Συγκεκριμένα, δεν είναι μόνο οι «φωνές» διαφοροποίησης κορυφαίων στελεχών, όπως αυτές του Νίκου Παππά και του Ευκλείδη Τσακαλώτου, που έχουν αρχίσει να αντηχούν στο εσωτερικό και των δύο κομμάτων εκβάλλοντας στην προοπτική της μελλοντικής συνεργασίας ΣΥΡΙΖΑ -ΝΕΑΡ, αλλά και ζητήματα της πολιτικής επικαιρότητας, τα οποία υπογραμμίζουν μοιραία τυχόν διαιρετικές γραμμές ή δυνητικά πεδία τριβής έως απόκλισης ανάμεσα στα δύο κόμματα.
Και αν η περίπτωση του νέου Προέδρου της Δημοκρατίας, με την Νέα Αριστερά να προτείνει τον Χρήστο Ράμμο, φαίνεται να αιφνιδίασε μεν, αλλά να μην ξένισε δε στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, οι τρέχουσες πολιτικές εξελίξεις, ωστόσο, δεν δικαιώνουν τους αισιόδοξους πολιτικούς των δύο «αδελφών» πολιτικά χώρων, αρχής γενομένης από τη διάσταση απόψεων εντός του ΣΥΡΙΖΑ για τις εξοπλιστικές δαπάνες.
Ειδικότερα, εκκινώντας από την Προεδρία της Δημοκρατίας και το προσκλητήριο που απέστειλε ο επικεφαλής της, Αλέξης Χαρίτσης προς τις φυσικές ηγεσίες του ΠΑΣΟΚ, του ΣΥΡΙΖΑ, του ΚΚΕ και της Πλεύσης Ελευθερίας, η Νέα Αριστερά εμφανίζεται άτεγκτη απέναντι στην καταψήφιση του προϋπολογισμού των αμυντικών δαπανών, επιμένοντας στην πάγια αντίληψη της ελληνικής Αριστεράς απέναντι στα εξοπλιστικά προγράμματα. Και όχι μόνο αυτό, αλλά η εν γένει στάση των υπόλοιπων προοδευτικών κομμάτων στο συγκεκριμένο ζήτημα θα βαρύνει καταλυτικά, κατά πληροφορίες, στην συγκρότηση ή μη ενός «Λαϊκού Μετώπου», καθώς για πρωτοκλασάτα στελέχη της Νέας Αριστεράς το «όχι» στα εξοπλιστικά συνιστά περίπου προαπαιτούμενο για την περαιτέρω συνέχιση του όποιου προοδευτικού διαλόγου.
Στα δύο ο ΣΥΡΙΖΑ για τα εξοπλιστικά
Με αυτά τα δεδομένα, διχασμένοι εμφανίστηκαν, κατά πληροφορίες, χθες οι βουλεύτριες και οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ αναφορικά με την τελική στάση τους στην ψηφοφορία κατά τη συζήτηση επί του προϋπολογισμού στη Βουλή και παρά τη σαφή -αρνητική- στάση, από μεριάς της Νέας Αριστεράς.
Και αυτό, γιατί στη χθεσινή συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ καταγράφηκαν δύο διαφορετικές «Σχολές Σκέψης» απέναντι στην επιλογή του κόμματος κατά την ψηφοφορία για τον προϋπολογισμό των αμυντικών δαπανών, με αποτέλεσμα η διχογνωμία να παραπέμπεται προς λύση στην επικείμενη συνεδρίαση της Πολιτικής Γραμματείας στα τέλη της εβδομάδας, ώστε να αρθεί το αδιέξοδο.
Ιδίως, όταν, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Σωκράτης Φάμελλος δεν άνοιξε χθες τα χαρτιά του αποφεύγοντας σχετική εισήγηση κι ενώ οι περισσότεροι βουλευτές τάχθηκαν ανοιχτά υπέρ της ψήφισης των αμυντικών δαπανών, όπως έπραξε πέρυσι ο πρώην πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Στέφανος Κασσελάκης.
Βασικό επιχείρημα όσων υποστηρίζουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να υπερψηφίσει το σχετικό άρθρο είναι η «στάση ευθύνης απέναντι στην ελληνική κοινωνία σε μια εξαιρετικά ασταθή γεωπολιτική ισορροπία», όπως επισημαίνουν οι θιασώτες του «ναι», υπογραμμίζοντας παράλληλα πως μια τέτοια «υπεύθυνη στάση» αρμόζει στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ακόμη και αν αυτή τη θέση κατέχει πλέον το ΠΑΣΟΚ.
Βέβαια, η όποια αμφισημία εδράζεται και στην κοινοβουλευτική παράδοση του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στην συγκεκριμένη ψηφοφορία για τα εξοπλιστικά, καθώς οι βουλευτές του κόμματος είχαν υπερψηφίσει τις αμυντικές δαπάνες και το 2020, για να καταλήξουν στην επιλογή του «όχι» το χρονικό διάστημα 2019-2022.
Τα δύο… ρεύματα
Σε κάθε περίπτωση, με κριτήρια την επίδειξη υπευθυνότητας απέναντι στις αυξανόμενες προκλήσεις της χώρας, αλλά και την προσπάθεια «επανάκτησης» του στάτους της αξιωματικής αντιπολίτευσης, υπέρ της ψήφισης των αμυντικών δαπανών εμφανίστηκαν, σύμφωνα με πληροφορίες, οι:
- · Συμεών Κεδίκογλου, ως και νέος Τομεάρχης Εθνικής Άμυνας
- · Χάρης Μαμουλάκης,
- · Νίνα Κασιμάτη,
- · Γιώργος Γαβρίλος,
- · Πόπη Τσαπανίδου,
- · Βασίλης Κόκκαλης και
- · Μαρίνα Κοντοτόλη.
Στον αντίποδα, κατά της ψήφισης του επίμαχου άρθρου δήλωσαν οι βουλευτές: