Το 2018 θα δούμε αν το ελληνικό χρέος είναι βιώσιμο, είπε ο Γερμανός ΥΠΟΙΚ και πρόσθεσε: Διότι αν αποδειχτεί ότι η ελάφρυνση του χρέους δεν είναι απαραίτητη, τότε δεν θα γίνει…
«Είχαμε βρει λύση για το ελληνικό ζήτημα, αλλά οι Έλληνες ζήτησαν τρεις εβδομάδες προθεσμία για επικοινωνιακούς λόγους», δήλωσε ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, λίγη ώρα πριν την έναρξη του κρίσιμου Eurogroup στο Λουξεμβούργο και «καρφώνοντας» με τον τρόπο αυτό τους χειρισμούς της ελληνικής κυβέρνησης στο ζήτημα της διαπραγμάτευσης.
«Φυσικά είμαι αισιόδοξος για την επίτευξη συμφωνίας. Άλλωστε είχαμε καταλήξει σε συμφωνία πριν από τρεις εβδομάδες αλλά η Ελλάδα ζήτησε άλλες τρεις εβδομάδες για επικοινωνιακούς λόγους» αποκάλυψε ο κ. Σόιμπλε απαντώντας σε ερώτηση δημοσιογράφου για το αν θα επιτευχθεί συμφωνία στη σημερινή συνάντηση των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης στο Λουξεμβούργο.
Δύο ημέρες αφού υποστήριξε ότι ο Αλέξης Τσίπρας δεν εμπιστεύεται τον Ευκλείδη Τσακαλώτο αποκαλύπτοντας παράλληλα ότι ο Έλληνας πρωθυπουργός τηλεφωνεί συνεχώς στην Άνγκελα Μέρκελ, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε υποστήριξε εμμέσως ότι η ελληνική κυβέρνηση δραματοποιεί την κατάσταση για επικοινωνιακούς λόγους…
Προσερχόμενος στη συνεδρίαση του Eurogroup, ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε εμφανίστηκε αισιόδοξος ότι θα υπάρξει συμφωνία για την εκταμίευση της δόσης σήμερα, είπε ότι έχει βρεθεί η διαδικασία για να συμμετάσχει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και πρόσθεσε ότι το ΔΝΤ θα εκταμιεύσει σε μεταγενέστερο χρόνο τα δικά του χρήματα προς την Ελλάδα.
Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε υπογράμμισε ότι η συμφωνία για το χρέος θα κινείται στο πλαίσιο που είχε προδιαγράψει το Eurogroup από τον Μάιο του 2016.
Σύμφωνα με τη Deutsche Welle, ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας είπε ότι οι συζητήσεις για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους θα ξεκινήσουν μετά την επιτυχή ολοκλήρωση του προγράμματος, το καλοκαίρι του 2018 και πρόσθεσε: Διότι αν αποδειχτεί ότι η ελάφρυνση του χρέους δεν είναι απαραίτητη, τότε δεν θα γίνει…
Ο κ. Σόιμπλε εξέφρασε τη βεβαιότητά του ότι η Ελλάδα θα μπορέσει να επανέλθει στις αγορές μετά το τέλος του προγράμματος.