Οι πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι και οι φτωχοί φτωχότεροι αυτό δείχνουν τα στοιχεία του που δόθηκαν σήμερα στη δημοσιότητα από τον ΟΟΣΑ.
Η οικονομική ανισότητα βλάπτει την ανάπτυξη, παρ’ όλα αυτά βρίσκεται σε υψηλά τριακονταετίας για τη Δύση. Η Ελλάδα σε δεινή θέση, καθώς πρώτη στην ευρωζώνη και στην 7η χειρότερη μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ.
Σε έκθεση του ΟΟΣΑ που εκδόθηκε σήμερα, ο παγκόσμιος οργανισμός διαπιστώνει ότι η ψαλίδα μεταξύ υψηλών και χαμηλών εισοδημάτων ανοίγει διαρκώς. Η ανισότητα στα εισοδήματα στο δυτικό κόσμο είναι στο υψηλότερο σημείο των τελευταίων 30 χρόνων. Μάλιστα η μελέτη διαψεύδει ότι η μεγαλύτερη ανισότητα αποτελεί κίνητρο και εφαλτήριο για την επίτευξη μεγαλύτερου εισοδήματος, αντίθετα δείχνει ότι τείνει να παγιώσει τη φτώχεια.
Από τις χώρες με επίσημα στοιχεία του ΟΟΣΑ, Η Ελλάδα βρίσκεται στη χειρότερη θέση των χωρών της ευρωζώνης και στη δεύτερη χειρότερη της Ε.Ε., αμέσως κάτω από τη Μεγάλη Βρετανία. Μόνο η Λετονία είναι σε χειρότερη θέση, αλλά προτού ακόμα μπει στο ευρώ. Από τις 34 χώρες μέλη του ΟΟΣΑ, η Ελλάδα βρίσκεται στην 7η χειρότερη πίσω από Βρετανία, Ισραήλ, ΗΠΑ, Τουρκία, Μεξικό και Χιλή, με την τελευταία να παρουσιάζει τη χειρότερη επίδοση από τις χώρες του οργανισμού.
H Ελλάδα παρουσιάζει τη χειρότερη πτώση εισοδημάτων στο εισοδηματικά κατώτερο 10% του πληθυσμού από όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ. Τα νοικοκυριά στην Ελλάδα έχαναν κάθε χρόνο το 8% του καθαρού εισοδήματός τους τα χρόνια της κρίσης. Επιπλέον, εάν ληφθεί ως αφετηρία το προ κρίσης όριο της φτώχειας στην Ελλάδα, τότε η φτώχεια έχει διπλασιαστεί, φτάνοντας στο 27%, όπως αναφέρει η έκθεση.
Ο ΟΟΣΑ σημειώνει ότι η ανισότητα δεν διευρύνθηκε μόνο σε περιόδους ύφεσης αλλά και σε διαστήματα οικονομικής ανάπτυξης. Το πρόβλημα μάλιστα είναι όχι μόνο ότι το υψηλότερο 1% του πληθυσμού έλαβε τη μερίδα του λέοντος από την ανάπτυξη, αλλά και ότι το κατώτερο 40% του πληθυσμού είδε το εισόδημά του είτε να μένει αμετάβλητο είτε να μειώνεται.
H μελέτη κάνει διαχωρισμό μεταξύ τεσσάρων κατηγοριών εισοδήματος. Το κατώτερο στρώμα είναι το 10% του πληθυσμού με το χαμηλότερο εισόδημα. Επόμενο κομμάτι της κλίμακας είναι το αμέσως παραπάνω 40% και ως μέσο εισόδημα η μελέτη θεωρεί το ανώτερο 50-90%.
Ο ΟΟΣΑ προειδοποιεί για τις συνέπειες της ανισότητας όχι μόνο στο κοινωνικό και στο πολιτικό κομμάτι, αλλά και στο οικονομικό: «Το κεντρικό επιχείρημα αυτής της δημοσίευσης είναι ότι… η υψηλή και συχνά ανοδικά κινούμενη ανισότητα δημιουργεί σοβαρές οικονομικές ανησυχίες, όχι μόνο για αυτούς που κερδίζουν λίγα, αλλά και στη γενικότερη ευρωστία και βιωσιμότητα των οικονομιών μας. Με άλλα λόγια, η αυξανόμενη ανισότητα είναι κακή μακροπρόθεσμα για την ανάπτυξη».
Ο ΟΟΣΑ καταλήγει με έκκληση να αναληφθούν πρωτοβουλίες οι οποίες θα ευνοούν όχι μόνο την ανάπτυξη, αλλά και την καλύτερη διανομή του πλούτου. Η ενίσχυση των τάσεων στις μισθολογικές και εισοδηματικές διαφορές μεταξύ των πολιτών έχει επιπτώσεις στα φορολογικά έσοδα και στο ασφαλιστικό σύστημα, αναφέρει η έκθεση. Ωστόσο αναγνωρίζει ότι η αναστροφή της τάσης αύξησης της ανισότητας είναι δύσκολη, καθώς η τελευταία δείχνει να είναι «ενδημική στις οικονομικές μας δομές».