Αναφερόμενος στην επικείμενη «εκλογική» διαδικασία στο ψευδοκράτος, ο Ν. Χριστοδουλίδης σημείωσε ότι το αποτέλεσμα θα έχει σημασία, αλλά «κανείς δεν μπορεί με ασφάλεια να προδικάσει» και υπενθύμισε ότι «στα πιο σοβαρά θέματα οι τελικές αποφάσεις λαμβάνονται στην Άγκυρα». Υπενθυμίζεται ότι η ανάδειξη ηγέτη της τουρκοκυπριακής κοινότητας στα κατεχόμενα είναι προγραμματισμένη για τις 19 Οκτωβρίου 2025.
Ο Νικήτας Κακλαμάνης βρίσκεται στην Κύπρο για την αυριανή παρέλαση για την 64η επέτειο της Κυπριακής Ανεξαρτησίας.
Στο θεσμικό πεδίο, ο Ν. Χριστοδουλίδης υπογράμμισε ότι η Κύπρος εισέρχεται σε κρίσιμη περίοδο, καθώς σε λιγότερο από 100 ημέρες μπαίνει στην τελική ευθεία για την ανάληψη της Προεδρίας του Συμβουλίου της ΕΕ το πρώτο εξάμηνο του 2026, τη δεύτερη στην ιστορία της Κυπριακής Δημοκρατίας μετά το 2012.
Στο περιφερειακό σκηνικό, Λευκωσία και Αθήνα, όπως είπε ο Κύπριος Πρόεδρος, «μέσα από πράξεις και όχι λόγια», επιδιώκουν συνέργειες με όλες τις χώρες της περιοχής, προβάλλοντας το σχήμα σταθερότητας που υπηρετούν. Η επίσκεψη Κακλαμάνη εντάσσεται στη διαρκή θεσμική διασύνδεση των δύο χωρών, την ώρα που οι διεργασίες γύρω από το Κυπριακό επανεκκινούν, με τον ίδιο τον ΓΓ του ΟΗΕ να έχει μιλήσει προσφάτως για «κινητικότητα».
Ο Ν. Κακλαμάνης υπενθύμισε τη μακρά ενασχόλησή του με το Κυπριακό ήδη από τη δεκαετία του ’90 και μετέφερε ότι, παρά την πολιτική όξυνση στην Ελλάδα, το εθνικό ζήτημα παραμένει εκτός αντιπαραθέσεων, με κοινή γραμμή όλων των κομμάτων. Διατύπωσε, ωστόσο, επιφυλακτικότητα για ουσιαστική πρόοδο, παραπέμποντας στη διαχρονική ακαμψία της τουρκικής πλευράς.
Ο Νικήτας Κακλαμάνης θα απευθύνει σήμερα ειδική ομιλία στην Ολομέλεια της Βουλής των Αντιπροσώπων, ενώ αύριο θα παρακολουθήσει την παρέλαση στη Λευκωσία για την 1η Οκτωβρίου.
Με ορόσημο την 19η Οκτωβρίου στα κατεχόμενα και ανοιχτό το ενδεχόμενο νέων πρωτοβουλιών από τον ΟΗΕ, Λευκωσία και Αθήνα κρατούν χαμηλά τον πήχη των προσδοκιών, επενδύοντας σε στοχευμένες κινήσεις εντός ΕΕ και σε περιφερειακές συνέργειες. Η Κυπριακή Προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ μπορεί να λειτουργήσει ως πολλαπλασιαστής διπλωματικού κεφαλαίου, υπό την προϋπόθεση ότι η Άγκυρα θα συναινέσει σε ουσιαστική διαδικασία και μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης.