Έως και οι ομαδικές απολύσεις, ζήτημα που ελπίζαμε ότι είχε «παγώσει», επιστρέφει ως προαπαιτούμενο για την υπογραφή μνημονίου.
Το κατεπείγον πακέτο θα περιλαμβάνει ακόμα ρυθμίσεις για τις συλλογικές διαπραγματεύσεις, την κατάργηση των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων και πλήρη εφαρμογή του νόμου το 2010.
Επίσης ζητείται να υποδειχθούν έως τον Οκτώβριο του 2015 δημοσιονομικά ισοδύναμα μέτρα που θα ισοφαρίσουν πλήρως τον δημοσιονομικό αντίκτυπο από την απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου για τη μεταρρύθμιση στις συντάξεις του 2012 και τη μη εφαρμογή της ρήτρας μηδενικού ελλείμματος.
Τα μέτρα που απαιτείται να νομοθετηθούν σε χρόνο ρεκόρ είναι:
-Πλήρης εφαρμογή του νόμου 3863/2010 με άξονα τη βασική σύνταξη των 360 ευρώ. Ο νέος τρόπος υπολογισμού των συντάξεων που θα εφαρμοστεί οδηγεί σταδιακά σε μειώσεις των συντάξεων από 7% έως και 25%. Μεσοσταθμικά, σύμφωνα με τον πρώην υπουργό κ. Γιώργο Κουτρουμάνη που συνέταξε το νόμο, οι μειώσεις θα ανέρχονται σε 1,8% έως το 2020, σε 4,5 % έως το 2030 και σε 7% έως το 2045.
Οι απώλειες, πάντως, θα είναι αισθητά βαρύτερες για όσους βγουν στη σύνταξη μετά από το 2023. Τα κατώτατα όρια της σύνταξης ύψους 486 ευρώ (μετά τις 30 Ιουνίου 2015), θα δικαιούται ο ασφαλισμένος όταν συμπληρώσει την ηλικία των 67 ετών. Αν επιλέξει να συνταξιοδοτηθεί νωρίτερα θα λαμβάνει μόνο το αναλογικό κομμάτι της σύνταξης (βάσει των εισφορών του) το οποίο θα ανέρχεται σε 250 ευρώ. Το κράτος εγγυάται μόνο τη βασική σύνταξη των 360 ευρώ. Αυτό σημαίνει ότι αν το ταμείο είναι ελλειμματικό και δεν μπορεί να χορηγήσει το σύνολο της σύνταξης που δικαιούται ο ασφαλισμένος, τότε το κράτος του καταβάλλει μόνο 360 ευρώ.
Οι συντάξεις θα παραμείνουν «παγωμένες» μέχρι το 2021.
Αυξάνεται η εισφορά των συνταξιούχων υπέρ του κλάδου υγείας από το 4% στο 6% . Η παρακράτηση υπολογίζεται στο μικτό ποσό πριν αφαιρεθούν οι μνημονιακές περικοπές. Δηλαδή σε μια κύρια σύνταξη 1250 ευρώ (αρχικό ποσό πριν τις περικοπές 1780 ευρώ) η παρακράτηση θα ανέρχεται σε 35,6 ευρώ το μήνα.
-Ενσωμάτωση στο ΕΤΕΑ (Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης) για όλων των επικουρικών συνταξιοδοτικών ταμείων ώστε να διασφαλιστεί ότι, αρχής γενομένης από 1ης Ιανουαρίου 2015 όλα τα επικουρικά συνταξιοδοτικά ταμεία θα χρηματοδοτούνται μόνον από τις δικές τους συνεισφορές. Το ταμείο θα αναγκαστεί να αποφασίσει έτσι κι αλλιώς μειώσεις ανεξάρτητα από την εφαρμογή της ρήτρας για να ανταπεξέλθει χωρίς τη συνδρομή του κράτους. Με την εφαρμογή του μέτρου άμεσα εντάσσονται στο ΕΤΕΑ, τα ταμεία των αστυνομικών, των αρτοποιών και των βενζινοπωλών που έως σήμερα είχαν γλιτώσει τις περικοπές. Οι μειώσεις των επικουρικών συντάξεων θα ξεκινήσουν αύριο κιόλας, μέσω της επιβολής της εισφοράς υπέρ υγείας 6% η οποία μάλιστα (όπως είπε ο γενικός γραμματέας κ. Γ. Ρωμανιάς) θα έχει αναδρομική εφαρμογή από την 1/1/2015. Δηλαδή, ένας συνταξιούχος με επικουρική ύψους 200 ευρώ θα υποστεί μείωση 24 ευρώ ενώ από την αρχή του χρόνου θα χάσει 144 ευρώ λόγω της αναδρομικής ισχύος.
