Kαλοκαίρι του 1933 σε ένα χωριό της Ουκρανίας. Ενα μικρό αγόρι ξυπνά κοντά σε μία σόμπα τρομερά πεινασμένο. «Μπαμπά, θέλω να φάω. Μπαμπά!», φώναξε. Κανείς, όμως, δεν απάντησε.
Το σπίτι ήταν κρύο και το αγόρι πήγε στον πατέρα του, που μάλλον κοιμόταν. Είχε «αφρούς κάτω από τη μύτη του», θυμάται. «Αγγιξα το κεφάλι του, ήταν κρύο». Λίγο αργότερα, ένα καροτσάκι φορτωμένο με πτώματα έφτασε στο σπίτι με δύο άνδρες να βάζουν το σώμα του πατέρα σε έναν σάκο και να το ρίχνουν σε αυτό. Εφυγαν.
Το αγόρι μπορεί να έμεινε μόνο, να κοιμόταν σε στάβλους, να μάζευε με το ζόρι σπόρους, ωστόσο, με κάποιον τρόπο επιβίωσε. Ωστόσο, δεν ήταν το ίδιο τυχεροί περίπου 4 εκατ. συμπατριώτες του Ουκρανοί.
Ο λιμός που έπληξε την Ουκρανία στα τέλη του 1932 και το 1933 ήταν μία από τις μεγαλύτερες ανθρώπινες πληγές στην ευρωπαϊκή ιστορία, αν και στη Δύση λίγοι το γνωρίζουν. Για την ίδια την Ουκρανία, το Γολοντομόρ, που στην κυριολεξία σημαίνει «εξολόθρευση από την πείνα», θεωρείται συχνά κάτι παρόμοιο με το Ολοκαύτωμα, μια γιγαντιαία επιχείρηση δολοφονίας εκατομμυρίων ανθρώπων.
Και πίσω από αυτήν, δεν είναι μόνο ο Στάλιν και η ιδέα του προγράμματος κολεκτιβοποίησης που εφαρμόστηκε, αλλά μια στρεβλωμένη ιδεολογία, που επιδιώκει να επανατοποθετήσει μια αγροτική κοινωνία βάσει ενός ουτοπικού κομμουνιστικού σχεδίου.
Οι εικόνες από τότε συγκλονιστικές. Πεινασμένα παιδιά, μαζικοί τάφοι ακόμη και κανιβαλισμός. «Ημουν τόσο φοβισμένος από αυτό που είχε συμβεί που δεν μπορούσα να μιλήσω για αρκετές ημέρες», λέει μια γυναίκα που ρίχτηκε απο λάθος σε μαζικό τάφο. «Εβλεπα νεκρά σώματα στα όνειρά μου και ούρλιαζα», θυμάται.
Σήμερα, παρά τα απίστευτα που έχουν διαδραματιστεί, εξακολουθούν να υπάρχουν και εκείνοι που αρνούνται τον μεγάλο λιμό της Ουκρανίας. Στη Ρωσία, ο άνθρωπος που έφερε την πείνα, ο Στάλιν, παρουσιάζεται ως ένας ηγέτης άξιος θαυμασμού, που έφτασε τη Ρωσία ψηλά σε ολόκληρο τον κόσμο. Μάλιστα, πριν από λίγα χρόνια, ο Πούτιν σε συνέντευξη Τύπου δήλωσε πως δεν υπήρχε τίποτα κακό με την αποκατάσταση αγαλμάτων ενός ανθρώπου που αφαίρεσε εκατομμύρια ζωές. Ο Στάλιν, όπως ισχυρίστηκε, δεν ήταν διαφορετικός από τον Βρετανό Ολιβερ Κρόμγουελ, μια σύγκριση απλώς ανακριβής.
Σύμφωνα με την Daily Mail, ωστόσο, το βιβλίο Red Famine: Stalin’s War on Ukraine της Ανν Απλμπάουμ δεν αφήνει περιθώρια αμφιβολίας για την ευθύνη του Στάλιν για το τι συνέβη. Οι ρίζες της πείνας γεννούν την βασανισμένη και αιματοβαμμένη σχέση μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, πηγή διεθνούς έντασης και ανθρώπινου πόνου ακόμα και σήμερα.
