Τους λόγους που έχει προκύψει διαφωνία μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και του ΔΝΤ για την αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος, επιχειρεί να αναλύσει με δημοσίευμά της η έγκυρη αμερικανική εφημερίδα, Washington Post, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι η Ελλάδα είναι εκείνη που… επιζητεί την παράταση της λιτότητας και το ΔΝΤ εκείνο που ζητά μέτρα για την αποφυγή της, καταλήγοντας σε ένα… παραμύθι που δεν θα βγαίνει και που τελικά, θα αυξήσει την περίοδο επανόδου της οικονομίας για 8-10 χρόνια ακόμη και θα διατηρήσει τις συνθήκες λιτότητας για όλον τον πληθυσμό.
«Μερικές φορές είναι δύσκολο να πει κανείς αν η ιστορία επαναλαμβάνεται ως τραγωδία, ή ως φάρσα. Τα κακά νέα είναι ότι η Ελλάδα είναι στην πραγματικότητα σε αντιπαράθεση με το ΔΝΤ για το πρόγραμμα που συμφωνήθηκε πέρυσι. Όμως, και εδώ έγκειται η δυσκολία να διαχωρίσει κάποιος την τραγωδία από τη φάρσα, δεν είναι για τον λόγο που νομίζετε. Το ΔΝΤ είναι αυτό που θέλει λιγότερη λιτότητα και η Ελλάδα θέλει να κάνει περισσότερα, αρκεί αυτές οι περικοπές να μην πλήξουν τους φτωχούς. Με άλλα λόγια, το πάνω είναι κάτω, το μαύρο είναι άσπρο και τα σκυλιά με τις γάτες ζουν πραγματικά μαζί. Ο τρελός λόγος για τον οποίο μπορεί να βρεθούμε αντιμέτωποι με μία νέα ελληνική κρίση», αναφέρεται στο δημοσίευμα.
Συνεχίζοντας το άρθρο σημειώνει πως «θα περίμενε κανείς ότι η Ελλάδα και το ΔΝΤ θα ήταν σύμμαχοι σε αυτό το θέμα. Άλλωστε, αμφότερες οι πλευρές, θέλουν μεγαλύτερη ελάφρυνση χρέους και λιγότερη λιτότητα. Δεν συμβαίνει αυτό όμως. Είτε το πιστεύετε είτε όχι, η Ελλάδα στην πραγματικότητα αποκηρύσσει το ΔΝΤ επειδή λέει ότι θα έπρεπε ο στόχος του πρωτογενούς πλεονάσματος να είναι 1,5% του ΑΕΠ το 2018. Γιατί συμβαίνει αυτό; Το ΔΝΤ πιστεύει ότι οι προτεινόμενες από την Ελλάδα αυξήσεις φόρων είναι υπερβολικές και οι περικοπές στις συντάξεις ανεπαρκείς. Έτσι, παρότι θέλει λιγότερη λιτότητα στην Ελλάδα συνολικά, θέλει η χώρα να κάνει περισσότερα στο είδος της λιτότητας που η Αθήνα δεν θέλει να εφαρμόσει. Και η Ελλάδα από την πλευρά της προτιμά να κρατήσει στο ελάχιστο αυτά που νομίζει ότι θα είναι κοινωνικά επιβλαβή σε σύγκριση με εκείνα που είναι οικονομικά επιβλαβή. Οπότε, η Ελλάδα συντάσσεται με εκείνους που θέλουν να κάνει μεγαλύτερες περικοπές, αλλά δεν θέλουν να μειώσουν το χρέος της. Τουλάχιστον εκείνοι θα μειώσουν το ελληνικό έλλειμμα με τον τρόπο που θέλει η ελληνική πλευρά».
