Ο υπουργός Δικαιοσύνης Κωνσταντίνος Τσιάρας ήταν ένας από τους βασικούς ομιλητές του δεύτερου κύκλου της ημερίδας της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας με θέμα «τεχνολογία για τη διαφάνεια»
«Ο ψηφιακός μετασχηματισμός της χώρας δεν είναι σχήμα λόγου, ούτε μια λεκτική ακροβασία, είναι ουσιαστικά μια ολόκληρη διαδικασία μετάβασης στην ηλεκτρονική δημόσια διοίκηση, η οποία στην προέκταση της είναι συνυφασμένη με αυτό που λέμε «ηλεκτρονική δημοκρατία», επισήμανε ο υπουργός Δικαιοσύνης Κωνσταντίνος Τσιάρας στην σημερινή ημερίδα της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας με θέμα «τεχνολογία για τη διαφάνεια» (αίθουσα εκδηλώσεων Γενικής Γραμματείας Ενημέρωσης και Επικοινωνίας).
Ο υπουργός Δικαιοσύνης Κωνσταντίνος Τσιάρας ήταν ένας από τους βασικούς ομιλητές του δεύτερου κύκλου της ημερίδας με θέμα: «Μπορεί ο ψηφιακός μετασχηματισμός της δημόσιας διοίκησης να συμβάλει στην ενίσχυση της εμπιστοσύνης των πολιτών στους θεσμούς». Συντονιστής του δεύτερου αυτού κύκλου της ημερίδας ήταν ο δημοσιογράφος Αντώνης Σρόιτερ.
Παράλληλα, ο κ. Τσιάρας τόνισε ότι δεν παραβλέπει ότι «η μετάβαση στην ηλεκτρονική δημοκρατία ενέχει και κινδύνους» και προσέθεσε: «Και η διασφάλιση όρων ισότιμης και επαρκούς προσβασιμότητας και εκπαίδευσης για την ορθή εφαρμογή των ηλεκτρονικών διαδικασιών προϋποθέτει αυξημένες εγγυήσεις που εξασφαλίζουν ισότιμη προσβασιμότητα στα ηλεκτρονικά μέσα σε όλη την επικράτεια, και τη δημιουργία κατάλληλων και ολοκληρωμένων μέσων, που είναι ασφαλή και φιλικά προς τον χρήστη».
Προφανώς, τόνισε ο υπουργός Δικαιοσύνης, «η ηλεκτρονικοποίηση/ ψηφιοποίηση του Κράτους δεν αποτελεί πανάκεια, αλλά ούτε εξασφαλίζει από μόνης της τη διαφάνεια, την αποδοτική λειτουργία και την αξιοπιστία των θεσμών, η οποία, τελικά εναπόκειται στους ίδιους τους λειτουργούς των θεσμών να την προασπίσουν».
Παρέχει όμως, συνέχισε ο κ. Τσιάρας, «ένα διαυγές περιβάλλον στο οποίο οι διαδικασίες καθίστανται πιο απλές, πιο προσιτές, πιο φιλικές προς τους πολίτες, εξασφαλίζοντας ασφάλεια δικαίου και διαφάνεια».
Ο διάλογος του Τσιάρα με τον Σρόιτερ
Αναλυτικότερα, η ομιλία του υπουργού Δικαιοσύνης και ο διάλογός του με τον συντονιστή κ. Σρόιτερ, έχουν ως εξής:
«Αντώνης Σρόιτερ: Η άποψη ότι η γραφειοκρατία και η πολυπλοκότητα των διαδικασιών δημιουργούν «ευκαιρίες» για φαινόμενα διαφθοράς, φαίνεται να έχει πολλούς υποστηρικτές. Το βέβαιο είναι ότι οι βαριές διαδικασίες και η μη επαρκής ενημέρωση των πολιτών για το πώς πρέπει να κινηθούν σε ένα δαιδαλώδες πλαίσιο ευθύνονται για πολλές χαμένες ώρες εργασίας και δημιουργούν την αντίληψη στους πολίτες ότι οι φόροι τους δεν αξιοποιούνται και ότι δεν απολαμβάνουν τις υπηρεσίες που θα έπρεπε, διαρρηγνύοντας ακόμα περισσότερο την εμπιστοσύνη τους προς τους κρατικούς θεσμούς.
