«Παραπλανητικές» χαρακτηρίζει ο τέως διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου, Πανίκος Δημητριάδης, τις αναφορές, σε δημοσίευμα των New York Times, που τον επικρίνει πως «φούσκωνε» τα περιουσιακά στοιχεία της Λαϊκής Τράπεζας, για να συνεχίσει να λαμβάνει έκτακτη ρευστότητα (ELA) ύψους 9 δισ.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα υπήρξε έντονη αντίδραση της Γερμανίας στην παραχώρηση του ELA, προς την καταρρέουσα τότε Λαϊκή Τράπεζα, παρά τις διαβεβαιώσεις του κ. Δημητριάδη ότι η τράπεζα κατείχε πέραν πάσης αμφιβολίας τα περιουσιακά στοιχεία για να επιβιώσει.Ο επικεφαλής της Γερμανικής Κεντρικής Τράπεζας, Γένς Βάιντμαν τόνιζε ότι τα περιουσιακά στοιχεία της Λαϊκής «είχαν παραφουσκωθεί, από τον τότε διοικητή Πανίκο Δημητριάδη, κατά τουλάχιστον 1,3 δισεκατομμύρια ευρώ».
Ωστόσο, σύμφωνα με το δημοσίευμα, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα εμπιστεύθηκε τον κύριο Δημητριάδη και, με εξαίρεση τον πρόεδρο της Bundesbank, παραχώρησε έκτακτη ρευστότητα, ύψους 9 δισ, στη Λαϊκή.
Ο κ. Δημητριάδης, με ανακοίνωσή του αναφέρει ότι οι ενέργειες, που έγιναν, κατά την περίοδο εκείνη από την ΚΤΚ, σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), απέτρεψαν την άτακτη χρεοκοπία της Λαϊκής Τράπεζας και κατ΄ επέκταση του κυπριακού κράτους και πέτυχαν να κρατήσουν τη χώρα στη ζώνη του ευρώ.
Η αναφορά που γίνεται στο χθεσινό άρθρο , σημειώνει ο κ. Δημητριάδης, βασίζεται σε απόρρητα πρακτικά του Διοικητικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας τα οποία, «ως εκ τούτου, δεν είμαι σε θέση να σχολιάσω».
Ο κ. Δημητριάδης υποστηρίζει ότι, αν η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου διέκοπτε την παροχή ρευστότητας στη Λαϊκή Τράπεζα, προτού ολοκληρώνονταν οι διαπραγματεύσεις για το κυπριακό μνημόνιο, η τράπεζα θα κατέρρεε και το κυπριακό κράτος, το οποίο δεν ήταν σε θέση να αποζημιώσει καν τους ασφαλισμένους καταθέτες, θα οδηγείτο σε άτακτη χρεοκοπία.
Επίσης, αναφέρει ότι η πρώτη συμφωνία της κυπριακής κυβέρνησης με το Eurogroup, η οποία τελικά απορρίφθηκε από την κυπριακή Βουλή, περιλάμβανε την πλήρη ανακεφαλαιοποίηση της Λαϊκής Τράπεζας.
«Για την παροχή ρευστότητας προς τη Λαϊκή Τράπεζα», διευκρινίζει ο κ. Δημητριάδης ,«η Κεντρική Τράπεζα λάμβανε ως εχέγγυο, στοιχεία ενεργητικού από τη Λαϊκή Τράπεζα τα οποία είχαν ονομαστική αξία κατά πολύ μεγαλύτερη από τη ρευστότητα που παρείχε. Τα στοιχεία αυτά αξιολογούνταν με λεπτομέρεια και κρίνονταν ως επαρκής εξασφάλιση από τα αρμόδια τμήματα της Κεντρικής Τράπεζας».