Η λέξη Ουκρανία σημαίνει «παραμεθόριος». Κάποτε ένα κομμάτι της άνηκε στην πολωνική-λιθουανική κοινοπολιτεία αλλά στην συνέχεια κατακτήθηκε από την ρωσική αυτοκρατορία. Από τότε, Ρώσοι εθνικιστές την βλέπουν ως αναπόσπαστο μέρος της ευρασιατικής τους κυριαρχίας και ακόμη και σήμερα οι υπερασπιστές του Πούτιν την αποκαλούν συχνά «Νέα Ρωσία» ή «Μικρή Ρωσία».
Μετά τη Ρωσική Επανάσταση του 1917, η Ουκρανία έκανε μια προσπάθεια για ελευθερία, μόνο για να συντριβεί από τον Κόκκινο Στρατό και μετατράπηκε σε δημοκρατία της νέας Σοβιετικής Ενωσης. Ωστόσο, τόσο ο Λένιν, όσο και ο Στάλιν έβλεπαν την Ουκρανία με δυσπιστία.
Οι Ουκρανοί ήταν τόσο διαφορετικοί… Επέμειναν να μιλούν τη δική τους γλώσσα, οι αγρότες ήταν συντηρητικοί, διατηρούσαν τις παραδόσεις τους και δεν ήταν καθόλου ενθουσιώδεις για το λαμπρό μαρξιστικό μέλλον που οι βασιλιάδες του Κρεμλίνου υποσχέθηκαν να οικοδομήσουν.
Και τότε, στο τέλος της δεκαετίας του ‘20 ήρθε η καταστροφή. Αποφασισμένος να εδραιώσει τη διακυβέρνησή του και ανυπόμονος να «σπάσει» την αγροτική αντίσταση και να κινηθεί προς την Ουτοπία, ο Στάλιν διέταξε την κολεκτιβοποιήση ολόκληρης της σοβιετικής υπαίθρου.
Η αρχή ήταν απλή. Οι πλουσιότεροι αγρότες έπρεπε να «σπάσουν» με λιμοκτονία, δολοφονία ή εξορία, ενώ οι υπόλοιποι θα βρίσκονταν σε έργα τεράστιας κρατικής εκμετάλλευσης, όπου θα εργάζονταν ασταμάτητα για το μεγαλύτερο σοβιετικό αγαθό αντί για το ιδιωτικό κέρδος.
Η κίνηση συλλογικότητας είχε όλα τα αποτυπώματα του Στάλιν. Ενας άλλος σοβιετικός ηγέτης θα μπορούσε να προχωρήσει με μεγαλύτερη προσοχή και η αλήθεια είναι πως μερικοί πίστευαν πως πάει πολύ γρήγορα.
Ο Στάλιν υποστήριξε πως η συλλογικότητα ήταν απλά ένας καλός μαρξισμός. Αν ήθελαν να οικοδομήσουν σοσιαλισμό στη γη, είπε, έπρεπε, να «σπάσουν» τους αγρότες. Πώς θα μπορούσαν να έχουν μια πραγματικά σοσιαλιστική κοινωνία, εάν εξακολουθούσαν να επιτρέπουν στους ανθρώπους να εκμεταλλεύονται για τον εαυτό τους και να κερδίσουν χρήματα;
Αυτό που ακολούθησε ήταν τρομακτικό. Την ώρα που η σκληρή ομάδα του Στάλιν περιπλανιόταν στη γόνιμη ουκρανική γη, αρπάζοντας τους καρπούς που μπορούσαν να πουληθούν στο εξωτερικό (κάτι που του επέτρεπε να αγοράσει τα βιομηχανικά μηχανήματα που ήθελε απεγνωσμένα), υπήρχαν αναφορές για αυξανόμενες δυσκολίες στη Μόσχα.
Την άνοιξη του 1932, μυστικές αστυνομικές αναφορές ήταν γεμάτες με χωρικούς που έψαχναν για φαγητό, παιδιά πρησμένα από την πείνα, ακόμη και για άψυχα σώματα που κείτονταν στους δρόμους ουκρανικών πόλεων.
