Σοβαρή παραμένει η έλλειψη στα ράφια των φαρμακείων του Ozempic, του σκευάσματος που προορίζεται για ασθενείς που πάσχουν από διαβήτη τύπου 2, ωστόσο φαίνεται πως συνταγογραφείται ανεξέλεγκτα για αδυνάτισμα.
Σε ανακοίνωσή του ο Εθνικός Οργανισμός Φαρμάκων (ΕΟΦ) έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου, σημειώνοντας μεταξύ άλλων πως «οι καταναλωτές καλούνται να έχουν πολύ μεγάλη επιφύλαξη στο να μπουν στη διαδικασία χρήσης ενός φαρμάκου για έναν τέτοιον λόγο (αδυνάτισμα)».
Κάνοντας λόγο για παράνομη διαφήμιση, ο ΕΟΦ σημειώνει ότι «σύμφωνα με τη φαρμακευτική νομοθεσία, απαγορεύεται κάθε διαφήμιση συνταγογραφούμενου φαρμάκου στο κοινό. Η διαφήμιση είναι επιτρεπτή μόνο με τη μορφή της ιατρικής ενημέρωσης, δηλαδή προς τους επαγγελματίες υγείας που το συνταγογραφούν, και μόνο από τις υπεύθυνες εταιρείες και με τους αυστηρούς όρους της νομοθεσίας».
Αναλυτικά η ανακοίνωση του ΕΟΦ για το φάρμακο Ozempic κατά του διαβήτη
«To τελευταίο χρονικό διάστημα έχουν γραφεί και κυκλοφορήσει πολλά άρθρα σχετικά με το συνταγογραφούμενο φαρμακευτικό προϊόν κατά του διαβήτη OZEMPIC και στην αποτελεσματικότητά του στο αδυνάτισμα.
Ο ΕΟΦ ενημερώνει ότι, σύμφωνα με τη φαρμακευτική νομοθεσία, πρόκειται για παράνομη διαφήμιση και καλεί όλες τις ιστοσελίδες να αποσύρουν κάθε αναφορά στο συνταγογραφούμενο αυτό σκεύασμα.
Οι καταναλωτές καλούνται να έχουν πολύ μεγάλη επιφύλαξη στο να μπουν στη διαδικασία χρήσης ενός φαρμάκου για έναν τέτοιον λόγο (αδυνάτισμα), όσο και για την ακρίβεια των στοιχείων που αναπαράγονται στον Τύπο.
Ο ΕΟΦ, επίσης, ενημερώνει ότι το τελευταίο διάστημα υπάρχουν αναφορές από ορισμένες αρμόδιες αρχές στην Ε.Ε. για παράνομες online πωλήσεις παραποιημένων (ψευδεπίγραφων) OZEMPIC που έχουν εντοπιστεί στο εξωτερικό. Συνήθως πίσω από αυτές τις πωλήσεις υπάρχουν εγκληματικές οργανώσεις.
Είναι, επομένως, σαφές ότι η όλη αυτή προβολή αναμένεται να στρέψει ένα μέρος των καταναλωτών στην προμήθεια φαρμάκου από παράνομες πηγές, με μεγάλο κίνδυνο για την υγεία τους.
Σύμφωνα με τη φαρμακευτική νομοθεσία, απαγορεύεται κάθε διαφήμιση συνταγογραφούμενου φαρμάκου στο κοινό. Η διαφήμιση είναι επιτρεπτή μόνο με τη μορφή της ιατρικής ενημέρωσης, δηλαδή προς τους επαγγελματίες υγείας που το συνταγογραφούν, και μόνο από τις υπεύθυνες εταιρείες και με τους αυστηρούς όρους της νομοθεσίας.
Η απαγόρευση αυτή αποτελεί μια ασφαλιστική δικλίδα για την προστασία του καταναλωτή και του ασθενούς, δεδομένου ότι για την κατηγορία αυτή των φαρμάκων ο θεράπων ιατρός είναι αυτός που αποφασίζει για τη διάγνωση και την κατάλληλη θεραπεία. Πόσο μάλλον όταν ένα προϊόν προβάλλεται για λόγους που δεν προβλέπονται από τις ουσιώδεις πληροφορίες του φαρμάκου.
– Παρακαλείται ο Τύπος να αποσύρει άμεσα κάθε δημοσίευμα του συνταγογραφούμενου αυτού φαρμάκου (ή άλλου επίσης) και καλείται επίσης να ενημερώσει τον ΕΟΦ (protokollo@eof.gr) για την αρχική πηγή της ενημέρωσης.
– Παρακαλούνται οι φαρμακοποιοί να διαθέτουν το φάρμακο σύμφωνα με τον τρόπο διάθεσης, δηλαδή μόνον κατόπιν ιατρικής συνταγής.
– Παρακαλούνται οι καταναλωτές να μην παρασύρονται από δημοσιεύματα και να αποφασίζουν για τη λήψη σκευασμάτων για την απώλεια βάρους, ειδικά εάν δεν έχουν συμβουλευτεί κάποιον ειδικό. Επίσης, σε καμία περίπτωση να μην προμηθεύονται φάρμακα από μη αξιόπιστες πηγές, όπως το Διαδίκτυο, επειδή υπάρχει πραγματικός κίνδυνος για την υγεία του».
Οι παρενέργειες του Οzempic
Όπως αναφέρεται στη σύνοψη της Ευρωπαϊκής Δημόσιας Έκθεσης Αξιολόγησης (EPAR), που αξιολόγησε το φάρμακο προτού εισηγηθεί τη χορήγηση άδειας κυκλοφορίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, οι πιο συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες του Ozempic (μπορούν να επηρεάσουν περισσότερα από 1 στα 10 άτομα) περιλαμβάνουν διαταραχές του πεπτικού συστήματος, όπως διάρροια, έμετο και ναυτία (τάση για έμετο). Αυτές είναι ήπιας ή μέτριας σοβαρότητας και μικρής διάρκειας.
Η σοβαρή επιδείνωση της διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας (βλάβη στον αμφιβληστροειδή χιτώνα, τη φωτοευαίσθητη μεμβράνη στο πίσω μέρος του οφθαλμού) είναι συχνή (μπορεί να επηρεάσει έως 1 στα 10 άτομα). Επίσης, οι ασθενείς που λαμβάνουν σεμαγλουτίδη σε συνδυασμό με σουλφονυλουρία ή με ινσουλίνη ενδέχεται να έχουν αυξημένο κίνδυνο υπογλυκαιμίας.