Αναλυτική ανακοίνωση σε σχέση με τον αντιπλημμυρικό σχεδιασμό εξέδωσε ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Θόδωρος Σκυλακάκης. Όπως επισημαίνει ο κ. Σκυλακάκης, ο ερχομός όμως μίας πλημμύρας που συμβαίνει 1 φορά στα 1.000 χρόνια, που δεν είχε προβλεφθεί, αλλάζει τα υδρολογικά δεδομένα της χώρας και απαιτεί μία συνολική αναθεώρηση του αντιπλημμυρικού σχεδιασμού
Ειδικότερα, σύμφωνα με την ανακοίνωση του Υπουργού:
1. Κατά την πλημμύρα «Daniel» με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία, 8 δισ. τόνοι νερό έπεσαν στη Θεσσαλία. Στο ακραίο σενάριο των υφιστάμενων σχεδίων διαχείρισης κινδύνου πλημμύρας, που θα συνέβαινε μια φορά στα 1.000 χρόνια, η βροχόπτωση θα έφτανε περίπου τα 6-8 δισ. τόνους (οι αντίστοιχοι χάρτες έχουν σχεδιαστεί με το μέσο σενάριο που προβλέπει περίπου 6 δισ. τόνους). Τα αντιπλημμυρικά έργα στην Ελλάδα, σύμφωνα με τον ν. 4258/2014 και την Υπουργική Απόφαση ΤΤ660/2017 (Β’ 428) είναι σχεδιασμένα για πλημμύρες που συμβαίνουν μία φορά στα 50 έτη. Στην πλημμύρα «Daniel» το νερό ήταν 3 φορές περισσότερο από μία πλημμύρα 50 ετών. Συνεπώς, αντικειμενικά (άσχετα με τις οποιεσδήποτε επιμέρους αδυναμίες, τοπικές ή εθνικές, οι οποίες προφανώς πρέπει ενδελεχώς να εξεταστούν) δεν υπήρχε περίπτωση αντιπλημμυρικά έργα σχεδιασμού για πλημμύρα των 50 ετών, να συγκρατήσουν πλημμύρα 1.000 ετών.
Glomex Player(eexbs1jkdkewvzn, v-cvjaby33fgxt)
2. Ο αντιπλημμυρικός σχεδιασμός που έχει η χώρα στηρίζεται στα πλέον πρόσφατα (από το 2018) Σχέδια Διαχείρισης Κινδύνων Πλημμύρας (ΣΔΚΠ) περιλαμβανομένων των Χαρτών Επικινδυνότητας και Χαρτών Κινδύνων Πλημμύρας, που δίνουν μία ένδειξη μόνο για το που θα γίνουν οι πλημμύρες.
Η ένδειξη είναι μεν χρήσιμη, αλλά αυτή η χρησιμότητά της είναι πεπερασμένη, καθώς οι χάρτες στηρίζονται στη μη ρεαλιστική υπόθεση ότι το νερό πέφτει ομοιόμορφα σε όλες τις περιοχές και με σταθερό ρυθμό καθ΄ όλη τη διάρκεια της ημέρας, ενώ επίσης δεν περιλαμβάνει την εξαιρετικά σημαντική διάσταση των φερτών υλικών.
Οι στατικοί αυτοί χάρτες αντί για δυναμικά μοντέλα πρόβλεψης, η έλλειψη μέτρων πρόληψης για ανθεκτικότητα παραγωγικών δραστηριοτήτων έναντι μεγάλων πλημμυρικών φαινομένων και η έλλειψη συνεκτικότητας, ώστε το δίκτυο αντιπλημμυρικών έργων να λειτουργεί ως ενιαίο σύνολο, ήταν οι αντικειμενικές αδυναμίες των σχεδίων εκείνων.
Σε σχέση με την συνεκτικότητα, πρέπει να συνειδητοποιηθεί ότι ένα αντιπλημμυρικό σύστημα, που περιλαμβάνει μία ολόκληρη λεκάνη απορροής ή πολλές συνδεδεμένες λεκάνες απορροής, είναι τόσο ισχυρό όσο το πιο αδύναμο σημείο του, από πλευράς αντιπλημμυρικής προστασίας που προσφέρει το δίκτυο των αντιπλημμυρικών έργων.
Η αντιπλημμυρική προστασία δεν αφορά ένα μεμονωμένο έργο, αλλά απαιτεί πληθώρα μεμονωμένων αντιπλημμυρικών έργων, που λειτουργούν ως ενιαίο σύνολο για την κάλυψη της λεκάνης απορροής και η υλοποίησή τους έχει απαιτήσει δεκαετίες και έχει γίνει με πολύ μεγάλο κόστος. Συνεπώς, η αλλαγή επιπέδου αντιπλημμυρικού σχεδιασμού, ανεξαρτήτως σε πιο επίπεδο πρέπει να γίνει, αφήνει τον αντιπλημμυρικό σχεδιασμό στον ενδιάμεσο χρόνο μέχρι την ολοκλήρωση όλων των έργων που αφορούν σε μία λεκάνη απορροής, σε μεγάλο βαθμό, πιο κοντά στο προηγούμενο παρά στο επόμενο, επίπεδο, από πλευράς προστασίας την οποία προσφέρει.
3. Η πολυδιάσπαση αρμοδιοτήτων και φορέων που επιμελούνται την υλοποίηση του αντιπλημμυρικού σχεδιασμού είναι μία δομική αδυναμία του ελληνικού αντιπλημμυρικού σχεδιασμού, καθώς οι φορείς έχουν διαφορετικές ικανότητες και επίπεδα αποτελεσματικότητας. Συνεπώς, η υλοποίηση του αντιπλημμυρικού σχεδιασμού είναι τόσο ικανοποιητική όσο ο πιο αδύναμος φορέας της.
4. Η κλιματική κρίση έχει δύο χαρακτηριστικά: Πρώτον, για τα επόμενα 30 τουλάχιστον χρόνια είναι μη αναστρέψιμη και πιθανώς επιδεινούμενη, με φαινόμενα που δεν υπήρχαν στους προηγούμενους αιώνες. Δεύτερον, για το μέγεθος αυτών των φαινομένων υπάρχει πολύ σημαντική αβεβαιότητα, καθώς τα κλιματικά μοντέλα είναι ακόμη ατελή. Συνεπώς, ο σχεδιασμός μας θα πρέπει να γίνεται με την υπόθεση ενός δυσμενούς, ρεαλιστικού σεναρίου.