«Στις σοβαρές δημοκρατίες δεν πρέπει να συγχέουν ποτέ την εξωτερική πολιτική με τις δημόσιες σχέσεις» δηλώνει, στη συνέντευξη του στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο πρώην υπουργός και τ. βουλευτής Ροδόπης της ΝΔ Ευρυπίδης Στυλιανίδης, εκτιμώντας ότι «η πρόσφατη επίσκεψη του κ. Ερντογάν στην Ελλάδα στόχευσε στο να διευρύνει την ατζέντα των ελληνοτουρκικών διαφορών».
Σχολιάζοντας την απόφαση της κυβέρνησης να αιτηθεί ακύρωση της απόφασης της δευτεροβάθμιας επιτροπής ασύλου που έδωσε άσυλο σε ένα από τους 8 Τούρκους αξιωματικούς, ο κ. Στυλιανίδης δηλώνει ότι «η κυβέρνηση αυτοεγκλωβίζεται πολιτικά διότι αντιμετωπίζει ακόμα και τα πιο κρίσιμα εθνικά ζητήματα όχι με θεσμική ή εθνική αντίληψη αλλά με επικοινωνιακή λογική».
Αναφερόμενος στα θέματα της εσωτερικής πολιτικής, ο Ευρυπίδης Στυλιανίδης υποστηρίζει ότι «η κυβέρνηση κινείται με παρατεταμένη προεκλογική λογική» και εκφράζει την άποψη ότι «ο κ. Τσίπρας επιδιώκει δύο στόχους. Πρώτον να πάρει ο κ. Μητσοτάκης δέσμια εντολή με βάρη που δημιούργησε και ψήφισε η σημερινή κυβέρνηση και δεύτερον να εμποδιστεί, με κάθε τρόπο, ο σχηματισμός κυβέρνησης».
Ερωτηθείς για την πιθανότητα μετεκλογικής συνεργασίας της ΝΔ με το Κίνημα Αλλαγής με δεδομένη την απαίτηση τής Φώφης Γεννηματά για εξεταστική για την οικονομία και για την περίοδο διακυβέρνησης από τον Κώστα Καραμανλή, ο πρώην υπουργός επισημαίνει ότι «αν η Φώφη Γεννηματά θέλει αν είναι μέρος της λύσης και όχι του προβλήματος, πρέπει να σταματήσει να κατευνάζει το ένοχο παρελθόν του κόμματός της και να ασχοληθεί με την Ελλάδα του μέλλοντος».
Μιλώντας για την μεταμνημονιακή εποχή, ο κ. Στυλιανίδης επισημαίνει ότι «η ενδεχόμενη έξοδος στις αγορές θα σημαίνει, όχι μόνο αυξημένη ευχέρεια πρωτοβουλιών αλλά και ακριβότερο χρήμα για την οικονομία μας και επομένως χρειάζεται μια σοβαρή προετοιμασία».
Τέλος, ερωτηθείς «αν έχουν ωριμάσει οι συνθήκες για την επίλυση του χρόνιου προβλήματος με την ΠΓΔΜ» ο κ. Στυλιανίδης υποστηρίζει ότι «η εξωτερική πολιτική δεν ασκείται ποτέ σε βάθος τετραετίας αλλά σε βάθος γενιάς» και σημειώνει ότι απαιτείται λύση που θα αντέξει στο χρόνο και την προσδιορίζει ως «κοινά αποδεκτή λύση για όλες τις χρήσεις που θα αναγνωρίζει τον όρο Μακεδονία ως αναπόσπαστο κομμάτι του ελληνικού πολιτισμού και της ιστορίας».