Η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας με την υπ΄ αριθμ. 3173/2014 απόφασή της έκρινε συνταγματική και σύμφωνη με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) την επιβολή προστίμου ανερχόμενου στο 400% του κυρίου φόρου λόγω μη υποβολής φορολογικής δήλωσης.
Ειδικότερα, Εταιρεία Περιορισμένης Ευθύνης (ΕΠΕ) που δραστηριοποιείται στο χώρο της εστίασης ζητούσε να ακυρωθεί κύριος φόρος ύψους 45.373,4 ευρώ και πρόστιμο (πρόσθετος φόρος) ύψους 181.493 ευρώ που τις επιβλήθηκε από τον προϊστάμενο της ΔΟΥ ΦΑΕΕ Αθηνών, επειδή δεν υπέβαλε φορολογική δήλωση κατά την μεταβίβαση μετοχών.
Σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, σε περίπτωση μη υποβολής φορολογικής δήλωσης, επιβάλλεται πρόστιμο ανερχόμενο στο 400% του κυρίου φόρου (συν το φόρο που αναλογεί).
Η ΕΠΕ για τη μη υποβολή φορολογικής δήλωσης επικαλέστηκε ότι καλόπιστα δεν υπέβαλε, καθώς της είχε δημιουργηθεί η πεπλανημένη πεποίθηση, λόγω της αλλαγής της νομοθεσίας, ότι δεν είχε υποχρέωση υποβολής φορολογικής δήλωσης.
Παράλληλα, όμως, υποστήριξε ότι η επιβολή του υπέρογκου προστίμου που επιβάλλεται στις περιπτώσεις αυτές είναι αντίθετο στις συνταγματικές αρχές της αναλογικότητας, όπως επίσης προσκρούει στα άρθρα του Συντάγματος που αναφέρονται στην προστασία της περιουσίας (άρθρο 17), στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας (άρθρο 5) και στο δικαίωμα δικαστικής προστασίας (άρθρο 20). Ακόμη, υποστήριζε ότι προσκρούει και στην ΕΣΔΑ (Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου).
Η Ολομέλεια του ΣτΕ από το 2011 (απόφαση 3474/2011) έχει κρίνει ότι η επιβολή του υψηλού αυτού προστίμου (400%) για τη μη υποβολή φορολογικής δήλωσης δεν προσκρούει στη συνταγματική αρχή της αναλογικότητας.
Όμως, η Ολομέλεια του ΣτΕ επανήλθε με νέα απόφασή της (3173/2014) και προσέθεσε ότι η επιβολή του επίμαχου προστίμου δεν προσκρούει και στις υπόλοιπες συνταγματικές διατάξεις που επικαλείται η εταιρεία.
Η Ολομέλεια έκρινε ότι η επίμαχη διάταξη του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, που προβλέπει πρόστιμο 400% του κυρίου φόρου δεν προσκρούει στο άρθρο 20 του Συντάγματος και στην ΕΣΔΑ που προστατεύουν το δικαίωμα στην παροχή έννομης προστασίας από τα δικαστήρια, αλλά και δεν είναι αντίθετη στο κατοχυρωμένο δικαίωμα της προσωπικής και οικονομικής ελευθερίας, ούτε όμως προσβάλει τον πυρήνα του δικαιώματος της οικονομικής ελευθερίας.