Μήνυμα σε κάθε επιβουλέα ότι οποιαδήποτε εχθρική ενέργεια ενέχει μεγαλύτερο κόστος από όφελος στέλνει η ενίσχυση της αποτρεπτικής δύναμης της χώρας, τόνισε στην ομιλία του επί του κρατικού προϋπολογισμού 2023, ο υπουργός Εθνικής Άμυνας, Νίκος Παναγιωτόπουλος.
Από το βήμα της Βουλής σημείωσε ότι για πρώτη φορά μετά από πολύ καιρό, οι συσχετισμοί στρατιωτικής ισχύος Ελλάδας – Τουρκίας αρχίζουν να αλλάζουν υπέρ της ελληνικής πλευράς. Στο αεροπορικό κομμάτι μπορώ να ισχυριστώ ότι αυτό είναι δεδομένο είπε ο κ. Παναγιωτόπουλος. Υπογράμμισε μάλιστα ότι η ενίσχυση της αποτρεπτικής ισχύος της χώρας την προστατεύει από κάθε επιβουλή, κατοχυρώνοντας το αίσθημα ασφάλειας των πολιτών. Αυτή η προϋπόθεση, πρόσθεσε, είναι και προϋπόθεση απρόσκοπτης οικονομικής ανάπτυξης. Επισήμανε μάλιστα ότι η αποτροπή δεν είναι άμυνα. (Η αποτροπή) προϋφίσταται της άμυνας. Αν αποτύχει η αποτροπή, τότε υπεισέρχεται η άμυνα. Η αποτροπή είναι αποθάρρυνση κάθε εχθρικής ενέργειας, με την δημιουργία σε κάθε επιβουλέα, σε κάθε δυνητικό αντίπαλο, της ισχυρής πεποίθησης ότι οποιαδήποτε εχθρική ενέργεια ενέχει μεγαλύτερο κόστος από όφελος, είπε χαρακτηριστικά.
Ο κ. Παναγιωτόπουλος μίλησε επίσης για την εντεινόμενη γεωπολιτική σημασία και κρισιμότητας της περιοχής μας, “με κοινή και πασιφανή πλέον την επιδίωξη, και των συμμάχων μας στο ΝΑΤΟ, για σταθερότητα, άρα και μείωση των εντάσεων μεταξύ συμμάχων, “αλλά ταυτόχρονα με κοινό και πασιφανές ένα άλλο πρόβλημα: τον “ελέφαντα στο δωμάτιο”. Δηλαδή την αναθεωρητική πολιτική της Τουρκίας και την εχθρική, ανοιχτά προκλητική στάση της γείτονος, απέναντι στη χώρα μας, ιδίως σε επίπεδο ρητορικής, η οποία, τώρα μπορεί να χαρακτηρίζεται από κάποιους, προεκλογική, πλην όμως, για εμένα δείχνει ότι έχει στοιχεία σταθερής πολιτικής αναθεωρητικών επιδιώξεων και στην περιοχή μας”.
Όπως τόνισε, αντιλαμβανόμενη η κυβέρνηση τις γεωπολιτικές εξελίξεις και την κρισιμότητα, αλλά και την ήδη εκδηλωθείσα αστάθεια στην περιοχή μας, προχώρησε σε αύξηση του προϋπολογισμού του Υπουργείου ‘Αμυνας, από τα 3,35 δισ. ευρώ το 2020, στα 5,44 δισ. για το 2021, στα 6,39 δισ. το 2022 (λόγω κυρίως των εμπροσθοβαρών προς την πληρωμή συμβάσεων των τριών φρεγατών Μπελχαρα αλλά και των 24 αεροσκαφών Ραφάλ που αρχίσαμε να παραλαμβάνουμε, σε ένα χρόνο από την υπογραφή της σύμβασης, με πολύ ταχείς ρυθμούς δηλαδή), ενώ διαμορφώνεται στα 5,65 δισεκατομμύρια συνολικά για την άμυνα το 2023.
Ειδικότερα για τα 24 Ραφάλ, είπε ότι σε λίγες μέρες θα έρθουν κι άλλα δύο, μέχρι το τέλος του χρόνου – αρχές του επόμενου, για να προστεθούν στα υπάρχοντα 9 φτάνοντας στα 11. “Και έπεται συνέχεια. Μέχρι τον Αύγουστο του επόμενου έτους θα έχουμε συμπληρώσει την τρίτη εξάδα, θα είναι στα 18, και θα μένουν άλλα 6 για να πάμε στα συνολικά 24” είπε ο κ. Παναγιωτόπουλος και πρόσθεσε: “Έρχονται λοιπόν τα Ραφάλ, και εγκαθίσταται στην βάση της Τανάγρας, η οποία έχει γίνει ξανά ένας χώρος χαράς, εκεί που ήταν χώρος κατάθλιψης από τα καθηλωμένα Μιράζ 2000-5 λόγω της έλλειψης υποστήριξης [..] μέσα σε δύο χρόνια μόνο. Όπως συμπλήρωσε ο υπουργός Εθνικής ‘Αμυνας, η προσπάθεια δεν σταματά εδώ: Είναι και η αναβάθμιση των 83 F-16 στην εκδοχή Βάιπερ. Ήδη έχουν παραδοθεί τα πρώτα, και θα ενταθούν οι ρυθμοί στον επόμενο χρόνο, με παράδοση αρκετών (αεροσκαφών) κάθε μήνα. Είναι και η παράδοση των τριών πρώτων ανθυποβρυχιακών ελικοπτέρων τύπου Ρόμεο, στο τέλος του 2023, που θα αναβαθμίσουν την ανθυποβρυχιακή δυνατότητα του Πολεμικού Ναυτικού είπε ο κ. Παναγιωτόπουλος που εξήρε τη δύναμη, την ποιότητα, τον επαγγελματισμό και το υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης των Ενόπλων Δυνάμεων. Κάλεσε, τέλος, το σώμα να υπερψηφίσει τον προϋπολογισμό “για ακόμα πιο ισχυρές Ένοπλες Δυνάμεις, για μία Ελλάδα που δυνάμωσε, δυναμώνει, και θα δυναμώσει κι άλλο”.