Ειδικότερα, η Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ ψήφισαν «ναι», η Πλεύση Ελευθερίας ψήφισε «παρών», ενώ καταψήφισαν ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΚΚΕ, η Νέα Αριστερά, η Ελληνική Λύση και η Νίκη.
Νωρίτερα, ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, στην εισήγηση του παρουσίασε τις τροποποιήσεις στις διατάξεις του νόμου περί όπλων, που περιλαμβάνονται στο σχεδιο νόμου του υπουργείου Ψηφιακαής Διακυβέρνησης με τίτλο: «Ψηφιακή ενίσχυση της οδικής ασφάλειας και λοιπές διατάξεις».
Στην τοποθέτηση του ο κ. Χρυσοχοΐδης τόνισε:
«Οι αλλαγές που έχουν να κάνουν με την οπλοφορία και οπλοχρησία, ακολουθούν την πρόσφατη νομοθετική πρωτοβουλία μας περί αυστηροποίησης του υφιστάμενου νομοθετικού πλαισίου, με τον νόμο 5187/25 περί αναδιοργάνωσης της Ελληνικής Αστυνομίας. Με τις νέες βελτιωτικές προτάσεις μας επιχειρείται, έτι περαιτέρω, ο εκσυγχρονισμός του πλαισίου κατοχής και χρήσης όπλων, ώστε να ανταποκριθεί στα σύγχρονα κοινωνικά και εγκληματολογικά δεδομένα και να εμπεδωθεί το αίσθημα ασφάλειας στους πολίτες, αλλά και επιβολής αυστηρών ποινών στους παραβάτες».
Στη συνέχεια ανέλυσε όλες τις νέες διατάξεις και προσθήκες, οι οποίες είναι οι εξής:
Α) Αυστηροποίηση πλαισίου: Αναγνωρίζεται, πλέον, ως κακούργημα η παράνομη κατοχή ή μεταφορά πυροβόλου όπλου, πλην των κυνηγετικών (σήμερα ισχύει για πολεμικά τουφέκια και πολυβόλα και γενικά για τα όπλα στρατιωτικού προορισμού). Η τέλεση αυτών των αδικημάτων σε δημόσιους χώρους συνιστά επιβαρυντική περίσταση. Προβλέπεται ποινή κάθειρξης έως 20 έτη και χρηματική ποινή από 30.000 ευρώ έως 150.000 ευρώ. Δίδεται η δυνατότητα, πάντως, σε όσους λήγει η νόμιμη άδεια κατοχής, να την ανανεώσουν εντός 6 μηνών, ώστε να μην κατηγορηθούν για κακούργημα λόγω απλής αμέλειας τους.
Β) ‘Ασκοποι πυροβολισμοί (οι γνωστές «μπαλωθιές»): Αυστηροποιείται το πλαίσιο και προβλέπεται ποινή φυλάκισης τουλάχιστον 2 ετών και χρηματική ποινή από 2.000 έως 50.000 ευρώ για άσκοπους πυροβολισμούς. Θεσπίζεται υποχρέωση για τον ιδιοκτήτη ή υπεύθυνο καταστήματος, ή τον διοργανωτή εκδήλωσης, μόλις αντιληφθεί ότι στον χώρο ευθύνης του τελείται η αξιόποινη αυτή πράξη, να το αναγγείλει αμέσως στον εισαγγελέα ή την αστυνομία. Αλλιώς προβλέπεται ποινή φυλάκισης έως 2 έτη και χρηματική ποινή από 1.000 έως 30.000 ευρώ.
Γ) Πρόσκληση και διαφήμιση παράνομης προμήθειας ή χρήσης πυροβόλων όπλων: Θεσπίζεται ποινή φυλάκισης έως 2 ετών και χρηματική ποινή από 10.000 έως 50.000 ευρώ για όποιον παρακινεί ή προκαλεί άλλον να προμηθευτεί ή να χρησιμοποιήσει παρανόμως πυροβόλο όπλο, ή διαφημίζει την παράνομη χρήση, ή προμήθειά τους. Αυστηρότερες ποινές προβλέπονται για την προστασία της ανηλικότητας και την περίπτωση τέλεσης της πράξης αυτής μέσω διαδικτύου, ή με σκοπό το κέρδος.
Δ) Υποτροπή και έκτιση ποινής: Ορίζεται ως υπότροπος όποιος έχει καταδικασθεί αμετάκλητα εντός 10ετίας σε ποινή φυλάκισης τουλάχιστον 1 έτους (δηλαδή και για πλημμέλημα). Έτσι, αν ο υπότροπος τελέσει κακούργημα του νόμου περί όπλων, τιμωρείται με κάθειρξη έως 10 ετών και χρηματική ποινή από 50.000 έως 500.000 ευρώ. Η ποινή του εκτίεται και η έφεση δεν έχει αναστέλλουσα ισχύ. Αντιστοίχως, αν ο υπότροπος τελέσει πλημμέλημα, η ποινή του επαυξάνεται κατά ένα έτος (και ως το ανώτατο της πλημμεληματικής ποινής βεβαίως).
Ε) Προστασία σε περίπτωση φιλονικίας: Θεσπίζεται η δυνατότητα να επιβάλει ο εισαγγελέας, μετά από αιτιολογημένη έκθεση της αστυνομικής αρχής, προληπτικά ή αποτρεπτικά μέτρα σε περίπτωση σοβαρού και άμεσου κινδύνου ζωής ή σωματικής ακεραιότητας, όταν υπάρχει φιλονικία μεταξύ προσώπων ή ομάδων με βάση συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, όπως οικογένεια, φυλή, χρώμα, εθνική ή εθνοτική καταγωγή, θρησκεία. Τα μέτρα αυτά συνίστανται κυρίως στην απαγόρευση μεταξύ τους επικοινωνίας, προσέγγισηςτων χώρων κατοικίας ή εργασίας τους ή των σχολείων των τέκνων τους, τη συμμετοχή τους σε συμβουλευτικά προγράμματα, την παράδοση νομίμως κατέχοντος οπλισμού και την εμφάνιση τους στο αστυνομικό τμήμα.
Στ) «Αφοπλισμός»: Θεσπίζεται η δυνατότητα να μείνει κάποιος ατιμώρητος για παράνομη κατοχή πυροβόλου όπλου, αν παραδώσει τον οπλισμό του εκουσίως στην αρμόδια αστυνομική αρχή εντός 4 μηνών από τη δημοσίευση του νόμου, εν όψει των αυστηρών και εντατικών ελέγχων.
