SelectedΠολιτική

Στους 7 μήνες Τσίπρα χάσαμε άλλα 11 χρόνια

ImageHandler.ashx?m=AnchoredFit&f=ZmlsZX Πόσο κόστισε στην Ελλάδα το διάστημα της υποτιθέμενης σκληρής διαπραγμάτευσης από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και πόσο επιβράδυνε την προσπάθεια ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας η κυβέρνηση της «πρώτης φοράς Αριστερά»;

Τις τελευταίες εβδομάδες η αντιπολίτευση χρησιμοποιεί το επιχείρημα ότι η επτάμηνη διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ κόστισε στην ελληνική οικονομία 90 δισ. ευρώ, σε μια προσπάθεια να αποδείξει ότι το διάστημα της πρωθυπουργίας του Αλέξη Τσίπρα είχε τεράστιο κόστος που καλούνται να πληρώσουν όλοι οι Ελληνες φορολογούμενοι.

Το πραγματικά συγκλονιστικό ωστόσο δεν είναι το κόστος που επιμερίστηκε στις επιχειρήσεις, στους ανθρώπους που έχασαν τη δουλειά τους και στο τραπεζικό σύστημα, αλλά το συμπέρασμα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ότι η Ελλάδα θα ανακτήσει το επίπεδο που κατείχε το 2008 το σωτήριο έτος… 2031. Με απλά λόγια, η οδύσσεια της ελληνικής οικονομικής κρίσης υπολογίζεται ότι θα διαρκέσει 23 ολόκληρα χρόνια! Αυτή η πρόβλεψη της Κομισιόν έγινε μόλις πριν από λίγες μέρες και δημοσιεύτηκε επισήμως τον Αύγουστο. Ισως είναι δύσκολο για κάποιον να το συνειδητοποιήσει, όμως ο πλους της Ελλάδας προς το «ασφαλές λιμάνι-Ευρώπη» δεν θα έχει ολοκληρωθεί παρά μόνο αφού περάσουν ακόμη 16 χρόνια. Τα αριθμητικά στοιχεία αποτυπώνουν ότι το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν της Ελλάδας το 2008 ήταν 233 δισ. ευρώ. Το επίπεδο αυτό η Ελλάδα θα το φτάσει και πάλι το 2031, σύμφωνα με τα σημερινά δεδομένα τουλάχιστον.

Είναι πραγματικά απογοητευτικό το γεγονός ότι μόλις πριν από λίγους μήνες, και συγκεκριμένα τον Οκτώβριο του 2014, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προέβλεπε ότι θα έπρεπε να φτάσουμε στο 2020 ώστε η Ελλάδα να κατακτήσει ξανά το επίπεδο του ΑΕΠ που είχε το 2008, δηλαδή όταν ξεκίνησε η οικονομική κρίση.

Ετσι το έτος της επιστροφής στην κανονικότητα δεν είναι πλέον το 2020, αλλά το 2031… Ενδεχομένως κάποιος να μπορούσε να ισχυριστεί απλοϊκά ότι οι επτά μήνες της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ κόστισαν στην ελληνική οικονομία έντεκα ολόκληρα χρόνια. Η διαπίστωση αυτή είναι εν μέρει σωστή. Προφανώς ο κ. Τσίπρας δεν είναι ο αποκλειστικός υπεύθυνος για την κατάρρευση του ελληνικού ΑΕΠ. Ομως, κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης της χώρας από τον ΣΥΡΙΖΑ, σύμφωνα με τις διαπιστώσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το κλίμα αβεβαιότητας και το πάγωμα των μεταρρυθμίσεων ανέτρεψαν την πορεία των οικονομικών δεικτών και έτσι η ελληνική οικονομία που είχε επιστρέψει σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης επανήλθε στην ύφεση.
Η Κομισιόν αναθεώρησε επί τα χείρω τις προβλέψεις της για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. «Σήμερα οι προβλέψεις για τον ρυθμό ανάπτυξης της Ελλάδας είναι ότι αυτή θα έχει αρνητικό πρόσημο:  -2,3% το 2015 και -1,3% το 2016», αναφέρεται στην έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Εφόσον τα συμφωνηθέντα με τους δανειστές τηρηθούν, η πολυπόθητη ανάκαμψη θα έρθει από το 2017, οπότε προβλέπεται θετικός ρυθμός ανάπτυξης (2,7%) και θα συνεχιστεί με υψηλότερο ρυθμό (3,1%) το 2018. Η πρόβλεψη της Κομισιόν είναι ότι μακροπρόθεσμα για τα επόμενα χρόνια μέχρι το 2031 η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας θα τρέχει κατά μέσο όρο με ρυθμό 1,75%. Αυτό επιβεβαιώνεται και από την πρόσφατη έκθεση του ΔΝΤ για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, που προβλέπει ότι -στην κατάσταση που βρίσκεται σήμερα η ελληνική οικονομία- η ανάπτυξη δεν μπορεί να υπερβαίνει το 1,5% κατ’ έτος.