Η Washington Post καταγράφει τις τρεις προτεραιότητες για κάθε πλευρά της διαπραγμάτευσης, οι οποίες είναι διαφορετικές:
«Η Ελλάδα ενδιαφέρεται, με αυτή τη σειρά προτεραιότητας για: 1) να πετύχει διαγραφή χρέους, 2) να μην πλήξουν οι περικοπές τους πιο φτωχούς, 3) να διατηρήσει όσο πιο μικρό γίνεται το πρωτογενές πλεόνασμα που υποτίθεται ότι πρέπει να πετύχει. Το κυνικό του θέματος είναι ότι από τη στιγμή που οι δανειστές δεν πρόκειται ποτέ να διαγράψουν μέρος του χρέους, είναι καλύτερο να επικεντρωθούν στην ελαχιστοποίηση των περικοπών στις συντάξεις που πάντα πονάνε, παρά στους στόχους του προϋπολογισμού που πάντα μπορεί να μην επιτευχθούν.
Το ΔΝΤ είναι επικεντρωμένο στο: 1) να κρατήσει όσο πιο ρεαλιστικό γίνεται το πρωτογενές πλεόνασμα που υποτίθεται ότι πρέπει να πετύχει η Ελλάδα, 2) να πετύχει διαγραφή χρέους, 3) στο βαθμό που αυτό δεν συγκρούεται με τον πρώτο του στόχο, οι περικοπές να μην είναι αχρείαστα οπισθοδρομικές. Το θέμα είναι ότι το ΔΝΤ έχει κουραστεί να εγκρίνει συμφωνίες που ξέρει ότι δεν λειτουργούν, όπως έγινε στο πρώτο ελληνικό πρόγραμμα. Αυτό σημαίνει ότι οι σημερινές περικοπές πρέπει να διατηρηθούν σε λογικό επίπεδο, όπως και το χρέος. Και ενώ κανείς δεν θέλει να βάλει έστω και αυτό το μικρότερο βάρος στους φτωχούς, αυτό που θα βοηθήσει περισσότερο, λέει το ΔΝΤ, είναι ένα πρόγραμμα που δουλεύει και μία οικονομία που αναπτύσσεται.
Η Κομισιόν, που ουσιαστικά είναι η Γερμανία, έχει στόχο: 1) να μην διαγράψει ελληνικό χρέος, 2) να διατηρήσει το πρωτογενές πλεόνασμα που πρέπει να πετύχει η Ελλάδα όσο το δυνατόν μεγαλύτερο 3) να μην πλήξουν οι περικοπές τους πιο ευάλωτους. Κατά τη δική τους άποψη, ήδη έχουν γίνει πολλά για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, που έχει μεγαλύτερη σημασία από το επίπεδο του χρέους, με αναχρηματοδότηση σε χαμηλά επιτόκια και τη δυνατότητα η Αθήνα να έχει δεκαετίες για να αποπληρώσει. Το να γίνουν περισσότερα για τη μείωση της ονομαστικής αξίας του χρέους, θα είναι υπερβολικό, λένε. Οι ψηφοφόροι τους θα ξεσηκωθούν. Το ίδιο υποτίθεται ότι θα γίνει αν επιτραπεί στην Ελλάδα να έχει μικρότερο στόχο για πλεόνασμα».
Όπως αναφέρεται στο άρθρο, «το δεύτερο χειρότερο σενάριο είναι να αποχωρήσει το ΔΝΤ από τη συμφωνία, προκαλώντας την κατάρρευση της συμφωνίας. Όμως το ακόμη χειρότερο είναι το τι θα συμβεί πραγματικά. Θα συμφωνήσουν όλοι σε κάποιου είδους παραμύθι και μετά, όταν δεν θα λειτουργήσει αυτό, θα διαπραγματευτούν ένα νέο σε λίγα χρόνια. Με αυτό το ρυθμό, μπορεί να χρειαστούν άλλα 8-10 χρόνια πριν η οικονομία της Ελλάδας επιστρέψει στο επίπεδο που ήταν το 2008. Όλα αυτά είναι αρκετά για να σε κάνουν να κλάψεις μέχρι να γελάσεις, ή να γελάσεις μέχρι να κλάψεις».
Aποστολή