Ωστόσο, ο Στάλιν δεν έκανε τίποτα. Μακριά από τη βοήθεια των βασανισμένων, κατηγορούσε τους Ουκρανούς εθνικιστές, λέγοντας στις μυστικές υπηρεσίες να ψάξουν για κρυφές προμήθειες σιτηρών και μάλιστα διέταξε να υπάρξουν μαύρες λίστες αγροκτημάτων και χωριών.
Εν μέρει, αυτό έδειξε τη νοσηρή υποψία του για τις φιλοδοξίες ανεξαρτησίας της Ουκρανίας, κάτι που είχε κοινό με τους τσάρους προκατόχους του και μάλιστα και με τη σημερινή ρωσική ηγεσία. Αυτό βέβαια αντανακλούσε και τη μαρξιστική νοοτροπία του, η οποία είδε ταξικούς εχθρούς παντού και αντιμετώπιζε τους απλούς ανθρώπους ως πιόνια σε ένα σκληρό ιδεολογικό παιχνίδι. Κάπως έτσι η πείνα έγινε λιμοκτονία.
Η συγγραφέας περιγράφει: Καθώς το σώμα λιμοκτονεί, καταναλώνει από τις αποθήκες γλυκόζης και στη συνέχεια «τρώει» λίπη. Στο τρίτο στάδιο, μερικές εβδομάδες αργότερα, συνεχίζει με τις πρωτεΐνες, απομονώνοντας ιστούς και μυς. Τελικά, το δέρμα γίνεται λεπτό, τα μάτια φουσκώνουν, η κοιλιά πρήζεται. Ο θάνατος προέρχεται είτε από την πείνα είτε από λοιμώξεις, όπως πνευμονία ή τύφος.
Μαζί με τα εκατομμύρια ανθρώπων που πέθαιναν, έσβηνε και η ανθρωπιά. Η Απλμπάουμ αναφέρει χαρακτηριστικά την περίπτωση ενός 15χρονου κοριτσιού που ζητιάνευε έξω από έναν φούρνο. Την ώρα που περνούσαν οι περαστικοί, ζητούσε μερικά ψίχουλα. Τελικά, ρώτησε τον καταστηματάρχη, ωστόσο, εκείνος της φώναξε και τη χτύπησε, με αποτέλεσμα η μικρή να πέσει κάτω. «Σήκω», φώναζε ο καταστηματάρχης, χτυπώντας την. «Πήγαινε σπίτι και δούλεψε», έλεγε. Το κορίτσι, όμως, δεν κουνιόταν, είχε πεθάνει.
Μερικοί άνθρωποι στην ουρά άρχισαν να κλαίνε. «Κάποιοι το παίρνουν πολύ συναισθηματικά», είπε ο καταστηματάρχης. «Είναι εύκολο να εντοπιστούν οι εχθροί των ανθρώπων». Στην πόλη Βίνιτσα, ένας πατέρας προσπάθησε να σκοτώσει τα πεινασμένα του παιδιά, ανάβοντας φωτιά και μπλοκάροντας την καμινάδα. Οταν φώναζαν για βοήθεια, τα έπνιξε με τα ίδια του τα χέρια.
Υπάρχουν ακόμη ιστορίες για περιπτώσεις κανιβαλισμού. Σε ένα χωριό, η αστυνομία συνέλαβε έναν άνδρα που τρελάθηκε, όταν πέθανε η σύζυγός του. Ενας γείτονας τον ρώτησε γιατί φαινόταν καλύτερα από τους άλλους, με τον άνδρα να του λέει: «Εφαγα τα παιδιά μου. Και αν μιλάς πολύ, θα φάω και εσένα».
Οπως αναφέρει το βρετανικό δημοσίευμα, το εάν η πείνα μετρά για γενοκτονία παραμένει μια αμφιλεγόμενη ερώτηση. Οι Ουκρανοί λένε συχνά «ναι». Οι Ρώσοι και οι συμπαθούντες αυτών λένε «όχι». Κατά μία έννοια αυτό το ζήτημα είναι άσχετο. Αυτό που έχει σημασία είναι ότι, ως αποτέλεσμα της πολιτικής του Στάλιν, εκατομμύρια ζωές χάθηκαν.
