Η επιθυμία του εκπληρώθηκε γρήγορα. Μετά από λίγους μήνες, το καλοκαίρι του 1867, το έργο παρουσιάστηκε στην ορχηστρική εκδοχή του στην Παγκόσμια Εμπορική Εκθεση των Παρισίων και αμέσως γνώρισε μεγάλη επιτυχία. Μικρή σημείωση: τον «Γαλάζιο Δούναβη» ή επί το ακριβέστερον τον «Ομορφο Γαλάζιο Δούναβη» ο Στράους τον είχε αφιερώσει σε έναν Ελληνα, τον Νικόλαο Δούμπα (1830-1900), μαικήνα των τεχνών στη Βιέννη και μέλος του διοικητικού συμβουλίου της χορωδίας όπου παίχτηκε το «βαλς των βαλς».
Τι σχέση μπορεί να έχουν ο Στράους και ο «Γαλάζιος Δούναβης» με ένα άρθρο για τις διεργασίες στην ελληνική Κεντροαριστερά; Εν πρώτοις, η αποτυχημένη πρεμιέρα δόθηκε στις 13 Φεβρουαρίου, την ημέρα που έχουν επιλέξει και οι τρεις (για την ακρίβεια δύο και μία)… τυμπανιστές της συνεργατικής Αριστεράς -η Εφη Αχτσιόγλου (Νέα Αριστερά), ο Διονύσης Τεμπονέρας (ΣΥΡΙΖΑ) και ο Μανώλης Χριστοδουλάκης (ΠΑΣΟΚ)- να συζητήσουν για τις πολιτικές, τα κόμματα και τα πρόσωπα που θα μπορούσαν να αμφισβητήσουν την κυριαρχία του Κυριάκου Μητσοτάκη και της Ν.Δ. και να θέσουν τις βάσεις για πολιτική αλλαγή στη χώρα.
Και για να μην κρυβόμαστε, για να συζητήσουν (πριν και όχι μετά τις ευρωεκλογές, όπως θέλουν οι ηγεσίες των κομμάτων τους) πώς μπορεί η λεγόμενη Προοδευτική Παράταξη να αναδιοργανωθεί ώστε να επιστρέψει στην κυβερνητική εξουσία. Να συζητήσουν δηλαδή το προφανές. Αυτό που συζητούν όλοι στα καφενεία, στις τηλεοράσεις, στα ραδιόφωνα, στις κομματικές συσκέψεις. Αυτό που δείχνουν όλες -μα όλες- οι δημοσκοπήσεις. Αυτό που οι βουλευτές, τα στελέχη, οι ψηφοφόροι των κομμάτων επισημαίνουν. Ως αδυναμία και ως στόχο. Ομως, εκ των πραγμάτων, η συζήτηση για το «ανατολικό ζήτημα» του προοδευτικού χώρου την Τρίτη 13 Φεβρουαρίου δεν θα ευδοκιμήσει.
Η σκόνη που σηκώθηκε για την πρωτοβουλία των τριών και οι πιέσεις που ασκήθηκαν από ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ σε Τεμπονέρα και Χριστοδουλάκη για «να μαζευτούν και να μασήσουν τα λόγια τους» οδηγούν σε ένα και μόνο συμπέρασμα: η εκδήλωση θα έχει την τύχη της πρεμιέρας του «Γαλάζιου Δούναβη». Η επίλυση του προβλήματος, δηλαδή η νέα ενορχήστρωση, θα παραπεμφθεί για λίγους μήνες μετά. Για το καλοκαίρι. Μετά τις ευρωεκλογές. Σε συνάρτηση με το εκλογικό αποτέλεσμα. Τη σειρά κατάταξης των κομμάτων και τα ποσοστά τους. Τη διαφορά από τη Ν.Δ. Και τα μηνύματα της κάλπης. Το πιθανότερο είναι τη νέα εκδοχή της Κεντροαριστεράς να μην αναλάβει να την ενορχηστρώσει η παρέα των τριών. Μπορεί να είναι αυτοί, κάποιοι άλλοι, ίσως και οι ηγεσίες των κομμάτων. Ομως αυτό που επιχειρείται σήμερα θα πρέπει να θεωρείται βέβαιο πως θα τεθεί ως ύψιστη αναγκαιότητα την επομένη της ευρωκάλπης, εφόσον οι προφητείες των δημοσκόπων βγουν αληθινές.
