Όπως επισήμανε η διάταξη για το τεκμήριο έχει «εμφανές νομικό ενδιαφέρον» ενώ «αποκαλύπτει και μια καίρια παθογένεια της κρατικής μηχανής».
«Αντίκειται προδήλως στις διατάξεις του Συντάγματος κάθε φορολογικό τεκμήριο, το οποίο επιτρέπει στ’ αρμόδια κρατικά όργανα να υπολογίζουν τα φορολογικά βάρη -και να καθορίζουν τις αντίστοιχες φορολογικές υποχρεώσεις- με βάση πλασματική φορολογητέα ύλη. Και τούτο διότι ένα τέτοιο «πλάσμα» οδηγεί, νομοτελειακώς, σε συνταγματικώς ανεπίτρεπτο υπολογισμό αμιγώς πλασματικής φοροδοτικής ικανότητας», τόνισε.
Σε άλλο σημείο της ομιλίας του, ο κ. Παυλόπουλος τόνισε ότι τα φορολογικά τεκμήρια, προκειμένου να είναι σύμφωνα με το Σύνταγμα «κατά το γράμμα και το πνεύμα τους σε ό,τι αφορά την κατανομή των δημόσιων βαρών, πρέπει να είναι μαχητά».
Όπως εξήγησε «τούτο σημαίνει ότι η νομοθετική εξουσία ναι μεν μπορεί να θεσπίζει τεκμήρια εξακρίβωσης του φορολογητέου εισοδήματος και υπολογισμού των αναλογούντων στους υποχρέους φόρων, πλην όμως κατά το γενικό τεκμήριο ειλικρίνειάς τους πρέπει και οι βαρυνόμενοι φορολογούμενοι να έχουν την δυνατότητα αποτελεσματικής αμφισβήτησης του τεκμαρτώς υπολογιζόμενου φορολογητέου εισοδήματος». Αυτό σημαίνει ότι «τα απολύτως αμάχητα φορολογικά τεκμήρια δεν είναι συνταγματικώς ανεκτά».
Επισήμανε δε ότι «η τακτική υιοθέτησης αμάχητων φορολογικών τεκμηρίων από την Εκτελεστική και την Νομοθετική Εξουσία έχει και μια πρόσθετη ‘θλιβερή’ εξήγηση» όπως και ότι «η εκτελεστική εξουσία «με ‘θεραπαινίδα’ την νομοθετική επιδίδεται σε ‘ανέξοδες’ πολιτικές είσπραξης άμεσων φόρων».
Κρίνει ακόμη ότι οι κυβερνήσεις «δεν έχουν το πολιτικό ‘θάρρος’ ουσιαστικής μεταρρύθμισης του φορολογικού συστήματος και των μηχανισμών του σε ό,τι αφορά τις δομές του και το έμψυχο δυναμικό του». Οι πολιτικές τους, όπως λέει, όχι μόνο δεν είναι αποτελεσματικές ως προς την είσπραξη των φόρων αλλά και πλήττουν το κράτος δικαίου.
Δείτε την ομιλία του κ. Παυλόπουλου μετά το 44:00.