Επίτιμος δημότης Ναυπλίου ανακηρύχθηκε την Κυριακή ο Πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς ο οποίος στην ειδική τελετή που διοργανώθηκε δεν παρέλειψε να αναφερθεί στον ρόλο που διαδραμάτισε η πόλη στον εθνικό αγώνα της απελευθέρωσης αλλά και το πόσο για τον ίδιο το μέρος αυτό αποτελεί καταφύγιο.
«Η Πύλος και το Ναύπλιο, αποτελούν τους τόπους της ξεκούρασής μου», τόνισε ο Αντώνης Σαμαράς, ο οποίος αναφέρθηκε στους προσωπικούς δεσμούς του με το Ναύπλιο, ενώ σε μια αποστροφή της ομιλίας του δήλωσε πως η μοίρα το θέλησε να είναι Πρωθυπουργός στις πιο δύσκολες στιγμές για τη χώρα τις τελευταίες δεκαετίες.
Η ομιλία του Αντ. Σαμαρά κατά την παραλαβή του χρυσού κλειδιού της πόλης του Ναυπλίου ήταν η ακόλουθη:
«Σεβασμιότατε, φίλες και φίλοι,
Είναι βαθιά η συγκίνησή μου, γιατί είναι πολύ μεγάλη η τιμή. Ξέρω ότι το κλειδί ήταν σχετικά εύκολο να το φτιάξετε, γιατί είχατε ήδη δικό σας το κλειδί της δικής μου καρδιάς. Μιλάω για τη Γεωργία!
Είναι μεγάλη η διάκριση και η χαρά για μένα σήμερα. Και είναι μεγάλη τιμή, γιατί πρώτα απ’ όλα το Ναύπλιο έχει μια ξεχωριστή θέση στην Ελληνική Ιστορία.
Το ρόλο του Ναυπλίου τον γνωρίζουν όλοι οι Έλληνες. Υπήρξε η πρώτη Πρωτεύουσα της χώρας κατά τη διάρκεια της Επανάστασης και μετά την Ανεξαρτησία. Εδώ χτυπούσε η καρδιά του επαναστατημένου γένους μας, σε όλη τη διάρκεια του Αγώνα. Στιγμές μεγάλες και στιγμές δραματικές, εδώ τις έζησαν οι Έλληνες και ο απόηχός τους ακούγεται ακόμα στις ιστορικές γωνιές της πόλης του Ναυπλίου.
Από το 1823 έδρα της πρώτης Επαναστατικής Κυβέρνησης, από το 1827 επίσημη Πρωτεύουσα του κράτους, έως το 1834 που αποβιβάστηκε εδώ ο Όθωνας, ενώ το 1862 από εδώ ξεκίνησε η επανάσταση για την εκδίωξη του Όθωνα.
Εδώ έφταναν τα νέα για την προέλαση του Ιμπραήμ στο Δυτικό Μωριά, εδώ έφτασαν τα νέα για την ήττα των εχθρών στο Ναυαρίνο- που είναι το δικό μου χωριό, η Πύλος- εδώ άρχισε τη συγκρότηση του Ελληνικού κράτους ο πρώτος κυβερνήτης ο Ιωάννης Καποδίστριας, εδώ έφτασαν τα νέα για την επίσημη αναγνώριση της Ελληνικής Ανεξαρτησίας, εδώ στις σκάλες του Άη-Σπυρίδωνα έπεσε δολοφονημένος ο Καποδίστριας το 1831, εδώ δικάστηκε και φυλακίστηκε ο Κολοκοτρώνης το 1834. Εδώ βρίσκονται συμπυκνωμένες οι απαρχές της σύγχρονης Ελληνικής Ιστορίας. Εδώ η πρώτη Βουλή των Ελλήνων, εδώ το πρώτο Εθνικό Τυπογραφείο, εδώ η πρώτη Σχολή Ευελπίδων, εδώ το πρώτο Γυμνάσιο, εδώ το πρώτο φαρμακείο και τόσες άλλες σφραγίδες, που είναι πολυσήμαντα αποτυπώματα της ιστορίας του Ναυπλίου.
Αλλά το Ναύπλιο, όπως είπαμε, έχει και ξεχωριστή θέση στην καρδιά τη δική μου. Γιατί όπως ξέρετε τον ελεύθερο χρόνο που έχω, τον μοιράζω εδώ, στην ιδιαίτερη πατρίδα της γυναίκας μου, και στη δική μου ιδιαίτερη πατρίδα, την Πύλο. Γι’ αυτό και αγάπησα το Ναύπλιο ως δεύτερη πατρίδα μου. Και βοηθώ όσο μπορώ να γίνουν όλα όσα έπρεπε να είχε κάνει η Πολιτεία επί χρόνια. Με πολύ χαρακτηριστική- μου επιτρέπετε να πω- την περίπτωση του Ανάβαλου που προχωράει πλέον η ολοκληρωμένη του αξιοποίηση για την υδροδότηση ολόκληρου του κάμπου της Αργολίδας, εξέλιξη που, επιτέλους, μετά από 40 χρόνια, θα αλλάξει και την εικόνα και τις οικονομικές προοπτικές ολόκληρης της περιοχής. Και αυτό δεν είναι «θα». Είναι κάτι το οποίο έχει τελειώσει και μπαίνει μπροστά.
Όμως όλα αυτά– το ξαναλέω – έπρεπε να είχαν γίνει από χρόνια.
Το Ναύπλιο, λοιπόν, έχει ξεχωριστή θέση και στην Ελληνική Ιστορία και βέβαια στη δική μου καρδιά. Εδώ πολλές φορές τα τελευταία χρόνια βρήκα καταφύγιο ξεκούρασης σε δύσκολες ώρες.
Και θέλω να ευχαριστήσω όλους του Ναυπλιώτες, όχι μόνο για την ιδιαίτερη τιμή που μου κάνουν σήμερα- που είναι ξεχωριστή. Περισσότερο όμως θέλω να τους ευχαριστήσω για τη αγάπη τους, για τη φιλία τους με την οποία με περιβάλλουν εδώ και χρόνια. Ο απλός ο άνθρωπος, ο απλός οικογενειάρχης, ο απλός καταστηματάρχης. Αυτό είναι για μένα η πιο μεγάλη τιμή, το πιο ανεκτίμητο απ’ όλα.
Γιατί βλέπετε, η μοίρα το θέλησε να είμαι Πρωθυπουργός στις πιο δύσκολες στιγμές για τη Χώρα μας τις τελευταίες δεκαετίες. Σε αυτές τις δύσκολες στιγμές, η Γεωργία και η οικογένειά της, εδώ στο Ναύπλιο, υπήρξαν τα πιο στέρεα και δυνατά στηρίγματά μου. Και μαζί τους και οι κάτοικοι του Ναυπλίου, τους οποίους πραγματικά τους αισθάνομαι σαν οικογένεια.
Θα ήθελα, κ. Δήμαρχε, να σας ευχαριστώ πραγματικά και για την τιμή και για την αγάπη σας και για τη συγκίνηση που μου προσέφεραν τα λόγια σας. Θέλω να ξέρετε ότι σε αυτές τις δύσκολες, τις σκληρές ώρες που περνάει ο Ελληνικός λαός και που δε θα διαρκέσουν ακόμα πολύ, θα είμαι πάντα δίπλα σας. Πέρα και πάνω από κόμματα, πέρα και πάνω από ιδεολογίες, όταν όλα αυτά γίνονται περιττά, εκεί που υπάρχει ο άνθρωπος. Εκεί που υπάρχει η αγάπη. Σας ευχαριστώ πάρα πολύ»