Τη Δευτέρα έρχεται στην Αθήνα ο επικεφαλής της Κεντροδεξιάς στο Ευρωκοινοβούλιο Μάνφρεντ Βέμπερ για ενημερωτικές συναντήσεις και επαφές με την ηγεσία της ΝΔ.
Ο γερμανός πολιτικός που είναι επίλεκτο στέλεχος των βαυαρών Χριστιανοκοινωνιστών (CSU) που συμμετέχουν στον κυβερνητικό συνασπισμό του Βερολίνου υπό την Άνγκελα Μέρκελ, ανήκει στην έντονα φιλοευρωπαϊκή πτέρυγα του κόμματός του και ο λόγος του θεωρείται πως έχει βαρύνουσα σημασία, όχι μόνο στις Βρυξέλλες, αλλά και στο εσωτερικό της Γερμανίας.
Ο λόγος της επίσκεψης του στην Αθήνα, είναι οι επαφές με την ηγεσία της ΝΔ, που είναι «αδελφό κόμμα» και προσωπικά με την Κυριάκο Μητσοτάκη.
Όπως δηλώνει ο ίδιος ο Μάνφρεντ Βέμπερ στην Deutsche Welle, «ο σκοπός της επίσκεψης στην Αθήνα είναι να σκεφτούμε τα επόμενα βήματα μαζί με το κόμμα, με το οποίο συνεργαζόμαστε, τη Νέα Δημοκρατία. Και βέβαια να στηρίξουμε τον φίλο μου, τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Να του πούμε ότι μπορεί να υπολογίζει στους φίλους του στην Ευρώπη, γιατί πιστεύουμε ότι στο πρόσωπό του οι Έλληνες θα είχαν μία ικανή ηγεσία».
Το προσφυγικό στην ατζέντα
Η επίσκεψη γίνεται σε μία κρίσιμη συγκυρία, τόσο στο οικονομικό «μέτωπο», όσο και στην προσφυγική κρίση. Την Τρίτη η Κομισιόν ανακοίνωσε ότι εκκινεί νομική διαδικασία εναντίον τριών χωρών της ανατολικής Ευρώπης, που αρνούνται να συμμορφωθούν με τις ευρωπαϊκές αποφάσεις για τη μετεγκατάσταση προσφύγων από την Ελλάδα και την Ιταλία. Το ζήτημα αναμένεται να απασχολήσει και στην Αθήνα τον Μάνφρεντ Βέμπερ, ο οποίος άλλωστε θα ενημερωθεί, μεταξύ άλλων, για τις δραστηριότητες της Frontex στην Ελλάδα. «Στην ΕΕ χρειαζόμαστε αλληλεγγύη για να ξεπεράσουμε την προσφυγική κρίση» τονίζει ο γερμανός πολιτικός.
«Το προσφυγικό ζήτημα δεν είναι ούτε ελληνικό, ούτε ιταλικό, αλλά είναι πανευρωπαϊκό ζήτημα. Γι αυτό στηρίζουμε τις προτάσεις του Ζαν Κλωντ Γιούνκερ, ώστε να διαμοιραστούν τα βάρη με δίκαιο τρόπο. Αρκετά συζητήσαμε όμως, τώρα πρέπει να περάσουμε στην πράξη. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο πρέπει να δώσει επιτέλους κατευθύνσεις για να δούμε πώς θα λύσουμε αυτό το πρόβλημα».
Θετική είναι βέβαια η εκτίμηση του Μάνφρεντ Βέμπερ για το κόμμα της Ν.Δ. και τον πρώην πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά. Όπως επισημαίνει μάλιστα ο βαυαρός πολιτικός «στη Νέα Δημοκρατία τόσο ο Σαμαράς παλαιότερα, όσο και ο Μητσοτάκης τώρα, ακολουθούσαν τον ίδιο δρόμο. «Είχαμε εφαρμόσει μία συνεκτική πολιτική για την προώθηση των μεταρρυθμίσεων, την οποία άλλωστε εκτιμούσαν οι ευρωπαίοι εταίροι. Υπήρχε ένα ξεκάθαρο στίγμα σε εποχές δύσκολες, ώστε η ελληνική οικονομία να επανέλθει στον ορθό δρόμο…»
Οι αιχμές κατά Τσίπρα
Παλαιότερα ο βαυαρός πολιτικός είχε επικρίνει σε υψηλούς τόνους την οικονομική πολιτική της ελληνικής κυβέρνησης και προσωπικά τον πρωθυπουργό, προκαλώντας ενόχληση στην Αθήνα. Πρόσφατα στοιχεία δείχνουν όμως ότι «κάτι κινείται» στην ελληνική οικονομία. Έχει αλλάξει άραγε η διάγνωση του Μάνφρεντ Βέμπερ; Και αν ναι, θα ήταν διατεθειμένος να το δηλώσει ευθαρσώς; «Η οικονομική άνθηση, η ανάκαμψη που βλέπουμε σε όλη την Ευρώπη συμπαρασύρει την ελληνική οικονομία» λέει ο γερμανός πολιτικός. «Το 2016 η ευρωζώνη είχε υψηλότερους δείκτες ανάπτυξης από της ΗΠΑ και η Ελλάδα επωφελείται από αυτήν την εξέλιξη, ιδιαίτερα στον τουριστικό κλάδο. Αλλά η ανάπτυξη οφείλεται περισσότερο σε εξωγενείς παράγοντες και λιγότερο στις ενέργειες της κυβέρνησης Τσίπρα. Επομένως το μήνυμα παραμένει: χρειαζόμαστε μία έμπιστη και αξιόπιστη κυβέρνηση στην Ελλάδα. Τους τελευταίους μήνες ο Τσίπρας έχει αναλώσει σημαντικό κεφάλαιο αξιοπιστίας και αυτό έχει δυσχεράνει και τις διαπραγματεύσεις».
Αίσθηση είχε προκαλέσει και μία άλλη πρόσφατη δήλωση του Μάνφρεντ Βέμπερ: «Το πρόβλημα της Ελλάδας», έλεγε, «είναι ότι έχει κομμουνιστή πρωθυπουργό». Θα την επαναλάμβανε άραγε και σήμερα, παρότι οι περισσότεροι σχολιαστές συμφωνούν πλέον ότι ο πρωθυπουργός έχει απομακρυνθεί από τη ρητορική του προεκλογικού αγώνα; «Αυτό ακριβώς επιβεβαιώνει ότι ο Τσιπρας έλεγε ψέμματα στον κόσμο στη διάρκεια του προεκλογικού αγώνα» επιμένει ο επικεφαλής της Κ.Ο. του ΕΛΚ. «Μοίραζε υποσχέσεις, ενώ γνώριζε ότι δεν θα μπορούσε να τις υλοποιήσει. Γι αυτό και καταλαβαίνω ότι πολύς κόσμος έχει απογοητευθεί από τον πολιτική. Αλλά και από τον συγκεκριμένο τρόπο άσκησης της πολιτικής».