Θα ήθελα λοιπόν να ακούσουμε τις τοποθετήσεις των εκλεκτών μελών του πάνελ μας σχετικά με το εάν συσχετίζεται ο ψηφιακός μετασχηματισμός της δημόσιας διοίκησης με την ενίσχυση της εμπιστοσύνης των πολιτών στους θεσμούς και τους δημόσιους οργανισμούς.
Να ξεκινήσω με εσάς κε Τσιάρα.
Κώστας Τσιάρας: Ευχαριστώ πολύ κύριε Σρόιτερ.
Ο ψηφιακός μετασχηματισμός της χώρας δεν είναι σχήμα λόγου, ούτε μια λεκτική ακροβασία.
Είναι ουσιαστικά μια ολόκληρη διαδικασία μετάβασης στην ηλεκτρονική δημόσια διοίκηση, η οποία στην προέκταση της είναι συνυφασμένη με αυτό που λέμε «ηλεκτρονική δημοκρατία».
Για να κατανοήσουμε αυτή τη μετεξέλιξη των θεσμών πρέπει να καταλάβουμε πως, η ηλεκτρονική δημοκρατία δεν είναι μια νέα μορφή δημοκρατίας, στην οποία οι παραδοσιακοί θεσμοί εκφυλίζονται.
Αντίθετα, είναι μια πρόσθετη δυνατότητα, συμπληρωματική των παραδοσιακών.
Ένα συμπληρωματικό εργαλείο που διευρύνει τις διαθέσιμες επιλογές για τους πολίτες, οι οποίοι μπορούν να εμπλακούν ακόμα περισσότερο στη δημοκρατική διαδικασία καθώς διασφαλίζεται η εύρυθμη και αποτελεσματικότερη λειτουργία των θεσμών.
Στην προσπάθεια μετάβασης στην νέα εποχή για τη χώρα μας, δύο – τρία χαρακτηριστικά παραδείγματα μου έρχονται αμέσως στο μυαλό.
Πρώτον, η ηλεκτρονική κατάθεση δικογράφων στα Διοικητικά Δικαστήρια και το Συμβούλιο της Επικρατείας, που ψηφίστηκε πρόσφατα από τη Βουλή των Ελλήνων.
Μια πρωτοβουλία η οποία αποσκοπεί στη συμφιλίωση των παραδοσιακών θεσμών κα των λειτουργιών της Δικαιοσύνης με τις νέες τεχνολογίες.
Αυτή η πρωτοβουλία, η οποία αποσκοπεί προφανώς στη σταδιακή από-ϋλοποίηση της διοικητικής δίκης και στην επιτάχυνση των δικαστικών διαδικασιών, έχει σημαντικό αντίκτυπο στη μάχη κατά της διαφθοράς, καθώς διασφαλίζει την αυθεντικότητα και την ακεραιότητα των δικογράφων αλλά και ολόκληρης της δικογραφίας, ενώ πιστοποιεί με τρόπο αδιαμφισβήτητο τον ακριβή χρόνο υποβολής του κάθε έγγραφου στοιχείου. Προφανώς, αυτή η πρωτοβουλία ενισχύει την εμπιστοσύνη των πολιτών στον θεσμό της Δικαιοσύνης και θέτει τις απαραίτητες δικλείδες διαφάνειας που επιζητούν οι πολίτες από τη Δικαιοσύνη και τους λειτουργούς της.
Αντίστοιχα, η κυβερνητική απόφαση να θεσμοθετήσει κανόνες ηλεκτρονικής δημοκρατίας στις ψηφοφορίες των συνδικαλιστικών οργανώσεων, που έγινε νόμος του Κράτους στον αναπτυξιακό νόμο, είναι ένα ακόμα παράδειγμα
Η προαιρετική ηλεκτρονική ψηφοφορία, ήταν μέχρι πριν λίγα χρόνια εντελώς αδιανόητη. Όχι μόνο από ιδεοληπτικούς λόγους, που αναπαρήγαγαν στερεότυπα, ευνοϊκά για τις μειοψηφίες.
