Ανακαλύφθηκε μία πολλά υποσχόμενη πρωτεΐνη που ενισχύει την ανοσία τόσο απέναντι στον καρκίνο όσο και στους ιούς.
Μια διεθνής επιστημονική ομάδα ανακοίνωσε, ότι ανακάλυψε μια πρωτεΐνη που παίζει κεντρικό ρόλο στο να ενισχύσει την ανοσία του οργανισμού τόσο έναντι του καρκίνου, όσο και των ιών. Η ανακάλυψη ανοίγει το δρόμο για νέου τύπου θεραπείες στο μέλλον.
Οι ερευνητές από τη Βρετανία (Imperial College και Πανεπιστήμιο Κουίν Μέρι Λονδίνου), τις ΗΠΑ (Ιατρική Σχολή Πανεπιστημίου Χάρβαρντ) και την Ελβετία (Ομοσπονδιακό Ινστιτούτο Τεχνολογίας Ζυρίχης-ΕΤΗ), με επικεφαλής τον Bρετανό καθηγητή ανοσοβιολογίας Φίλιπ Αστον-Ρίκαρντ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό “Science”, πραγματοποίησαν πειράματα με ποντίκια και ανθρώπινα κύτταρα.
Όπως διαπιστώθηκε η πρωτεΐνη LEM βοηθά σημαντικά στον πολλαπλασιασμό των κυτταροτοξικών Τ-κυττάρων, τα οποία καταστρέφουν τόσο τα καρκινικά κύτταρα, όσο και τα κύτταρα που έχουν προσβληθεί από κάποιον ιό. Τα Τ-κύτταρα αποτελούν βασικό αμυντικό «όπλο» του οργανισμού, όμως όταν βρεθούν αντιμέτωπα με καρκίνο ή κάποια προχωρημένη λοίμωξη από ιό, συχνά αδυνατούν να πολλαπλασιασθούν σε επαρκείς ποσότητες, ώστε να καταπολεμήσουν τον «εχθρό».
Η ανακάλυψη χαρακτηρίστηκε απρόσμενη, επειδή η εν λόγω πρωτεΐνη LEM δεν είχε έως τώρα κάποια γνωστή λειτουργία και επιπλέον δεν μοιάζει με καμία άλλη πρωτεΐνη. Οι ερευνητές ήδη ξεκίνησαν να αναπτύσσουν μια νέα γονιδιακή θεραπεία, που θα έχει ως στόχο να ενισχύει γενετικά την παραγωγή της εν λόγω πρωτεΐνης και, μέσω αυτής, την άμυνα του ανοσοποιητικού συστήματος.
Οι επιστήμονες προγραμματίζουν να ξεκινήσουν τις σχετικές κλινικές δοκιμές σε ανθρώπους σε τρία χρόνια. Παράλληλα, έχουν εξασφαλίσει τις σχετικές εμπορικές πατέντες μέσω της εταιρείας Imperial Innovations, που αναλαμβάνει να υποστηρίζει την επιστημονική έρευνα στο Imperial, ενώ ίδρυσαν ήδη και τη νέα εταιρεία ImmunarT, που θα αναλάβει να αξιοποιήσει εμπορικά την ανακάλυψη της πρωτεϊνης.
Η πρωτεΐνη θα μπορούσε μελλοντικά να δοκιμαστεί σε διάφορες παθήσεις, εκτός του καρκίνου και των λοιμώξεων, μεταξύ άλλων στις νόσους με χρόνιες φλεγμονές και αυτοάνοσες διαταραχές, όπως η αθηροσκλήρωση και η ρευματοειδής αρθρίτιδα.