Σύμφωνα με γερμανικά δημοσιεύματα.
Η υποδοχή ενός αριθμού αιτούντων άσυλο χωρίς ιστορικό προηγούμενο αναμένεται να στοιχίσει στη Γερμανία περίπου 10 δισεκατομμύρια ευρώ φέτος, ποσό τετραπλάσιο από το περυσινό, με βάση υπολογισμούς που δημοσιεύει η εφημερίδα Frankfurter Allgemeine Zeitung στη σημερινή της έκδοση.
Η άνοδος του εκτιμώμενου προϋπολογισμού από τη FAZ είναι απευθείας ανάλογη προς τον αριθμό των προσφύγων: έως και 800.000 άνδρες, γυναίκες και παιδιά αναμένεται να υποβάλουν αίτηση προκειμένου να τους χορηγηθεί άσυλο στη Γερμανία εντός του 2015, από 203.000 την περασμένη χρονιά, όπως ανακοίνωσε το Βερολίνο το καλοκαίρι.
Πριν η γερμανική κυβέρνηση αναθεωρήσει προς τα πάνω τις εκτιμήσεις της, είχε καταρτίσει σε μια σύνοδο για την κρίση των προσφύγων τον Ιούλιο έναν προϋπολογισμό ύψους 5,6 δισεκ. ευρώ για την υποδοχή 450.000 προσώπων φέτος, υπενθυμίζει η συντηρητική εφημερίδα.
Με την ραγδαία αύξηση των αφίξεων στο γερμανικό έδαφος, το ποσό των 10 δισεκατομμυρίων ευρώ μοιάζει να «συνάδει» με τις εκτιμήσεις των διαφόρων κυβερνητικών φορέων της χώρας σε ομοσπονδιακό, κρατιδιακό και τοπικό επίπεδο, αναφέρει η Φρανκφούρτερ Αλγκεμάινε Τσάιτουνγκ.
Το ομοσπονδιακό κράτος υπολογίζει ότι απαιτούνται 12.000 ως 13.000 ευρώ κατ’ άτομο το χρόνο για την υποδοχή των προσφύγων από τις κοινότητες, ποσό που συμπεριλαμβάνει την στέγαση ενόσω εξετάζεται η αίτηση, τα γεύματα, την ιατρική παρακολούθηση και το επίδομα των 143 ευρώ που δίνεται σε κάθε πρόσφυγα τον μήνα.
Στο ποσό αυτό προστίθεται μισό δισεκατομμύριο ευρώ για τις πρόσθετες θέσεις εκπαιδευτικών που πληρώνουν τα ομόσπονδα κρατίδια, καθώς και το —αδιευκρίνιστο ακόμη— κόστος της πρόσληψης 2.000 επιπλέον υπαλλήλων από την ομοσπονδιακή υπηρεσία μετανάστευσης και προσφύγων και της αποστολής αστυνομικών ενισχύσεων.
Αργότερα εντός της ημέρας ο κυβερνητικός συνασπισμός θα συζητήσει σχετικά με την κατανομή του κόστους ανάμεσα στο ομοσπονδιακό κράτος, τα κρατίδια και τις κοινότητες. Το θέμα αναμένεται να έχει διευθετηθεί το αργότερο την 24η Σεπτεμβρίου, όταν θα διεξαχθεί μια σύνοδος ανάμεσα σε στελέχη της ομοσπονδιακής και των κρατιδιακών κυβερνήσεων.