Απογοητευτικά νούμερα

Αρκεί μια απλή παράθεση των στοιχείων για να φέρει τη μελαγχολία. Το δεύτερο εξάμηνο του 2014 οι Ευρωπαίοι εκτιμούσαν ότι η πλήρης εφαρμογή του προγράμματος μεταρρυθμίσεων θα μείωνε το χρέος κάτω από το 124% του ΑΕΠ το 2020 και σημαντικά χαμηλότερα από το 110% του ΑΕΠ το 2022. Αυτά τα δύο ποσοστά είχαν συμφωνηθεί από τους Ευρωπαίους και το ΔΝΤ ως το μέτρο που καθορίζει κατά πόσο το ελληνικό χρέος μπορεί να θεωρηθεί βιώσιμο. Πού βρισκόμαστε σήμερα, έπειτα από επτά μήνες διακυβέρνησης από τον ΣΥΡΙΖΑ;
Στο βασικό σενάριο που αποδέχεται η Κομισιόν στην τελευταία έκθεσή της, το χρέος της Ελλάδας θα ανέλθει στο 196,3% του ΑΕΠ φέτος, το 2016 θα ξεπεράσει το 200%, για να διαμορφωθεί σε ποσοστό 174,5% του ΑΕΠ το 2020 και στο 159,7% το 2022. Με απλά λόγια, ακόμη και στην περίπτωση που τα προβλεπόμενα από το τρίτο μνημόνιο υλοποιηθούν κατά γράμμα και το Ελληνικό Δημόσιο εισπράξει 13,9 δισ. ευρώ από τις ιδιωτικοποιήσεις μέχρι το 2022, το χρέος της Ελλάδας θα είναι πολύ πάνω από τον στόχο του 110% (εν έτει 2022) ώστε να θεωρείται βιώσιμο.

Τα δεδομένα αυτά είναι προφανές ότι δημιουργούν μεγάλη ανησυχία στους δανειστές. Αξιόπιστες ευρωπαϊκές πηγές αναφέρουν ότι η κυρίαρχη άποψη στις Βρυξέλλες είναι ότι, αν δεν υπάρχει μια ευρεία και σταθερή κυβέρνηση, η Αθήνα δεν θα μπορεί να ανταποκριθεί στην υλοποίηση των προαπαιτούμενων και στη δημιουργία κλίματος εμπιστοσύνης. Η ύφεση της ελληνικής οικονομίας για τα έτη 2015 και 2016 έχει προεξοφληθεί από την πλευρά του κουαρτέτου. Βαθύτερη ύφεση εξάλλου (3%) για το 2015 προβλέπει με έκθεση που δημοσιοποίησε την Παρασκευή η Standard & Poor’s.

Η οδυνηρή πραγματικότητα είναι ότι λίγες μέρες πριν από τις εκλογές ο κ. Τσίπρας, που υπόσχεται να υλοποιήσει πολιτικές που θα σηματοδοτήσουν το τέλος της ύφεσης, δεν έχει πει το παραμικρό για το πραγματικό πρόβλημα, δηλαδή την ανάπτυξη. Μερίδιο ευθύνης για το σημερινό χάλι έχουν προφανώς και οι προηγούμενες κυβερνήσεις που δεν υλοποίησαν τις μεταρρυθμίσεις που είχαν συμφωνήσει. Η πραγματική συμφορά για τη χώρα, όμως, είναι ότι από τις ακολουθούμενες πολιτικές και από την καθυστέρηση της ανάκαμψης χάνεται μια ολόκληρη γενιά. Και προφανώς η διαπίστωση της Κομισιόν ότι απαιτείται ένα βαθύ μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα και ότι οι ελληνικές αρχές πρέπει να δείξουν ότι έχουν την ιδιοκτησία του δανειακού προγράμματος ώστε να συμφωνηθεί η επιμήκυνση του χρέους δεν σημαίνει απολύτως τίποτα για τους ανέργους, που ίσως πρέπει να περιμένουν μέχρι το 2031, την ώρα που το πολιτικό σύστημα δεν μπαίνει στον κόπο να εξηγήσει ποιο είναι το σχέδιο για να επιστρέψει η ανάπτυξη.

You may also like

More in Selected