-Σταδιακή κατάργηση όλων των κρατικών χρηματοδοτικών εξαιρέσεων και εναρμόνιση στους κανόνες συμμετοχής για όλα τα συνταξιοδοτικά ταμεία στη δομή ή τις εισφορές του ΙΚΑ από 1 Ιουλίου του 2015. Αυτό σημαίνει ότι μειώνεται η χρηματοδότηση του ΟΓΑ του ΝΑΤ και ενδεχομένως του ταμείου της ΔΕΗ. Εναρμονίζονται οι εισφορές των αγροτών σύμφωνα με τα πρότυπα του ΙΚΑ εκτός αν ο ΟΓΑ συγχωνευθεί με άλλα ταμεία. Αυτό σημαίνει ότι οι ασφαλισμένοι του ΟΓΑ θα κληθούν να καταβάλουν τριπλάσιες εισφορές. Η εισφορά θα αυξηθεί στα 205 ευρώ το μήνα αν υπολογίσουμε ότι σήμερα οι αγρότες καταβάλουν κατά μέσο όρο μηνιαία εισφορά 84,7 ευρώ (507 το εξάμηνο). Απαιτείται επίσης καλύτερη στόχευση των παροχών προς τους ανασφάλιστους, γεγονός που σημαίνει ότι μέσω αυστηροποίησης των κριτηρίων λιγότεροι υπερήλικες θα λαμβάνουν επίδομα από τον ΟΓΑ το οποίο ωστόσο ενδέχεται να αυξηθεί.
Η εναρμόνιση των εισφορών στα πρότυπα του ΙΚΑ θα επιφέρει μειώσεις στις εισφορές για τους ασφαλισμένους του ΟΑΕΕ, οι οποίοι θα υποστούν και αντίστοιχες μειώσεις στις συντάξεις
Κατάργηση πρόωρων συνταξιοδοτήσεων: Περισσότεροι από 280.000 ασφαλισμένοι θα απαιτηθεί να εργασθούν από 2 έως 12 χρόνια επιπλέον με στόχο το όριο ηλικίας να φτάσει σταδιακά στα 67 το 2022 η εναλλακτικά να εργασθούν 40 χρόνια για να συνταξιοδοτηθούν στα 62. Η αύξηση των ορίων θα κυμαίνεται από 6 έως 12 μήνες ανά έτος. Το κείμενο εξαιρεί μόνο τους εργαζόμενους στα Βαρέα και τις μητέρες με παιδιά ΑΜΕΑ. Αν στην εξειδίκευση των μέτρων δεν προβλεφθεί η εξαίρεση των θεμελιωμένων δικαιωμάτων, τα ταμεία θα απειληθούν από νέο κύμα μαζικής φυγής μέσα στο καλοκαίρι καθώς περίπου 150.000 άτομα έχουν τη δυνατότητα να συνταξιοδοτηθούν. Σύμφωνα με πληροφορίες στο δημόσιο και στους δήμους, 10.000 δημόσιοι υπάλληλοι υπέβαλαν ήδη την πρώτη παραίτηση ώστε να έχουν εξασφαλίσει την έξοδό τους μέχρι να ξεκαθαρίσει το τοπίο.
Πάντως είναι υπαρκτός ο κίνδυνος από τη στιγμή που ο νόμος εφαρμοστεί από τη δημοσίευσή του, δηλαδή ακόμα και από σήμερα, να μην προλάβουν οι εργαζόμενοι καταθέσουν αιτήσεις και να εγκλωβιστούν στο σύστημα. Στο πακέτο των αντικινήτρων εντάσσεται και η επιβολή ενισχυμένου πέναλτι 16% (μείωση της σύνταξης) για κάθε χρόνο πρόωρης αποχώρησης για όσους επιλέξουν να συνταξιοδοτηθούν νωρίτερα.
Επανέρχεται η απαίτηση για απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων με νομοθετική ρύθμιση, σύμφωνα με τις βέλτιστες πρακτικές σε συνεργασία με τους θεσμούς. Το θέμα είχε «παγώσει» καθώς το διεθνές γραφείο εργασίας με έκθεσή του είχε υπερασπιστεί το καθεστώς που ισχύει σήμερα με τον ανανεωμένο ρόλο του Ανωτάτου Συμβουλίου Εργασίας το οποίο ενέκρινε η όχι τις απολύσεις.
Επίσης ο διεθνής οργανισμός είχε τονίσει ότι μία συγκεκριμένη «βέλτιστη πρακτική» στο γερμανικό, φερ’ ειπείν, πλαίσιο εργασιακών σχέσεων ενδέχεται να μην είναι μεταβιβάσιμο σε διαφορετικές πραγματικότητες, όπως για παράδειγμα στην ελληνική.
Ζητείται επίσης αυστηρή αναθεώρηση του πλαισίου των συλλογικών διαπραγματεύσεων, του συνδικαλισμού σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα και την προσέγγιση που προτείνεται από τους Θεσμούς.
Στο πλαίσιο αυτών των αξιολογήσεων, οι αλλαγές στην αγορά εργασίας θα πρέπει να βασίζονται σε διεθνείς και ευρωπαϊκές βέλτιστες πρακτικές, και δεν θα πρέπει να περιλαμβάνουν επιστροφή σε πολιτικές του παρελθόντος οι οποίες δεν είναι συμβατές με το στόχο προώθησης της βιώσιμης και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξης