Με έναν χρησμό, σύμφωνα με τον οποίο το πρόσωπο που θα επιλέξει για επόμενο Πρόεδρο της Δημοκρατίας «θα καθορίσει και το κυβερνητικό στίγμα», αναχώρησε ανήμερα τα Χριστούγεννα για το Μέτσοβο ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης.
Οι στενοί συνεργάτες του, που ήταν αποδέκτες της γριφώδους πρωθυπουργικής ρήσης, αλλά και όσοι συνομίλησαν μαζί του αυτές τις γιορτινές ημέρες που βρέθηκε «στο βουνό», όπου κατά παλαιότερη δήλωσή του θα σκεφτόταν ποιον θα προτείνει, δεν είναι σε θέση να επιβεβαιώσουν αν ο κ. Μητσοτάκης πήρε την οριστική του απόφαση.
«Μην περιμένετε να επιστρέψει κρατώντας στα χέρια του δύο πέτρινες πλάκες όπως ο Μωυσής από το όρος Σινά», επισημαίνουν τακτικοί συνομιλητές του. Οπως όμως προσθέτουν, «ο καθαρός αέρας του Μετσόβου σίγουρα συνέβαλε ώστε να μικρύνει ακόμη περισσότερο η short list (σ.σ.: μικρή λίστα) με τους πιθανούς υποψηφίους που εδώ και καιρό έχει στο μυαλό του».
Η μόνη βεβαιότητα που εκφράζεται από τον πολύ περιορισμένο αριθμό στελεχών του κυβερνητικού επιτελείου που έχουν γίνει κοινωνοί των πρωθυπουργικών σκέψεων είναι ότι ο προσανατολισμός του κ. Μητσοτάκη είναι σχεδόν αποκλειστικά προς την κατεύθυνση της επιλογής προσώπου με πολιτική εμπειρία. Και αυτό, όπως εξηγούν, κυρίως για δύο λόγους:
■ Πρώτον, λόγω της συγκυρίας της όξυνσης των ελληνοτουρκικών σχέσεων, που, όπως λέγεται, επιβάλλει να βρίσκεται στην κορυφή του Πολιτεύματος πρόσωπο κύρους και, ει δυνατόν, με διεθνή απήχηση.
■ Δεύτερον, λόγω των χειρισμών που θα απαιτηθεί να γίνουν όταν εξαιτίας του ισχύοντος συστήματος της απλής αναλογικής ανακύψει ζήτημα διερευνητικών εντολών και νέας προσφυγής στις κάλπες.
Με βάση αυτές τις επισημάνσεις, το τελευταίο διάστημα, όπως αναφέρουν πληροφορίες από καλές πηγές, ανάμεσα στα πολλά ονόματα που ακούγονται από διάφορες πλευρές φάνηκε να πέφτει στο τραπέζι και εκείνο του νυν Προέδρου Προκόπη Παυλόπουλου, ο οποίος πριν από περίπου έναν μήνα αποκλειόταν κατηγορηματικά από το περιβάλλον του πρωθυπουργού.
Τα υπέρ και τα κατά
Εδώ και μερικές εβδομάδες, ωστόσο, παρατηρήθηκε έντονη κινητικότητα από υποστηρικτές και φίλους του νυν Προέδρου, κυρίως από το εσωτερικό της κυβερνητικής παράταξης που επιχειρηματολογούν υπέρ της επανεκλογής Παυλόπουλου.
Κεντρικό τους επιχείρημα είναι ότι πρόκειται για «έμπειρο πολιτικό με βαθιά γνώση τόσο των συνταγματικών θεμάτων όσο και της εξωτερικής πολιτικής». Κάτι που, όπως λένε, «απεδείχθη στον ρόλο που διαδραμάτισε μετά το δημοψήφισμα του 2015, συμβάλλοντας στη μεταστροφή του Αλέξη Τσίπρα και στην παραμονή στην Ευρωζώνη».
Επιπλέον, αναφέρουν ότι ο κ. Παυλόπουλος προέρχεται από τις τάξεις της Ν.Δ. και είναι ο μόνος που είναι βέβαιο ότι θα ψηφιστεί από τα δύο μεγαλύτερα κόμματα, αφού έχει ήδη προταθεί από τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης Αλέξη Τσίπρα. Και ως εκ τούτου θα επανεκλεγεί συγκεντρώνοντας περίπου 240 ψήφους -υπερψηφιζόμενος από τη συντριπτική πλειονότητα των 158 βουλευτών της Ν.Δ. και τους 86 του ΣΥΡΙΖΑ-, χωρίς καν να χρειαστεί δεύτερη ψηφοφορία.
