Αν και είναι πρόωρη η εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων σχετικά με τους λόγους που η τουρκική πλευρά αιτήθηκε την «αναβολή» της συνάντησης και εάν επρόκειτο περί προσχημάτων η συνάντηση των μουσουλμάνων ηγετών υπό τον πρόεδρο Τραμπ, ενώ θα μπορούσε να βρεθεί –παρά τις αλλαγές προγραμμάτων– χρόνος για τη συνάντηση των δύο ηγετών, η Αθήνα δεν αποκλείει το ενδεχόμενο να υπήρχαν και δεύτερες σκέψεις στο επιτελείο του Τούρκου προέδρου. Πολύ περισσότερο από τη στιγμή που, αφότου συμφωνήθηκε το ραντεβού, προέκυψε η εξαιρετικά σημαντική για την Τουρκία και τον ίδιο τον Ερντογάν πρόσκληση από τον Ντόναλντ Τραμπ για να συναντηθούν στον Λευκό Οίκο.
Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, συζητώντας με την αρχισυντάκτρια της Wall Street Journal, Έμα Τάκερ, δεν έκρυψε ότι υπάρχουν σοβαρά προβλήματα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Όμως, όπως είπε, αυτό δεν σημαίνει ότι για να έχουμε διαύλους επικοινωνίας πρέπει να συμφωνούμε σε όλα τα θέματα, υπενθυμίζοντας ότι έχει συναντηθεί επτά φορές με τον Τούρκο πρόεδρο ως πρωθυπουργός.
«Δεν επρόκειτο πάντα για εύκολες συναντήσεις, αλλά πάντοτε τάσσομαι υπέρ του να έχουμε ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας με την Τουρκία και να συζητάμε τα προβλήματα ανοιχτά», είπε ο πρωθυπουργός.
Όμως, σε ερώτηση για τις αντιδράσεις στην είσοδο της Chevron, ο πρωθυπουργός τόνισε ότι «δεν έχουμε να συζητήσουμε τίποτα με την Τουρκία. Ασκούμε τα κυριαρχικά δικαιώματά μας νότια της Κρήτης, αυτό αναγνωρίζεται από τη Chevron και θα συνεχίσουμε στον ίδιο δρόμο» και σχολίασε δηκτικά τις αντιδράσεις της Τουρκίας: «Εάν αυτό που κάνουμε προκαλεί κάποια δυσφορία στην Τουρκία, ας είναι. C’est la vie, όπως θα έλεγαν και οι Γάλλοι».
Δείτε όλη τη συνέντευξη του πρωθυπουργού
Νωρίτερα, και ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης κινήθηκε στο ίδιο πλαίσιο, δηλώνοντας ότι «δεν υπάρχει ζήτημα να σταματήσει ο διάλογος», επισημαίνοντας ότι «εκείνο το οποίο έχουμε καταφέρει με την Τουρκία είναι να υπάρχει ένας δομημένος διάλογος, ο οποίος αναγνωρίζει την αξία της επικοινωνίας, έτσι ώστε να μην παράγονται κρίσεις». Προέβλεψε μάλιστα ότι «θα υπάρξει η ευκαιρία στο επόμενο διάστημα για συνάντηση των δύο ηγετών».
Έτσι, η κυβέρνηση επιχείρησε να διαχειριστεί ένα πρόβλημα που θα μπορούσε να εξελιχθεί σε σοβαρό εμπόδιο, φορτώνοντας με πολύ μεγαλύτερη καχυποψία και δυσπιστία τη διαδικασία της ελληνοτουρκικής προσέγγισης, η οποία ήδη αντιμετωπίζει πολλά προβλήματα.
Βεβαίως, όλα θα κριθούν από το πώς θα χειριστεί και η Τουρκία μια σειρά ζητημάτων και εάν θα επιμείνει να περνά από τη ρητορική επιθετικότητα στην ένταση επί του πεδίου, σε κάθε προσπάθεια της Ελλάδας να ασκήσει κυριαρχικά δικαιώματά της.
Σύμφωνα με άλλες εκτιμήσεις, ο κ. Ερντογάν αποφάσισε να αποφύγει τη συνάντηση με τον Έλληνα πρωθυπουργό, καθώς δεν θα επιθυμούσε λίγο πριν περάσει το κατώφλι του Λευκού Οίκου να αναδειχθούν ζητήματα που θα χαλούσαν την εικόνα που καλλιεργεί και θα έφερναν στο προσκήνιο τις αποσταθεροποιητικές πολιτικές του στην περιοχή με την απειλή και αμφισβήτηση της εδαφικής κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας με την κατοχή τμήματος της Κυπριακής Δημοκρατίας, αλλά και με την προβολή των απειλών που εκτοξεύει η Τουρκία εναντίον των συμφερόντων αμερικανικών εταιρειών στην περιοχή της κυπριακής και ελληνικής ΑΟΖ, όπως η ExxonMobil και η Chevron.
Καθοριστική για τις επόμενες κινήσεις του Τούρκου προέδρου και για τα ελληνοτουρκικά θα είναι η έκβαση της σημερινής συνάντησής του με τον πρόεδρο των ΗΠΑ, από την οποία προσδοκά όχι μόνο την αποκατάσταση των διμερών σχέσεων, και την απαλλαγή των αμυντικών σχέσεων από κυρώσεις και εμπάργκο αλλά και την επανατοποθέτηση της Τουρκίας στη διαμόρφωση μιας νέας αρχιτεκτονικής ασφάλειας στην περιοχή.