Αλλά κυρίως γιατί ένα τέτοιο σύστημα «λύγιζε» κάτω από τις αδιαμφισβήτητες τεχνικές αδυναμίες. Στην εποχή της πέμπτης γενιάς ψηφιακών συστημάτων, όμως, τα πράγματα είναι απλούστερα και βεβαίως ασφαλέστερα. Πλέον,
οι αποφάσεις που λαμβάνονται με ψηφοφορία, για την απεργία ή για άλλα σοβαρά ζητήματα θα λαμβάνονται με μεγαλύτερη, ισχυρότερη πλειοψηφία, από περισσότερα μέλη, σε σχέση με το παρωχημένο πλαίσιο που προέβλεπε τη λήψη των αποφάσεων μόνο από τους ελάχιστους παρόντες στους περιορισμένους χώρους των γενικών συνελεύσεων.
Κύριε Σρόιτερ, Κυρίες και Κύριοι,
Δεν παραβλέπω πως η μετάβαση στην ηλεκτρονική δημοκρατία ενέχει και κινδύνους.
Και η διασφάλιση όρων ισότιμης και επαρκούς προσβασιμότητας και εκπαίδευσης για την ορθή εφαρμογή των ηλεκτρονικών διαδικασιών προϋποθέτει αυξημένες εγγυήσεις που εξασφαλίζουν ισότιμη προσβασιμότητα στα ηλεκτρονικά μέσα σε όλη την επικράτεια, και τη δημιουργία κατάλληλων και ολοκληρωμένων μέσων, που είναι ασφαλή και φιλικά προς τον χρήστη.
Προφανώς, η ηλεκτρονικοποίηση/ ψηφιοποίηση του Κράτους δεν αποτελεί πανάκεια.
Ούτε εξασφαλίζει από μόνης της τη διαφάνεια, την αποδοτική λειτουργία και την αξιοπιστία των θεσμών,η οποία, τελικά εναπόκειται στους ίδιους τους λειτουργούς των θεσμών να την προασπίσουν.
Παρέχει όμως ένα διαυγές περιβάλλον στο οποίο οι διαδικασίες καθίστανται πιο απλές, πιο προσιτές, πιο φιλικές προς τους πολίτες, εξασφαλίζοντας ασφάλεια δικαίου και διαφάνεια.
Αντώνης Σρόιτερ: Κύριε Τσιάρα: Ποιες είναι οι δράσεις ψηφιακού μετασχηματισμού στο χώρο της δικαιοσύνης που σκοπεύουν στην επιτάχυνση των χρόνων απονομής Δικαιοσύνης;
Κώστας Τσιάρας: Σας ευχαριστώ πολύ κύριε Σρόιτερ για την ερώτησή σας, γιατί μου δίνετε την ευκαιρία να ανοίξουμε τη συζήτηση, όχι μόνο για το «τι» κάνει το Υπουργείο Δικαιοσύνης στη στρατηγική επιλογή της κυβέρνησης για την ψηφιοποίηση της Δικαιοσύνης, αλλά και το «γιατί».
Διότι είναι σαφές, πως μεγαλύτερο πρόβλημα ακόμα και από την αδιαφάνεια, είναι η υποψία.
Είναι το ενδεχόμενο της αδιαφάνειας στις διαδικασίες. Μια υποψία, η οποία παραλύει τους θεσμούς, και στο τέλος της ημέρας αυξάνει την αμφισβήτηση των πολιτών, ενώ σε πολλές περιπτώσεις καταλήγει στην έμμεση νόθευση του ανταγωνισμού, που καθυστερεί την οικονομική ανάπτυξη της χώρας μας. Πάρτε για παράδειγμα το ζήτημα των δημοσίων συμβάσεων. Ένα ζήτημα το οποίο καλύπτεται, διαχρονικά από ένα πέπλο μυστηρίου, και επιτρέπει να ευδοκιμούν φήμες για προστατευόμενους προμηθευτές του δημοσίου ή ακόμα και αδιαφανείς διαγωνισμούς.