Παρά ταύτα, καλά ενημερωμένες πηγές επιμένουν ότι «ο Παυλόπουλος κέρδισε μεν κάποιους πόντους, πλην όμως δεν κατέστη ποτέ ένα από τα φαβορί». Και αυτό διότι, όπως εξηγούν οι ίδιες πηγές, η στήριξή του από ορισμένες δυνάμεις κινητοποίησε ακόμη πιο ισχυρές αντίρροπες , που υποστηρίζουν ότι η επιλογή του από τον πρωθυπουργό έχει υψηλό πολιτικό ρίσκο.
Οπως λένε επικριτές της επανεκλογής του νυν Προέδρου, «δεν έχουν αναιρεθεί» οι τρεις λόγοι -«δεν αντιστάθηκε στις σειρήνες του πελατειακού κράτους, χειρίστηκε με ανεπάρκεια τον Δεκέμβριο του 2008 και δεν εκφράζει τη θέση της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ενωση με τον τρόπο που εγώ επιθυμώ»- που είχε προβάλει τότε ο κ. Μητσοτάκης για να δικαιολογήσει την άρνησή του να συνταχθεί με την επίσημη κομματική γραμμή, αν και ήταν κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της Ν.Δ.
Φαβορί και «καμένοι»
Με βάση τις υπάρχουσες -φειδωλές, είναι η αλήθεια- πληροφορίες που διαρρέουν από το Μαξίμου, ο πρωθυπουργός αναμένεται να πάρει την οριστική απόφασή του για το πρόσωπο που θα προτείνει περί τα τέλη Ιανουαρίου. Σύμφωνα με πηγές, πάντως, που έχουν γνώση των διαθέσεών του, όπως αυτές είναι διαμορφωμένες στην παρούσα συγκυρία:
1ον: Προτεραιότητα του κυβερνητικού επιτελείου φαίνεται να παραμένει η επιλογή ενός έμπειρου πολιτικού στελέχους από τον ευρύτερο χώρο του Κέντρου ή και της Κεντροαριστεράς. Προς αυτή την κατεύθυνση έχουν ακουστεί, όχι κατ’ ανάγκη από το στόμα του ίδιου του κ. Μητσοτάκη, ονόματα γυναικών όπως αυτά των κυριών Μαρίας Δαμανάκη και Αννας Διαμαντοπούλου, καθώς και της προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας Αικατερίνης Σακελλαροπούλου -η οποία όμως μειονεκτεί λόγω έλλειψης πολιτικής εμπειρίας-, ενώ «δεν έχουν βάση» τα όσα λέγονται για την πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ Φώφη Γεννηματά. Η κυρία Δαμανάκη, παρότι δεν είναι ιδιαίτερα δημοφιλής, κερδίζει έδαφος εξαιτίας του χαμηλού προφίλ που διατηρεί, της απόστασής της από τις σφοδρές αντιπαραθέσεις της τελευταίας δεκαετίας, αλλά και του γεγονότος ότι μπορεί να ψηφιστεί από το Κίνημα Αλλαγής και με δυσκολία θα απορριφθεί από τον ΣΥΡΙΖΑ.
2ον: Κατά καιρούς έχουν πέσει στο τραπέζι τα ονόματα των πρώην υπουργών του ΠΑΣΟΚ Αλέκου Παπαδόπουλου και Νίκου Χριστοδουλάκη, οι οποίοι τα τελευταία χρόνια απέχουν από την ενεργό πολιτική. Οπως και των καθηγητών Νίκου Αλιβιζάτου -για τον οποίο κάποιοι λένε ότι «κάηκε» με τη σπουδή του να υιοθετήσει τις καταγγελίες για αστυνομική βία μετά την εκκένωση κατάληψης στο Κουκάκι- και Βασίλη Σκουρή, καθώς και του Ευάγγελου Βενιζέλου. Κανείς τους, ωστόσο, δεν μπήκε -ή αν μπήκε δεν έμεινε για πολύ- στη «μικρή λίστα» που εξετάζει ο κ. Μητσοτάκης. Στη λίστα αυτή, εξάλλου, όπως διαβεβαιώνουν πηγές που έχουν γνώση των παρασκηνιακών συζητήσεων, δεν μπήκαν ποτέ οι πρώην πρωθυπουργοί Κώστας Σημίτης και Γιώργος Παπανδρέου.
3ον: Ως λύση ανάγκης δεν πρέπει να αποκλειστεί η υποψηφιότητα ενός από τα σημερινά μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου. Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, το οποίο δεν είναι το επικρατέστερο στην παρούσα φάση, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Παναγιώτης Πικραμμένος διατηρεί προβάδισμα έναντι των υπόλοιπων συναδέλφων του.