Ο καθηγητής Θανάσης Διαμαντόπουλος επιχειρηματολογεί για να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η κρίση του κορωνοϊού ανέδειξε τα ηγετικά προσόντα του κ.Μητσοτάκη
«Πολιτική γιγάντωση» του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη διαπιστώνει και επιχειρηματολογεί επ' αυτής σε μακροσκελή του ανάρτηση στο facebook o καθηγητής Θανάσης Διαμαντόπουλος, που τονίζει δε, ότι ουδέποτε εκείνος και ο πρωθυπουργός υπήρξαν φίλοι, παρά μόνο, προ δεκαετίας «στοιχειώδη παρέα». Μάλιστα σημειώνει ότι στην «κορωνοκρίση» ο κ.Μητσοτάκης κατάφερε να μεγαλώσει το όνομα που φέρει.
Σημειώνει χαρακτηριστικά ο κ.Διαμαντόπουλος: «στο βαθμό που μπορεί η πολιτική πορεία ενός ηγέτη να ερμηνευθεί πρωτίστως με όρους ψυχολογικούς, πως αυτή την τεράστια διαδρομή, αυτή τη συγκλονιστική προσωπική εποποιία ο Μητσοτάκης τη (δι)έγραψε, επειδή αισθανόταν ένα τεράστιο βάρος οικογενειακής ευθύνης, μια υποχρέωση να αντιπαλέψει και να συγκριθεί με πλήθος προγόνων, από τον Ελευθέριο Βενιζέλο μέχρι τον πατέρα του. Άλλοι γόνοι εις ευθεία γραμμή ή εκ πλαγίου –Σοφοκλής και Νικήτας Βενιζέλος, Κώστας Καραμανλής, Νανάς Τσαλδάρης, Παναγιώτης Κανελλόπουλος, Σπυρίδων Θεοτόκης κοκ- δεν τα κατάφεραν και συνετρίβησαν υπό το βάρος του ονόματος. Αυτός μεγάλωσε το δικό του. Και το γιγάντωσε μέσα στην κορωνοκρίση.
Διαβάστε ολόκληρη την ανάρτηση του καθηγητή Θανάση Διαμαντόπουλου
Με τον Κυριάκο Μητσοτάκη φίλοι, πολλώ μάλλον στενοί φίλοι, ουδέποτε υπήρξαμε. Πριν από 10 όμως περίπου χρόνια κάναμε κάποια παρέα. Στοιχειώδη έστω. Του έβρισκα αρκετά θετικά. Πρωτίστως την παρρησία του. Πχ την άνεση και το θάρρος με τα οποία μου είχε εκφράσει τις τελείως απαξιωτικές κρίσεις του για τον Δημήτρη Αβραμόπουλο (ο οποίος εκείνη την εποχή εμφανιζόταν ως ένα εκ των πιθανών διαδόχων του Σαμαρά, εφόσον ο τελευταίος δεν κατόρθωνε να αναρριχηθεί στην πρωθυπουργία). Αλλά και την αίσθηση καθήκοντος που είχε. Θυμάμαι κάποια φορά που πίναμε καφέ στις 45 στροφές και κάθε ένα λεπτό κάποιος ερχόταν να του κάνει χειραψία. Τον ρώτησα αν αυτό δεν τον ενοχλούσε. «Είναι η δουλειά μου να είμαι ανοικτός στον κόσμο», μου απάντησε…
Ήταν η εποχή που είχε αρχίσει δειλά-δειλά και αυτός να αναδεικνύει κάποιες ηγετικές φιλοδοξίες. Του εξέφρασα κάποτε την εκτίμησή μου για τη συγκρότησή του και την τεχνοκρατική του επάρκεια, αλλά του επεσήμανα πως ίσως δεν είχε την ηγετική στόφα άλλων προβεβλημένων κομματικών στελεχών, ενδεχομένως και της αδελφής του. «Τι σημαίνει ηγέτης στις ημέρες μας;», αναρωτήθηκε…
Τα χρόνια περνούσαν, οι επαφές μας αραίωσαν μέχρις εκμηδενίσεως, προφανώς είχε ενοχληθεί από «Το πορτρέτο ενός ηγέτη», που είχα γράψει για τον πατέρα του –δεν μου απαντούσε πια, ιδιαίτερα αφότου έγινε αρχηγός, σε τηλέφωνα ή μηνύματα, όπου του μετέφερα μια άποψη ή κρίση, ο ίδιος δε μου τηλεφώνησε μια μόνο φορά, για να μου ζητήσει τον αριθμό του κινητού του Άγγελου Συρίγου που είχε τότε πέσει θύμα βιαιοπραγίας-, αλλά αυτός ήταν εμφανές πως κάθε μέρα που περνούσε γιγαντωνόταν πολιτικά, ξεπερνώντας τις προσδοκίες πολλών, ενδεχομένως και των ίδιων των γονιών του. (Ο γέρο-πρόεδρος μου είχε επανειλημμένα πει «Η Ντόρα θα γίνει πρωθυπουργός», ουδέποτε είχε αναφέρει κάτι ανάλογο ή μικρότερο έστω για τον Κυριάκο).