Το Υπουργείο Δικαιοσύνης προωθεί ήδη τη Δημιουργία του Ηλεκτρονικού Μητρώου Αφερεγγυότητας. Με τη διασύνδεση του με το ΓΕΜΗ το Υπουργείο Δικαιοσύνης επιχειρεί να ξεκαθαρίσει το τοπίο. Και παρέχει έναν οριζόντιο δίαυλο μεταξύ του Υπουργείου Δικαιοσύνης και του υπόλοιπου Δημοσίου τομέα, για την άντληση των αναγκαίων στοιχείων, προκειμένου να προχωρούν με αδιάβλητο τρόπο οι διαγωνισμοί, ενώ οι επιχειρήσεις θα διατηρούν χωρίς εκπτώσεις την πρόσβασή τους στα αναγκαία πιστοποιητικά.
Και αυτή είναι ίσως η σημαντικότερη πρόκληση. Γιατί σημασία, πια, δεν έχει να δημιουργήσουμε νέα κάθετα συστήματα, τα οποία αδυνατούν να επικοινωνήσουν μεταξύ τους.
Το μεγάλο στοίχημα είναι να καταφέρουμε να δημιουργήσουμε οριζόντιες δομές. Δομές αποτελεσματικής διασύνδεσης και διαλειτουργικότητας.
Να δημιουργήσουμε, δηλαδή την «κοινή γλώσσα» την οποία χρειάζονται όλα αυτά τα συστήματα ώστε να μπορούν να επικοινωνούν. Όχι μόνο μεταξύ τους, αλλά και με όλους τους κλάδους της δημόσιας διοίκησης καιτων διωκτικών αρχών, δημιουργώντας μια κοινή Βάση δεδομένων.
Μια βάση που θα διαλειτουργεί αποτελεσματικά με τα αντίστοιχα συστήματα των λοιπών ευρωπαϊκών χωρών, δημιουργώντας ευνοϊκότερες συνθήκες για την ανάπτυξη της δικαστικής συνεργασίας μεταξύ των εθνικών αρχών αλλά και μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών.
Στο ίδιο πλαίσιο, η κυβέρνηση έχει ένα φιλόδοξο μεσοπρόθεσμο στόχο για την περεταίρω ψηφιοποίηση έντυπων αρχείων και δεδομένων δικαστηρίων, με σκοπό την αξιοποίησή τους από τα υλοποιούμενα πληροφοριακά συστήματα στον χώρο της Δικαιοσύνης, όπως το ΟΣΔΔΥ –ΔΔ και το ΟΣΔΔΥ ΠΠ, το μεγαλύτερο, ίσως το πιο εμβληματικό – θα έλεγα- έργο για το εκσυγχρονισμό και τη ψηφιοποίηση της Ελληνικής Δικαιοσύνης. Η κυβέρνηση ολοκληρώνει άμεσα τις διαδικασίες για την προκήρυξη του διαγωνισμού για τη δεύτερη φάση του Ολοκληρωμένου Συστήματος Διαχείρισης των Δικαστικών Υποθέσεων Ποινικής και Πολιτικής Δικαιοσύνης.
Πρόκειται ουσιαστικά για την επέκταση του υπάρχοντος Συστήματος, από την Αθήνα, τον Πειραιά, τη Θεσσαλονίκη και τη Χαλκίδα σε όλα τα δικαστικά καταστήματα της χώρας. Μια δράση, η οποία στην ολοκλήρωσή της θα έχει ομογενοποιήσει το πληροφοριακό περιβάλλον για τα ελληνικά δικαστήρια αναβαθμίζοντας την ποιότητα αλλά και την ταχύτητα απονομής δικαιοσύνης, μέσω ενός ενιαίου κεντρικού συστήματος. Παράλληλα, έχουμε ήδη θεσπίσει νομοθετικά τη δυνατότητα τηλεσυνεδριάσεων, ώστε να είναι δυνατή η απομακρυσμένη κατάθεση μαρτύρων, οι οποίοι κατά τη διάρκεια τη διεξαγωγή της δίκης βρίσκονται μακριά από τον τόπο διεξαγωγής της δίκης ή ακόμα και στο εξωτερικό. Μια νέα δυνατότητα, που θα διευκολύνει και φυσικά θα επιταχύνει τη δικαστική διαδικασία».