Η άνοδος της Ακροδεξιάς
Φυσικά, ουδείς εγγυάται ότι το καλοκαίρι, μετά τις ευρωεκλογές, ο «Γαλάζιος Δούναβης» της Κεντροαριστεράς θα έχει επιτυχία. Ούτε ο υιός Στράους υπάρχει για να τον συνθέσει, ούτε οι αριστερές νότες ακούγονται στις μέρες μας με ευχαρίστηση. Δυστυχώς, δυστυχέστατα, αλλά τα δεξιά και ακροδεξιά εμβατήρια είναι αυτά που κόβουν τα περισσότερα εισιτήρια. Στην Ευρώπη και στα καθ’ ημάς. Στη δεξιά επέλαση επικεντρώνεται ο πολιτικός λόγος. Είτε ως προβληματισμός των κεντρώων, είτε ως ανησυχία των αριστερών, είτε ως ικανοποίηση των δεξιών και ακροδεξιών.
Η αναδιοργάνωση της πληθυντικής Κεντροαριστεράς μόνο παρεμπιπτόντως συζητείται. Η συντριπτική πλειοψηφία των ψηφοφόρων δεν θεωρεί τους Κασσελάκη, Ανδρουλάκη και Χαρίτση ικανούς να κερδίσουν τον Μητσοτάκη. Ακόμη και οι ψηφοφόροι των τριών κομμάτων (ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, Νέα Αριστερά) δεν τους εμπιστεύονται ως δυνάμει πρωθυπουργούς. Η πρωθυπουργισιμότητά τους είναι στο μισό (5%-6%) της δύναμης των κομμάτων τους. Αυτά που όλοι τα γνωρίζουν και όλοι τα συζητούν, οι ηγεσίες της Κουμουνδούρου και της Χαριλάου Τρικούπη τα θεωρούν «απαγορευμένο καρπό» και έχουν διαμηνύσει σε Τεμπονέρα και Χριστοδουλάκη πως δεν είναι προς «βρώσιν» στο τραπέζι που θα στηθεί την Τρίτη από την «Εφημερίδα των Συντακτών» στο Θέατρο Αλφα.
Και οι δύο άνδρες θα συμμορφωθούν προς τας υποδείξεις. Τα όσα θα πουν θα είναι «εντός γραμμής». Δεν θα αμφισβητήσουν τις ηγεσίες, τη στρατηγική και τις επιλογές των κομμάτων τους. Ο ένας, ο Τεμπονέρας, θα πει ότι η ήττα του Μητσοτάκη προϋποθέτει ενίσχυση του ΣΥΡΙΖΑ, και ο άλλος, ο Χριστοδουλάκης, του ΠΑΣΟΚ. Ο ένας θα επαναλάβει τα όσα γράφει στο κείμενό του με τίτλο «Συμβολή στον διάλογο για το συνέδριο» και ο άλλος όσα κατά καιρούς λέει στις συνεντεύξεις του, με επωδό «η ενίσχυση του ΠΑΣΟΚ» είναι το κλειδί που ανοίγει τη μεγάλη πόρτα για την κυβερνητική προοπτική της Κεντροαριστεράς. Παρότι γνώριζαν πως η κίνησή τους ήταν υψηλού ρίσκου, προτίμησαν τελικά να μην αναλάβουν το ρίσκο και να ακολουθήσουν την πεπατημένη των διαπιστώσεων και της περιγραφής του προβλήματος και των λύσεων που αυτό επιδέχεται.