρχος Αθηναίων Χάρης Δούκας, που ήδη φέρνει εσωκομματικές τριβές στο ΠΑΣΟΚ και θολώνει το μήνυμα της «αυτονομίας». Η αναζήτηση νέων ισορροπιών στον χώρο της Κεντροαριστεράς παραμένει ανοιχτή, αλλά όχι χωρίς ρίσκο αποσυσπείρωσης.
Απέναντι σε όλα αυτά, η κυβέρνηση Μητσοτάκη εξακολουθεί να λειτουργεί ως ο μοναδικός σταθερός πόλος πολιτικής σοβαρότητας και θεσμικής συνέπειας. Μεταρρυθμίσεις, εξωστρέφεια, και συνέπεια στην εφαρμογή πολιτικών που ενισχύουν την κοινωνική συνοχή αποτελούν τα εχέγγυα για μια Ελλάδα που προχωρά με σχέδιο και σιγουριά, σε αντίθεση με τις εφήμερες αναζητήσεις της αντιπολίτευσης.