Από δυτικής άποψης, αυτό που είναι πραγματικά επαίσχυντο, όπως σημειώνει χαρακτηριστικά η Daily Mail, είναι πως πολλοί εξωτερικοί παρατηρητές αρνήθηκαν να δεχτούν την αλήθεια ή προσπάθησαν σκόπιμα να την καλύψουν. Στη βρετανική Αριστερά υπήρχαν αρκετοί υποστηρικτές της βαρβαρότητας του Στάλιν, που έκαναν λόγο για «νέο πολιτισμό».
Μια γενναία εξαίρεση ήταν ο Ουαλός συγγραφέας Γκάρετ Τζόουνς, ο οποίος ταξίδεψε στην Ουκρανία τον Μάρτιο του 1933 και επέστρεψε για να μιλήσει για την «καταστροφική» πείνα. Σχεδόν αμέσως, ο άνδρας των New York Times στη Μόσχα και βραβευμένος με Πούλιτζερ Ουόλτερ Ντουράντι δημοσίευσε απάντηση με τίτλο «Οι Ρώσοι πεινάνε αλλά δεν λιμοκτονούν». Ο Ντουράντι ισχυρίστηκε πως δεν υπήρξε πείνα και πως οι αναφορές του Τζόουνς ήταν στο πλαίσιο προπαγάνδας της βρετανικής κυβέρνησης.
Ο Ντουράντι, ο οποίος ζούσε σε πολυτελές διαμέρισμα της Μόσχας, όμως, δεν στάθηκε μόνο εκεί. Λίγους μήνες αργότερα, τον Αύγουστο του 1933, είπε στους Αμερικανούς αναγνώστες: «Οποιαδήποτε αναφορά περί λιμού στη Ρωσία είναι σήμερα μια υπερβολή ή κακοήθης προπαγάνδα».
Ακόμη και σήμερα, υπάρχουν εκείνοι στην Αριστερά που εξακολουθούν να δικαιολογούν τον Στάλιν. Ενας από αυτούς είναι και ο επικεφαλής Τύπου του Τζέρεμι Κόρμπιν, Σίουμας Μάιλν. Οπως λέει, οι άνθρωποι θα πρέπει να σταματήσουν να μιλούν για τα θύματα του Στάλιν. Αντ’ αυτού θα πρέπει να θυμούνται «τον κομμουνισμό στη Σοβιετική Ενωση, στην ανατολική Ευρώπη και αλλού για την εκβιομηχάνιση, τη μαζική εκπαίδευση, την ασφάλεια στην εργασία και τις τεράστιες προόδους στην κοινωνική ισότητα και την ισότητα των φύλων».
Σύμφωνα με το δημοσίευμα της Daily Mail, αυτό αποτελεί προσβολή στα εκατομμύρια ανθρώπων που πέθαναν στην Ουκρανία και το γεγονός πως προέρχεται από τον επίσημο εκπρόσωπο του Τζέρεμι Κόρμπιν είναι απλώς ντροπιαστικό.
Το βιβλίο της Απλμπάουμ, η οποία έκανε εκτενή έρευνα σε ρωσικά και ουκρανικά αρχεία, δεν δίνει περιθώρια αμφιβολίας για την ευθύνη του Στάλιν και των κομμουνιστικών συμμάχων του. Δημοσκόπηση σε 1.600 Ρώσους πριν από τρεις μήνες έδειξε πως το 38% θεωρεί τον Στάλιν, τον μεγαλύτερο Ρώσο όλων των εποχών, με τον Πούτιν να ακολουθεί με 34%. Αυτό λέει τη δική του ιστορία.
Οσο για τους Ουκρανούς βλέπουν το Γολοντομόρ ως κεντρική στιγμή στη σύγχρονη πολιτική και πολιτιστική τους ιστορία, ένα σύμβολο ταλαιπωρίας τους στα ρωσικά χέρια αλλά και ένα κίνητρο για την εθνική τους αυτοδιάθεση.
«Δεν μπορούμε να είμαστε ειρηνικά στους τάφους μας», εξηγεί ο Ουκρανός ποιητής και πολιτικός αντιφρονούντας Μίκολα Ρουνέκο, ξαναζωντανεύοντας το Γολοντομόρ. «Εμείς, οι νεκροί, δεν μπορούμε να αναπαυτούμε εν ειρήνη. Δεν μπορούμε να επαναφέρουμε τα θύματα του Στάλιν. Αλλά στη μνήμη τους, ίσως μπορούμε να τους βοηθήσουμε να αναπαυτούν».