Εντούτοις, και μολονότι θαύμαζα το μυαλό του, την εποπτεία του επί πολλών θεμάτων, τη μεθοδικότητά του και τον ρυθμό ή την καμπύλη της πολιτικής απογείωσής του, υπό μια έννοια και εγώ τον υποτιμούσα: Είχα μάλιστα το θράσος και την αμετροέπεια, προ των εκλογών του 2019, να πω στην Σία Κοσσιώνη πως ο βέβαιος τότε πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης έχει χαμηλή ‘συναισθηματική νοημοσύνη’, δηλαδή μικρή ικανότητα ‘ενσυναίσθησης’. Δεν πίστευα πως ένα παιδί που μεγάλωσε σε συνθήκες θερμοκηπίου, που τα βρήκε όλα στρωμένα και έτοιμα, που επί χρόνια συναναστρεφόταν πρωτίστως ή αποκλειστικά άτομα και δη συνομηλίκους του από τα ανώτατα κοινωνικοοικονομικά στρώματα, πως θα μπορούσε να μπει στο πετσί του μεροκαματιάρη, να ταυτιστεί με τον ξωμάχο, να νιώσει τον μαχητή της επιβίωσης… Η δήλωσή του περί νέων των δυτικών προαστίων που θα μπορούσαν να γίνουν ‘καλοί ψυκτικοί’ αισθάνθηκα να μου επιβεβαιώνει αυτή την κρίση…
Και όμως…
Έχω διαβάσει αρκετή πολιτική ιστορία, κυρίως αλλά όχι αποκλειστικά ελληνική. Έχω μελετήσει την πορεία και τη στάση σε κρίσιμες στιγμές πολλών πολιτικών ηγετών ανά την υφήλιο. Και όμως μεγαλείο, ηθική της ευθύνης, αίσθηση της συνείδησης του χρέους, ικανότητα ποδηγέτησης, καθοδήγησης, προστασίας ενός λαού ολόκληρου ελάχιστους είχα ‘συναντήσει’ που να αναδεικνύουν όλα αυτά όπως ο σημερινός πρωθυπουργός. Η διακυβέρνησή του σημαίνει «Η ευθύνη στη εξουσία», έγραψα. Σημαίνει, όμως, ακόμη και τροφοδοσία/ανθράκευση του ελληνικού πολιτικού συστήματος με κεφάλαιο κοινωνικής εμπιστοσύνης, που θα κάνει χρόνια να εξαντληθεί. Σε κάποιο βαθμό, και υπό την πίεση του κοινωνικού ρεύματος που διαμόρφωσε, μέχρι και τον Τσίπρα παρέσυρε προς την ηθική της ευθύνης! Ο οποίος, για να είμαστε ειλικρινείς, είχε ήδη κάνει κάποια δειλά βήματα προς την κατεύθυνση αυτή από παλαιότερα.
Προσωπικά πιστεύω, στο βαθμό που μπορεί η πολιτική πορεία ενός ηγέτη να ερμηνευθεί πρωτίστως με όρους ψυχολογικούς, πως αυτή την τεράστια διαδρομή, αυτή τη συγκλονιστική προσωπική εποποιία ο Μητσοτάκης τη (δι)έγραψε, επειδή αισθανόταν ένα τεράστιο βάρος οικογενειακής ευθύνης, μια υποχρέωση να αντιπαλέψει και να συγκριθεί με πλήθος προγόνων, από τον Ελευθέριο Βενιζέλο μέχρι τον πατέρα του. Άλλοι γόνοι εις ευθεία γραμμή ή εκ πλαγίου –Σοφοκλής και Νικήτας Βενιζέλος, Κώστας Καραμανλής, Νανάς Τσαλδάρης, Παναγιώτης Κανελλόπουλος, Σπυρίδων Θεοτόκης κοκ- δεν τα κατάφεραν και συνετρίβησαν υπό το βάρος του ονόματος. Αυτός μεγάλωσε το δικό του. Και το γιγάντωσε μέσα στην κορωνοκρίση.
Τώρα δύο πράγματα του υπολείπονται για να καταγραφεί ως τεράστιο ιστορικό μέγεθος. Πρώτον: Εάν πετύχει μέχρι τέλους, να μην μεθύσει από την επιτυχία του… («Ωσεί παθών κώφωσιν από την κλαγγήν των όπλων και τύφλωσιν από τους καπνούς…», έγραψε ο Γεώργιος Βλάχος για τον Ελευθέριο Βενιζέλο…). Και δεύτερον: να μην τον ‘ξεσκίσει’ η ελληνική κοινωνία, ως συχνά γίνεται με τους νικητές πολέμων, όταν θα χρειαστεί να διαχειριστεί τις οικονομικές συνέπειες της μάχης, που ίσως φέρουν ξανά (και) τη χώρα μας, από πλευράς επιπέδου ζωής των πολιτών της, στα τέλη της 10ετίας του 1940 ή τις αρχές της 10ετίας του 1950…